Τη δέσμευσή του ότι το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού θα αναλάβει πρωτοβουλία διαλόγου μεταξύ των ιδιοκτητών των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων και της... ομοσπονδίας των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων για το μισθολογικό καθεστώς των εκπαιδευτικών ανακοίνωσε ο αρμόδιος υφυπουργός Θεόδωρου Παπαθεοδώρου.
Απαντώντας σε Επίκαιρη Ερώτηση της βουλευτού Α’ Πειραιά και υπεύθυνης του Τομέα Παιδείας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΔΗΜΑΡ, Μαρίας Ρεπούση σχετικά με την αυθαίρετη εφαρμογή του Ενιαίου Μισθολογίου (Ν. 4024/2011) στους εκπαιδευτικούς των ιδιωτικών σχολείων, ο κ. Παπαθεοδώρου είπε ότι στόχος του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού είναι η «εξεύρεση λύσης που θα διασφαλίζει τόσο τα δικαιώματα των εργαζομένων όσο και τις ομαλές εργασιακές συνθήκες».
Η βουλευτής της ΔΗΜ.ΑΡ. Μαρία Ρεπούση απευθυνόμενη στον υφυπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Θεόδωρου Παπαθεοδώρου, αναφέρθηκε σε γνωμοδότηση που υπέγραψε ο τέως υπουργός Παιδείας κ. Γιώργος Μπαμπινιώτης και πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στις 4-5-2012, μόλις δύο ημέρες πριν από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου, με την οποία οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί εντάσσονται παράνομα, πριν δηλαδή από τη λήξη της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας τους, στο Ενιαίο Μισθολόγιο.
Το μισθολογικό καθεστώς των ιδιωτικών εκπαιδευτικών καθορίζεται από το άρθρο 36 παρ. 1 του Ν. 682/1977 «Περί ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων», σύμφωνα με το οποίο οι αποδοχές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είναι τουλάχιστον ίσες με αυτές των δημοσίων εκπαιδευτικών, συνιστώντας στην ουσία Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Στη σύμβαση αυτή προστίθενται τα πάσης φύσεως επιδόματα συγκροτώντας έτσι την πάγια ατομική σύμβαση του εργαζόμενου, η οποία δεν μπορεί να ανατραπεί μονομερώς από τον εργοδότη.
Όπως είπε η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ «προκαλεί εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η ένταξη αυτή μέσω της υπογραφής σχετικής γνωμοδότησης από τον τέως Υπουργό Παιδείας κ. Γιώργο Μπαμπινιώτη στις 4-5-2012, δηλαδή λίγο πριν τη λήξη του βίου της Κυβέρνησης Παπαδήμου. Να σημειωθεί ότι ο κ. Μπαμπινιώτης υπέγραψε μόνος του τη συγκεκριμένη γνωμοδότηση χωρίς την συνυπογραφή των αρμόδιων παραγόντων του Υπουργείου, όπως απαιτείται κανονικά. Και αναφέρομαι βεβαίως στην τότε Υφυπουργό, το Γενικό Γραμματέα, τον Ειδικό Γραμματέα, τη Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης και το Τμήμα Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Όλες αυτές οι υπογραφές απαιτούνταν και δεν μπήκαν. »
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης μετά από εντολή της Υπηρεσιακής Υπουργού κ. Κιάου και με τη σύμφωνη γνώμη του τότε Γενικού Γραμματέα εξέδωσε εγκύκλιο, σύμφωνα με την οποία η βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη των ιδιωτικών εκπαιδευτικών παραμένει ως έχει μέχρι να υπάρξει απόφαση του νέου Υπουργού, παγώνοντας έτσι τη γνωμοδότηση».
Αναφερόμενη στο μισθολογικό καθεστώς των εκπαιδευτικών των ιδιωτικών σχολείων εξήγησε ότι «οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τουλάχιστον τις εκάστοτε αποδοχές των αντίστοιχων δημοσίων μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων και σύμφωνα με εγκύκλιο του κ. Κουτρουμάνη δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 4002/2011 περί ένταξης στο ενιαίο βαθμολόγιο».
