Κατά κάποιον τρόπο, είναι μια γειτονιά προσφύγων, όπου διαδοχικά κατέφυγαν πολλοί Έλληνες της διασποράς. Τα προσφυγικά του 1923 έγιναν σιγά σιγά πολυκατοικίες και φιλοξενούν σήμερα τους τελευταίους πρόσφυγες μετά την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Όλα αυτά τα κύματα των νεοφερμένων αφομοιώθηκαν, όχι χωρίς δυσκολίες, στην κοινωνία μας και δύσκολα πια διακρίνονται.
Αρχικά δυσκολευτήκαμε να συνηθίσουμε οι παλιότεροι τους νεοφερμένους, αλλά σύντομα δεν βλέπαμε τους γείτονές μας σαν διαφορετικούς, αφού δούλευαν με το ίδιο εργασιακό καθεστώς, διασκέδαζαν και λειτουργούσαν παρόμοια με εμάς. Δεν συνέβη αυτό που ακόμα συμβαίνει στις χώρες που είχαν αποικίες στον Τρίτο Κόσμο ή έφερναν μετανάστες από λιγότερο αναπτυγμένες χώρες για να εργαστούν όσο τους χρειάζονταν. Όταν οι άνθρωποι αυτοί βρέθηκαν στις γειτονιές της μητρόπολης, αναγκάστηκαν να γκετοποιηθούν για να νιώσουν προστατευμένοι, επειδή οι συνήθειές τους διάφεραν από εκείνες του νέου τόπου κατοικίας τους και γενικά συνεχίζουν να απορρίπτονται από τους γηγενείς. Ζωντανό παράδειγμα είναι και οι Κύπριοι αδερφοί μας, που ως πρώην αποικιοκρατούμενοι, βρέθηκαν αρχικά στην Αγγλία να ζουν κλεισμένοι μεταξύ τους, σε χωριστές γειτονιές.
Αντίθετα, εμείς στην Καλλιθέα έχουμε συμφιλιωθεί με τη διαδοχική άφιξη νεοφερμένων και, γι’ αυτό, μας κάνει εντύπωση που το τελευταίο τρίμηνο υπάρχουν συμπολίτες μας που οργανώνουν αντιρατσιστικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας στην πόλη μας με αφορμή κάποια περιστατικά που, αν είναι αλήθεια, δεν είναι παρά μεμονωμένα ή περιστασιακά.
Γι’ αυτό, αποφασίσαμε να διοργανώσουμε μια συνάντηση για να συζητήσουμε μεταξύ μας την κατάσταση.
Η ταχύτατη διόγκωση των μεταναστευτικών ρευμάτων πήρε στην Ευρώπη διαστάσεις μαζικής μετακίνησης και σε είκοσι χρόνια η ελληνική κοινωνία, από μια σχετικά ομοιογενή κοινότητα, μετατράπηκε σε μια πολυπολιτισμική, μεταβάλλοντας την κοινωνική, εθνοτική και πολιτισμική σύνθεση της χώρας. Ταυτόχρονα, οι γηγενείς αντικαταστάθηκαν σε πολλούς τομείς από φτηνότερους μετανάστες. Οι Έλληνες μετακινήθηκαν προς τον δημόσιο τομέα και τις υπηρεσίες εγκαταλείποντας την οικοδομή, τη βιομηχανία, τη ναυτιλία και κάθε παραγωγική ασχολία. Ταυτόχρονα, διάφορα μικρομεσαία στρώματα, χρησιμοποίησαν τους ανασφάλιστους και χαμηλά αμειβόμενους μετανάστες σε ανειδίκευτες εργασίες και εξυπηρετήσεις εντελώς δουλοκτητικά, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια ευρύτερη κοινωνική συναίνεση υπέρ της μετανάστευσης.
