Με την Ισπανία να παραπαίει και την Ιταλία να διολισθαίνει στη ζώνη του κόκκινου, οι εξελίξεις φαίνεται να επιβεβαιώνουν τα χειρότερα σενάρια.
Η κρίση της Ευρωζώνης είναι κρίση επιβίωσης. Το γεγονός αυτό έχει ανοίξει τη συζήτηση, με αποτέλεσμα να μπαίνουν πια στο τραπέζι προτάσεις που μέχρι τώρα ήταν απαγορευμένες. Δεν λαμβάνονται, όμως, οι αποφάσεις που μπορούν να αντιστρέψουν το κλίμα. Το βασικό εμπόδιο είναι η άρνηση του Βερολίνου να συναινέσει σε λύσεις που θα μεταφέρουν βάρη των αδύναμων κρίκων στους ώμους της Ευρωζώνης.
Η ισπανική κρίση φέρνει το κόμπο στο χτένι. Δανειζόμενη με πολύ υψηλά επιτόκια και αντιμετωπίζοντας μια ολοένα διογκούμενη φυγή καταθέσεων και ευρύτερα κεφαλαίων, η κυβέρνηση Ραχόι ζητάει το κλυδωνιζόμενο τραπεζικό σύστημα να στηριχθεί κατευθείαν από ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Η γερμανική άρνηση, όμως, κατά πάσα πιθανότητα θα την οδηγήσει να ακολουθήσει την πεπατημένη και να ζητήσει την ένταξη της Ισπανίας στον μηχανισμό διάσωσης, παρότι το δημόσιο χρέος της είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο της Γερμανίας.
Το Βερολίνο αρέσκεται να παρουσιάζει την κρίση ως αποτέλεσμα αποκλειστικά κακής δημοσιονομικής διαχείρισης των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Κακή διαχείριση υπήρξε και λειτούργησε ως παράγοντας επιδείνωσης, αλλά η βασική αιτία της κρίσης είναι συστημική. Το ευρώ είναι ένα κοστούμι ραμμένο στα μέτρα των ισχυρών οικονομιών, αλλά προορισμένο να φορεθεί από διαφορετικούς σωματότυπους. Γι’ αυτό και είχε πολύ διαφορετικές επιπτώσεις στις οικονομίες των χωρών-μελών. Από το ευρώ επωφελήθηκαν οι πιο ανταγωνιστικές οικονομίες. Στις ημέρες της ευημερίας το γεγονός αυτό είχε επικαλυφθεί. Η κρίση, όμως, το έβγαλε στην επιφάνεια.
Η διάχυτη ανασφάλεια ωφελεί βραχυπρόθεσμα τη γερμανική οικονομία. Οταν, όμως, η Γερμανία δανείζεται (10ετές) με επιτόκιο μικρότερο του 1,2%, ενώ η Ισπανία δανείζεται με περισσότερο από 6% και η Ιταλία με λίγο λιγότερο, η Ευρωζώνη δεν μπορεί να πάει μακριά. Οι διαφορές στο κόστος δανεισμού ανοίγουν περαιτέρω την ψαλίδα στους κόλπους της.
Πολύ περισσότερο όταν το γερμανικής έμπνευσης φάρμακο της μονοδιάστατης λιτότητας βαθαίνει την κρίση και οξύνει αντί να αμβλύνει τις εσωτερικές αποκλίσεις. Πιστή στον ιδιοτελή δογματισμό της, όμως, η κυβέρνηση Μέρκελ επιμένει στη συνταγή της μονοδιάστατης λιτότητας και των αυστηρών κυρώσεων. Δέχεται να συζητήσει την κοινοτικοποίηση των βαρών που σήμερα συντρίβουν τους αδύναμους κρίκους μόνο εάν δρομολογηθούν βήματα δημοσιονομικής και πολιτικής ενοποίησης ή για την ακρίβεια εάν γίνει αποδεκτή η γερμανική ηγεμονία.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η Ελλάδα θα θυσιασθεί για να χρησιμοποιηθεί η θυσία της ως καταλύτης για να γίνουν όλα όσα δεν γίνονται τώρα για τη διάσωση της Ευρωζώνης. Εάν υπάρχει αυτό το σχέδιο, πίσω του δεν βρίσκονται όσοι επιδιώκουν την εμβάθυνση, αλλά οι κύκλοι που θεωρούν πως ό, τι ήταν να κερδίσει η Γερμανία από το ευρώ ουσιαστικά το έχει κερδίσει και ως εκ τούτου δεν έχει λόγο να βάλει το χέρι στην τσέπη.
Πράγματι, μια μειοψηφική μερίδα της γερμανικής άρχουσας τάξης θεωρεί ότι είναι προτιμότερο να διακινδυνεύσει την επιβίωση του ευρώ από το να πληρώσει ένα λογαριασμό που γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος. Αυτός είναι ο λόγος που ερωτοτροπούν με την ιδέα να σπρώξουν την Ελλάδα εκτός ευρώ, με το επιχείρημα ότι είναι μαύρη τρύπα. Εάν σπάσει ο ελληνικός κρίκος, όμως, θα προκληθεί καταστροφικό ντόμινο. Δεν θα προκύψουν μόνο χρηματικές απώλειες από την αναπόφευκτη στάση πληρωμών. Οι αγορές θα επιτεθούν βίαια στην Ισπανία και στην Ιταλία, ανεβάζοντας απότομα τα επιτόκια δανεισμού τους.
Ορισμένοι άλλοι εκτιμούν ότι υπό την πίεση του κινδύνου τελικώς το Βερολίνο θα αναγκασθεί να πράξει ό, τι είναι αναγκαίο για να σωθεί η Ευρωζώνη. Αυτό είναι πιθανό, αν και η πείρα καταδεικνύει ότι η Μέρκελ εξαντλεί όλα τα περιθώρια πριν κάνει το παραμικρό βήμα. Η καθυστέρησή της, όμως, μειώνει την αποτελεσματικότητα κάθε βήματος. Με άλλα λόγια, η γερμανική αντίσταση συντηρεί τη συστημική κρίση και συνεχώς ανεβάζει το κόστος επίλυσής της.
Ο εγκλωβισμός των οικονομιών της ευρωπαϊκής περιφέρειας στον φαύλο κύκλο της ύφεσης έχει αναζωπυρώσει την καχυποψία των αντίστοιχων λαών για τις προθέσεις του Βερολίνου. Γι’ αυτό και η εκλογή Ολάντ τροφοδότησε ελπίδες ότι μπορεί να προκαλέσει ρήγμα και να διαφοροποιήσει το κυρίαρχο δόγμα της λιτότητας. Μπορεί η Γερμανία να είναι με διαφορά η οικονομικά ισχυρότερη χώρα-μέλος, αλλά δεν μπορεί να ασκήσει τον ηγετικό ρόλο της στην Ευρώπη χωρίς να έχει εξασφαλίσει τη συμπόρευση της Γαλλίας. Ειδικά τώρα που τόσο η Ρώμη όσο και η Μαδρίτη φαίνεται να διαμορφώνουν μέτωπο με το Παρίσι.
e-parembasis.blogspot.gr