Bρισκόμαστε στο 1861, στον θρόνο ο τότε Βασιλιάς Όθωνας, οι πολιτικές διαμάχες εξακολουθούν να είναι στο προσκήνιο…
Η Αθήνα και η Ελλάδα ολόκληρη βρισκόταν σε αναβρασμό. Ο θρόνος του πρώτου βασιλιά κυριολεκτικά «έτριζε»… και η αντίστροφη μέτρηση για την απομάκρυνσή του έχει ήδη αρχίσει.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης, μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης… είναι 68 χρόνων, ήδη κουφός και κόντρα στο τότε βασιλικό καθεστώς, παρά το γεγονός ότι συμμετείχε στο τότε πολιτικό σύστημα διατελώντας ναύαρχος και υπουργός σε κυβερνήσεις επί βασιλείας Όθωνα.
Ο Έλληνας «μπουρλοτιέρης», που έκανε πασίγνωστο το όνομα της χώρας μας σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο προκαλώντας με τα κατορθώματά του ρεύμα φιλελληνισμού και υποστήριξης στον αγώνα, τασσόταν πάντα με το μέρος του λαού, που όλο και περισσότερο βυθιζόταν στη φτώχεια και την ανέχεια.
Ήταν μεγάλη η προσφορά του γενικότερα στη χώρα, και κατά την περίοδο του Αγώνα αλλά και αργότερα, αφού συμμετείχε σε αρκετές κυβερνήσεις.
Όμως εκείνη την εποχή συνέβη ένα γεγονός που καταγράφεται στα υπέρ του και θεωρήθηκε τότε μεγάλη ηθική προσφορά. Ήταν μια απόφασή του, που θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι ήταν κόντρα σε όσα συνέβαιναν τότε με τέτοιου είδους θέματα αλλά και σε όσα συμβαίνουν ακόμη και στις μέρες μας…
Στη ουσία τότε ο Κανάρης έσωσε την τιμή του πολιτικού κόσμου, η οποία ήταν, όπως και σήμερα, καταρρακωμένη. Για να τον εξευμενίσουν λοιπόν, εκείνη την εποχή, οι άνθρωποι του Όθωνα εξέδωσαν διάταγμα με το οποίο του έδιναν μηνιαία τιμητική σύνταξη χιλίων δραχμών, επιπρόσθετη της σύνταξης που ήδη λάμβανε από το δημόσιο ταμείο!!!
Η απόρριψη
Αρνούμενος μια τέτοια «προσφορά», λοιπόν, ο Κωνσταντίνος Κανάρης έγραψε μια επιστολή προς τον εισηγητή του θέματος, τον τότε υπουργό Ναυτικών Αθανάσιο Μιαούλη, γιο του άλλου θαλασσομάχου της Επανάστασης Ανδρέα Μιαούλη, επισημαίνοντας τα εξής:
«Και άλλοτε, οσάκις μου εγένοντο τοιαύται προτάσεις υπό υπουργών, απήντησα με την αυτήν γλώσσαν» έγραφε ο Κανάρης, ο οποίος αφού αρνήθηκε τα χρήματα και τις τιμές τόνισε πως «μίαν ημέραν το Ελληνικόν Έθνος θέλει αναγνωρίση και αποδό-ση αυτά εις την οικογένειάν μου».
Και συμπλήρωνε με νόημα ότι «δεν μπορώ να δεχτώ από το σημερινό σύστημα ακόμη και την πιο πλατιά και κολακευτική ικανοποίηση, διότι θα δινόταν η ιδέα του ατομικού συμφέροντος. Αντιπολιτεύομαι όμως την κυβέρνηση όχι γιατί παραγνώρισε τα δικά μου δικαιώματα, αλλά γιατί εμηδένισε το συνταγματικό πολίτευμα και εμάρανε τας εθνικάς δυνάμεις»!
Ο πάντα εύστοχος Ιωάννης Φιλήμων έσπευσε την επομένη να επισημάνει ότι οι κρατούντες προσπαθούσαν να σβήσουν τη λάμψη του και να τον ευτελίσουν, όπως όλους τους πολιτικάντηδες εκείνης της εποχής, όμως έγραψε: «Η υπογραφή Κωνσταντίνος Κανάρης δηλοί ότι η Πατρίς ημών δεν απέθανε»!
Λεύκωμα τιμής
Το 1862 ο κόσμος έψαχνε διάφορους τρόπους για να στείλει στο παλάτι το μήνυμα της δυσαρέσκειας, η οποία διογκώνεται όλο και περισσότερο, και ο Κανάρης είχε γίνει για δεύτερη φορά ήρωας…
Την Πρωτοχρονιά, λοιπόν, ο Ιωάννης Φιλήμων, μαζί με μια παρέα φίλων του Κανάρη, αποφάσισαν να φτιάξουν ένα λεύκωμα αφιερωμένο στον γέροντα μπουρλοτιέρη, που δεν είχε δεχτεί να λάβει την επιπρόσθετη τιμητική σύνταξη ως αντίδραση και διαμαρτυρία στα δεινά που υπέφεραν οι συμπατριώτες του, βουτηγμένοι στη φτώχεια.