Με την κατάργηση των συνόρων, η παγκοσμιοποίηση ενσωμάτωσε τις πρώην κρατικές οικονομίες σε μια ενιαία, μέσω του ελεύθερου εμπορίου, της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και μιας ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Έτσι γίναμε και στην Ελλάδα μάρτυρες της κατάργησης του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ των εργαζομένων και του κεφαλαίου σχετικά με τη διανομή της αξίας που προσθέτει η εργασία στις πρώτες ύλες. Το συμβόλαιο αυτό δεν αποτελεί μια διεθνή συμφωνία, προέκυψε σε κάθε κράτος χωριστά μετά από δεκαετίες εθνικού διαλόγου, εκλογών, απεργιών, δικαστικών και βίαιων αντιπαραθέσεων. Και το κατάργησε μια κοσμοπολίτικη παγκόσμια διακυβέρνηση, χωρίς καμιά ιστορική ρίζα σε πραγματικές κοινότητες.
Όταν σταδιακά αρχίζει η κρίση στην Ελλάδα, η ανεξέλεγκτη εγκατάσταση μεταναστών δημιουργεί μεγάλα κοινωνικά προβλήματα προσαρμογής και η ελαστικοποίηση της εργασίας, με την κατάργηση του κοινωνικού συμβολαίου, μετέβαλε το σύνολο των εργασιακών σχέσεων σε ζούγκλα. Οι μισθοί στη χώρα συμπιέζονται. Γι’ αυτό, όλο και εντείνονται τα αντιμεταναστευτικά αισθήματα του λαού και η Χρυσή Αυγή με τη ρατσιστική προπαγάνδα συγκεντρώνει ξαφνικά πρωτόγνωρα σε ύψος ποσοστά.
Θα πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στο ότι οι μετανάστες είναι άνθρωποι απόκληροι. Δεν είμαστε εναντίον του κάθε μετανάστη. Αλλά εναντίον της μεταναστευτικής πολιτικής του κράτους. Μέχρι σήμερα, η συζήτηση για τη μετανάστευση διεξάγεται σε εντελώς εσφαλμένη βάση. Από την πλευρά των φιλομεταναστευτικών δυνάμεων προτάσσεται η λογική της αλληλεγγύης στους φτωχούς ενώ, από την αντίπαλη πλευρά, προτάσσεται κυρίως το ζήτημα της παραβατικότητας. Έτσι, το μεταναστευτικό αποτελεί ίσως το σημαντικότερο κοινωνικό ζήτημα της σημερινής Ελλάδας, με διαστάσεις που υπερβαίνουν και τις δύο πλευρές. Αν συνδυαστεί με την οικονομική κρίση, τη δημογραφική συρρίκνωση του ελληνογενούς πληθυσμού, τα ζητήματα που αναδεικνύει η γεωγραφική θέση της χώρας και τα εθνικά προβλήματα, τότε έχουμε μπροστά μας ένα εξαιρετικά σοβαρό θέμα με απροσδιόριστες συνέπειες.
Αν όλα αυτά συνδυαστούν με τα ρεύματα των παιδιών μας που δηλώνουν ότι δεν έχουν εδώ προοπτική και θέλουν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, το μείγμα καθίσταται εκρηκτικό. Η χώρα μας κινδυνεύει να μεταβληθεί σε ένα χώρο όπου οι ειδικευμένοι ντόπιοι θα μεταναστεύουν στο εξωτερικό και θα εισέρχονται ανειδίκευτοι ξένοι, χωρίς καμιά πολιτιστική συνάφεια με τον ντόπιο πληθυσμό. Σε μια χώρα με νόμους, που λειτουργούν, υπάρχουν λύσεις. Στην Ελλάδα, επειδή δεν υπάρχει τέτοιο κράτος, το βλέπουμε μάλλον δύσκολο. Είναι καιρός να παρέμβουμε αποφασιστικά, απαιτώντας εμείς οι πολίτες από την νέα κυβέρνηση να πάρει τα απαραίτητα μέτρα, προτού παρέμβουν άλλοι αναρμόδιοι, όπως άρχισε ήδη να γίνεται. Αλλά και ο δήμος είναι ένας θεσμός που μπορεί να κάνει αρκετά πράγματα, αν συνεργαστεί με τοπικές ομάδες πρωτοβουλίας και κοινωνικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σχετικά.