Κατά τις δύο τελευταίες ερευνητικές περιόδους, έχουν εντοπιστεί και τεκμηριωθεί έξι αρχαία ναυάγια, σωζόμενα ως επί το πλείστον σε καλή κατάσταση. Τέσσερα από τα ναυάγια αυτά βρίσκονται στη θαλάσσια περιοχή της Μακρονήσου σε βάθη που κυμαίνονται από 37 έως και 47 μέτρα. Εξαιρετικά σημαντικό για την σπανιότητα του φορτίου του είναι ένα ναυάγιο ύστερης ρωμαϊκής περιόδου, που χρονολογείται στα μέσα του 4ου αιώνα μ.Χ. με φορτίο αμφορέων που προέρχονται από τη βόρεια Αφρική και τη Σικελία. Εξίσου σημαντικό για το μέγεθος και την αρτιότητα του φορτίου του, είναι ένα δεύτερο ναυάγιο με ροδιακούς αμφορείς, που εντοπίστηκε στην ανατολική πλευρά της Μακρονήσου, και χρονολογείται στα τέλη 3ου ή τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. Σε όμορη περιοχή, εντοπίστηκε το τρίτο ναυάγιο σε εξαιρετικά καλή κατάσταση, με μικτό φορτίο από αμφορείς της Ιταλίας και της Ρόδου, χρονολογούμενο στα τέλη του 2ου αιώνα π.Χ. Το τέταρτο ναυάγιο της Μακρονήσου ανήκει σε μικρό πλοίο του 1ου αιώνα μ.Χ. που επίσης μετέφερε αμφορείς.
Στις ακτές βόρεια του Θορικού (Λαυρεωτική), εντοπίστηκαν δύο ακόμα ναυάγια, το πρώτο χρονολογούμενο στο 1ο-2ο αιώνα μ.Χ., έμφορτο με οικοδομικό υλικό (κεράμους και πλίνθους) και το δεύτερο, με αμφορείς της ελληνιστικής περιόδου.
Πέραν όμως του εντοπισμού τους, ολοκληρώθηκε και η αποτύπωση όλων των επιφανειακών ευρημάτων των ναυαγίων της Μακρονήσου με χρήση φωτογραμμετρικής μεθόδου, εκπονήθηκαν ορθοφωτομωσαϊκά υψηλής ευκρίνειας και ανελκύστηκαν δειγματοληπτικά αμφορείς και χρηστική κεραμική. Ο εντοπισμός και καταγραφή των έξι ναυαγίων της Μακρονήσου – Λαυρεωτικής έρχεται να προστεθεί στα ήδη δεκαοκτώ εντοπισμένα ναυάγια του Νότιου Ευβοϊκού, είκοσι τέσσερα στο σύνολο.
Η παρουσία των ναυαγίων αυτών φαίνεται να υποδηλώνει ένα σημαντικό θαλάσσιο δρόμο υπερτοπικής σημασίας, με τον οποίο ενώνονταν το βόρειο με το νότιο Αιγαίο. Η μελέτη των ναυαγίων και της διασποράς τους αναμένεται να ρίξει νέο φως στη ανασύνθεση των θαλασσίων δρόμων και την εμπορική διακίνηση προϊόντων κατά την αρχαιότητα.
Στην έρευνα για τον εντοπισμό των ναυαγίων των ερευνητικών περιόδων 2011-12 συμμετείχαν συνολικά 16 καταδυόμενοι ερευνητές πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων. Την ευθύνη της οργάνωσης και αρχαιολογικής τεκμηρίωσης ανέλαβαν επιστημονικά στελέχη του ΙΕΝΑΕ, σε συνεργασία με στελέχη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων.