Η Κομισιόν δε σχολιάζει το πως θα λυθεί η δύσκολη κατάσταση που θα δημιουργηθεί με την αποπληρωμή των ομολόγων της ΕΚΤ στις 20 Αυγούστου, θεωρεί πάντως ότι θα βρεθεί μια τεχνική διευθέτηση.
Με αίτημα για δέσμευση στις αλλαγές κατεβαίνει ο Μπαρόζο
Πολιτική συζήτηση στο ανώτατο δυνατό επίπεδο στα πλαίσια της οποίας θα πρέπει να διευκρινιστούν οι δυνατότητες σωτηρίας της ελληνικής οικονομίας ξεκινάει από την Πέμπτη ο πρόεδρος της Κομισιόν με την ελληνική κυβέρνηση.
Ο πρόεδρος Μπαρόζο θα έχει κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά, στον οποίο θα μεταφέρει ένα μήνυμα: «ο μόνος σίγουρος σύμμαχος που έχει η Ελλάδα και η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να αποφύγει τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ είναι η Κομισιόν».
Ο Ζ.Μ.Μπαρόζο θα τείνει χείρα βοηθείας στον Αντ. Σαμαρά υπό τον όρο ότι αυτός και η κυβέρνηση, που ως γνωστόν αποτελείται από δύο ακόμα πολιτικούς εταίρους, δε θα υπαναχωρήσουν από την αμετάκλητη απόφαση η χώρα να αλλάξει.
Στην Κομισιόν έχουν φτάσει ήδη κακές ειδήσεις δύο ειδών. Πρώτον σε σχέση με τα άμεσα στοιχεία της εφαρμογής του μνημονίου, τις καθυστερήσεις που υπάρχουν και την προφανή απόκλιση από τον ονομαστικό στόχο για το έλλειμμα του 2012. Δεύτερον, όπως μεταφέρθηκε στο Real.gr από κύκλους της Κομισιόν «επικρατεί ιδιαίτερη ανησυχία για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους». Ιδιαίτερα το τελευταίο στοιχείο, δηλαδή η απώλεια του στόχου και για το δημόσιο χρέος το 2020 ρίχνει ήδη το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Είναι προφανές ότι μία αρνητική αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους μπορεί να προκαλέσει την αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα, τη χρεοκοπία της Ελλάδος στο ήδη κουρεμένο χρέος προς ιδιώτες και την έξοδο της χώρας από το ευρώ. Οι κινήσεις των ασφαλίστρων κινδύνου επί χρεοκοπίας προεξοφλούν αυτό το ενδεχόμενο.
Εντός μικρού χρονικού διαστήματος και καθώς φαίνεται πριν από το Δεκέμβριο θα πρέπει λοιπόν να ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση για το μέλλον του ελληνικού προγράμματος. Τα ως τώρα στοιχεία δείχνουν ότι οι αγορές δεν πρόκειται να ανοίξουν για την Ελλάδα το 2015, η χώρα θα συνεχίσει να έχει ελλείμματα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και η αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους θα αργήσει να ξεκινήσει. Συνεπώς, οι εταίροι θα βρεθούν μπροστά σε τρεις επιλογές:
• Να τερματίσουν γρήγορα και κακήν κακώς το ελληνικό πρόγραμμα και να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στο πώς θα σώσουν την υπόλοιπη ευρωζώνη,
• Να δανείσουν ένα επιπλέον ποσό που θα καλύψει τις ανάγκες χρηματοδότησης του ελλείμματος τα έτη 2015, 2016 και 2017,
• Ή να προχωρήσουν σε μία ριζικότερη αναδιάταξη του ελληνικού δημοσίου χρέους με νέες ρυθμίσεις και για τα χρέη προς κράτη και τον EFSF.
Ψήγματα αυτής της θεωρίας υπήρξαν διάσπαρτα στις συζητήσεις τουλάχιστον από τις αρχές Απριλίου, κάποιοι τότε μίλησαν για το λεγόμενο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ με μεγάλη σαφήνεια πηγές των Βρυξελλών υπαινίχθηκαν αναδιάταξη του δημοσίου χρέους, βάζοντας στη συζήτηση τη διαγραφή 50 δισ. ευρώ από το ελληνικό χρέος, όταν ισχύσει η νέα ρύθμιση για τις τράπεζες. Το ποσό αυτό υπερβαίνει το φημολογούμενο ποσό των 30 δισ., κατά το οποίο ενδεχομένως να αποκλίνει το ελληνικό δημόσιο χρέος το 2020.
Ο Μπαρόζο θα εξηγήσει σαφώς, σε πολιτικό επίπεδο και χωρίς πολλές λεπτομέρειες ότι λύσεις υπάρχουν και βούληση υπάρχει να εφαρμοστούν και είναι πολιτική επιλογή της Κομισιόν να θέλει να σώσει την Ελλάδα, όμως και η Ελλάδα πρέπει να της δώσει το πάτημα να το κάνει.
Υπάρχουν αρκετοί μεταξύ των εταίρων που θα επιθυμούσαν το κόψιμο του ομφάλιου λώρου με την ελληνική οικονομία. Ακόμα και η Γερμανία για να συνεχίσει να στηρίζει το ελληνικό εγχείρημα θα πρέπει πρώτα να έχει στα χέρια της την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Καλσρούης στις 12 Σεπτεμβρίου. Βλέπει την εικόνα της ως ασφαλής προορισμός κεφαλαιακών επενδύσεων να πλήττεται και δεν έχει αντιμετωπίσει ακόμα ολόκληρο το πρόβλημα της Ισπανίας. Μέσα σε ένα τέτοιο δύσκολο σκηνικό είναι λογικό πως κολπάκια με τους μισθούς κάποιων ειδικών ομάδων του δημοσίου, χάρες σε κλειστές επαγγελματικές τάξεις και ελαφρότητα σε αποκρατικοποιήσεις, συγχωνεύσεις και διαρθρωτικές αλλαγές δε χωράνε. Ο πρόεδρος Μπαρόζο θα αναγνωρίσει τις θυσίες του ελληνικού λαού, θα εξηγήσει τι προτείνει για την ανάπτυξη, αλλά την ελληνική πλευρά την περιμένει πάρα πολύ δουλειά, αυτό αν θέλουμε να γίνει σεβαστή η επιθυμία του ελληνικού λαού να παραμείνει στο ευρώ.