Το λεύκωμα θα είχε μία καινοτομία. Θα περιλαμβανόταν σε αυτό η «φωτογεγραμμένη εικών» του μπουρλοτιέρη, δηλαδή η φωτογραφία του, που την περίοδο εκείνη ήταν η μεγάλη εφεύρεση της εποχής. Στην απέναντι δε σελίδα με χρυσά γράμματα προβλεπόταν να είναι εκτυπωμένο το 107 άρθρο του Συντάγματος που ανέφερε: «Η τήρησις του Συντάγματος αφιερούται εις τον πατριωτισμό των Ελλήνων».
Η αναγνώριση
Σε μία – δύο ημέρες περισσότεροι από διακόσιοι επαγγελματίες και έμποροι των Αθηνών είχαν υπογράψει και εισφέρει τον οβολό τους για τη δημιουργία του λευκώματος, παρά το γεγονός ότι το θέμα δεν άργησε να λάβει διαστάσεις και να εκδηλωθεί η πρώτη αντίδραση της αστυνομίας, επειδή ο ποινικός νόμος απαγόρευε τους εράνους.
Ακολούθησε επιστολή της ομάδας των φίλων του Κανάρη που είχε την πρωτοβουλία για το λεύκωμα, προς στην πολιτική ηγεσία της αστυνομίας, δηλαδή στον υπουργό Εσωτερικών, δηλώνοντας ότι με την ενέργειά τους ήθελαν να εκφράσουν βαθιά ευγνωμοσύνη στον γηραιό αγωνιστή και όχι να υποσκάψουν «τα καθεστώτα».
Στήλες ολόκληρες γέμισε στην εφημερίδα του ο Ιωάννης Φιλήμων αναδεικνύοντας σε μείζον θέμα την τιμή προς τον Κανάρη. «Η τιμή και η δόξα δεν μετρούνται διά της ύλης και διά του μετάλλου» έγραφε, ενώ περισσότεροι από δύο χιλιάδες άνθρωποι στέκονταν αρωγοί στην απόφαση τιμής προς τον εθνικό ήρωα. Το γεμάτο με συμβολισμούς λεύκωμα φτιάχτηκε και παραδόθηκε στον γέρο μπουρλοτιέρη, ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα κλήθηκε από τον Όθωνα να σχηματίσει κυβέρνηση!
Οι ιστορίες αυτές προέρχονται από κείμενα του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «ΜΙΚΡΟΣΡΩΜΗΟΣ»
Η Αθήνα και η Ελλάδα ολόκληρη βρισκόταν σε αναβρασμό. Ο θρόνος του πρώτου βασιλιά κυριολεκτικά «έτριζε»… και η αντίστροφη μέτρηση για την απομάκρυνσή του έχει ήδη αρχίσει.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης, μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης… είναι 68 χρόνων, ήδη κουφός και κόντρα στο τότε βασιλικό καθεστώς, παρά το γεγονός ότι συμμετείχε στο τότε πολιτικό σύστημα διατελώντας ναύαρχος και υπουργός σε κυβερνήσεις επί βασιλείας Όθωνα.
Ο Έλληνας «μπουρλοτιέρης», που έκανε πασίγνωστο το όνομα της χώρας μας σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο προκαλώντας με τα κατορθώματά του ρεύμα φιλελληνισμού και υποστήριξης στον αγώνα, τασσόταν πάντα με το μέρος του λαού, που όλο και περισσότερο βυθιζόταν στη φτώχεια και την ανέχεια.
Ήταν μεγάλη η προσφορά του γενικότερα στη χώρα, και κατά την περίοδο του Αγώνα αλλά και αργότερα, αφού συμμετείχε σε αρκετές κυβερνήσεις.
Όμως εκείνη την εποχή συνέβη ένα γεγονός που καταγράφεται στα υπέρ του και θεωρήθηκε τότε μεγάλη ηθική προσφορά. Ήταν μια απόφασή του, που θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι ήταν κόντρα σε όσα συνέβαιναν τότε με τέτοιου είδους θέματα αλλά και σε όσα συμβαίνουν ακόμη και στις μέρες μας…
Στη ουσία τότε ο Κανάρης έσωσε την τιμή του πολιτικού κόσμου, η οποία ήταν, όπως και σήμερα, καταρρακωμένη. Για να τον εξευμενίσουν λοιπόν, εκείνη την εποχή, οι άνθρωποι του Όθωνα εξέδωσαν διάταγμα με το οποίο του έδιναν μηνιαία τιμητική σύνταξη χιλίων δραχμών, επιπρόσθετη της σύνταξης που ήδη λάμβανε από το δημόσιο ταμείο!!!
Η απόρριψη
Αρνούμενος μια τέτοια «προσφορά», λοιπόν, ο Κωνσταντίνος Κανάρης έγραψε μια επιστολή προς τον εισηγητή του θέματος, τον τότε υπουργό Ναυτικών Αθανάσιο Μιαούλη, γιο του άλλου θαλασσομάχου της Επανάστασης Ανδρέα Μιαούλη, επισημαίνοντας τα εξής:
«Και άλλοτε, οσάκις μου εγένοντο τοιαύται προτάσεις υπό υπουργών, απήντησα με την αυτήν γλώσσαν» έγραφε ο Κανάρης, ο οποίος αφού αρνήθηκε τα χρήματα και τις τιμές τόνισε πως «μίαν ημέραν το Ελληνικόν Έθνος θέλει αναγνωρίση και αποδό-ση αυτά εις την οικογένειάν μου».
Και συμπλήρωνε με νόημα ότι «δεν μπορώ να δεχτώ από το σημερινό σύστημα ακόμη και την πιο πλατιά και κολακευτική ικανοποίηση, διότι θα δινόταν η ιδέα του ατομικού συμφέροντος. Αντιπολιτεύομαι όμως την κυβέρνηση όχι γιατί παραγνώρισε τα δικά μου δικαιώματα, αλλά γιατί εμηδένισε το συνταγματικό πολίτευμα και εμάρανε τας εθνικάς δυνάμεις»!
Ο πάντα εύστοχος Ιωάννης Φιλήμων έσπευσε την επομένη να επισημάνει ότι οι κρατούντες προσπαθούσαν να σβήσουν τη λάμψη του και να τον ευτελίσουν, όπως όλους τους πολιτικάντηδες εκείνης της εποχής, όμως έγραψε: «Η υπογραφή Κωνσταντίνος Κανάρης δηλοί ότι η Πατρίς ημών δεν απέθανε»!
Λεύκωμα τιμής
Το 1862 ο κόσμος έψαχνε διάφορους τρόπους για να στείλει στο παλάτι το μήνυμα της δυσαρέσκειας, η οποία διογκώνεται όλο και περισσότερο, και ο Κανάρης είχε γίνει για δεύτερη φορά ήρωας…
Την Πρωτοχρονιά, λοιπόν, ο Ιωάννης Φιλήμων, μαζί με μια παρέα φίλων του Κανάρη, αποφάσισαν να φτιάξουν ένα λεύκωμα αφιερωμένο στον γέροντα μπουρλοτιέρη, που δεν είχε δεχτεί να λάβει την επιπρόσθετη τιμητική σύνταξη ως αντίδραση και διαμαρτυρία στα δεινά που υπέφεραν οι συμπατριώτες του, βουτηγμένοι στη φτώχεια.
Το λεύκωμα θα είχε μία καινοτομία. Θα περιλαμβανόταν σε αυτό η «φωτογεγραμμένη εικών» του μπουρλοτιέρη, δηλαδή η φωτογραφία του, που την περίοδο εκείνη ήταν η μεγάλη εφεύρεση της εποχής. Στην απέναντι δε σελίδα με χρυσά γράμματα προβλεπόταν να είναι εκτυπωμένο το 107 άρθρο του Συντάγματος που ανέφερε: «Η τήρησις του Συντάγματος αφιερούται εις τον πατριωτισμό των Ελλήνων».
Η αναγνώριση
Σε μία – δύο ημέρες περισσότεροι από διακόσιοι επαγγελματίες και έμποροι των Αθηνών είχαν υπογράψει και εισφέρει τον οβολό τους για τη δημιουργία του λευκώματος, παρά το γεγονός ότι το θέμα δεν άργησε να λάβει διαστάσεις και να εκδηλωθεί η πρώτη αντίδραση της αστυνομίας, επειδή ο ποινικός νόμος απαγόρευε τους εράνους.
Ακολούθησε επιστολή της ομάδας των φίλων του Κανάρη που είχε την πρωτοβουλία για το λεύκωμα, προς στην πολιτική ηγεσία της αστυνομίας, δηλαδή στον υπουργό Εσωτερικών, δηλώνοντας ότι με την ενέργειά τους ήθελαν να εκφράσουν βαθιά ευγνωμοσύνη στον γηραιό αγωνιστή και όχι να υποσκάψουν «τα καθεστώτα».
Στήλες ολόκληρες γέμισε στην εφημερίδα του ο Ιωάννης Φιλήμων αναδεικνύοντας σε μείζον θέμα την τιμή προς τον Κανάρη. «Η τιμή και η δόξα δεν μετρούνται διά της ύλης και διά του μετάλλου» έγραφε, ενώ περισσότεροι από δύο χιλιάδες άνθρωποι στέκονταν αρωγοί στην απόφαση τιμής προς τον εθνικό ήρωα. Το γεμάτο με συμβολισμούς λεύκωμα φτιάχτηκε και παραδόθηκε στον γέρο μπουρλοτιέρη, ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα κλήθηκε από τον Όθωνα να σχηματίσει κυβέρνηση!
Οι ιστορίες αυτές προέρχονται από κείμενα του ιστορικού ερευνητή και δημοσιογράφου Λευτέρη Σκιαδά, εκδότη της εφημερίδας «ΜΙΚΡΟΣΡΩΜΗΟΣ»