Πρόσθεσε δε ότι «για να ενταχθούν οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί στο ενιαίο βαθμολόγιο - μισθολόγιο απαιτείται η προηγούμενη ένταξή τους σε βαθμούς και κλιμάκια, πράγμα που δεν έχει γίνει».
Επιπλέον η κ. Ρεπούση ανέδειξε το ζήτημα της απώλειας σημαντικών εσόδων για το δημόσιο από την ένταξη των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο ενιαίο βαθμολόγιο μισθολόγιο, τονίζοντας: «Μιας και κ. υφυπουργέ αναφερθήκατε πριν λίγο στις επιπτώσεις της κρίσης και στα οικονομικά μεγέθη, θα ήθελα να ενημερώσω το Σώμα ότι σύμφωνα με τις μελέτες που έχει διεξάγει το ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ –τις οποίες θα καταθέσω- η εφαρμογή αυτού του νόμου στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς προσφέρει στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων όφελος 31.756.500 ευρώ σε ετήσια βάση, ενώ αντίστοιχα το δημόσιο θα απολέσει περί τα 19.000.000 ευρώ ετησίως εξαιτίας της μείωσης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων».
Ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Θεόδωρου Παπαθεοδώρου, είπε ότι «πρώτιστο και κύριο μέλημα του Υπουργείου Παιδείας είναι η διασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών για την παροχή του κοινωνικού αγαθού της παιδείας τόσο στη δημόσια εκπαίδευση όσο –εκ της εκφοράς της επίκαιρης ερώτησης της κυρίας Βουλευτού- στον ιδιωτικό τομέα».
Συμπλήρωσε δε ότι «επειδή πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο παραπέμπει αφενός στην κατάσταση της ύπαρξης συλλογικής σύμβασης εργασίας βάσει της οποίας υπάρχουν κατόπιν οι ατομικές συμβάσεις των εργαζομένων –πάνω σ’ αυτή στηρίζονται- και υπάρχει και η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, χωρίς όμως οι προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου να έχουν συγκροτήσει τα συμβούλια κατάταξης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών σε βαθμίδες, πιστεύουμε ότι πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για την ομαλή έναρξη της σχολικής χρονιάς και στην ιδιωτική εκπαίδευση το Υπουργείο οφείλει –και θα το κάνει- να αναλάβει πρωτοβουλία διαλόγου μεταξύ των ιδιοκτητών των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων και της ομοσπονδίας των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων με στόχο την εξεύρεση λύσης που θα διασφαλίζει τόσο τα δικαιώματα των εργαζομένων όσο και τις ομαλές εργασιακές συνθήκες. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα κινηθούμε».
Απαντώντας σε Επίκαιρη Ερώτηση της βουλευτού Α’ Πειραιά και υπεύθυνης του Τομέα Παιδείας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΔΗΜΑΡ, Μαρίας Ρεπούση σχετικά με την αυθαίρετη εφαρμογή του Ενιαίου Μισθολογίου (Ν. 4024/2011) στους εκπαιδευτικούς των ιδιωτικών σχολείων, ο κ. Παπαθεοδώρου είπε ότι στόχος του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού είναι η «εξεύρεση λύσης που θα διασφαλίζει τόσο τα δικαιώματα των εργαζομένων όσο και τις ομαλές εργασιακές συνθήκες».
Η βουλευτής της ΔΗΜ.ΑΡ. Μαρία Ρεπούση απευθυνόμενη στον υφυπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Θεόδωρου Παπαθεοδώρου, αναφέρθηκε σε γνωμοδότηση που υπέγραψε ο τέως υπουργός Παιδείας κ. Γιώργος Μπαμπινιώτης και πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στις 4-5-2012, μόλις δύο ημέρες πριν από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου, με την οποία οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί εντάσσονται παράνομα, πριν δηλαδή από τη λήξη της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας τους, στο Ενιαίο Μισθολόγιο.
Το μισθολογικό καθεστώς των ιδιωτικών εκπαιδευτικών καθορίζεται από το άρθρο 36 παρ. 1 του Ν. 682/1977 «Περί ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων», σύμφωνα με το οποίο οι αποδοχές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών είναι τουλάχιστον ίσες με αυτές των δημοσίων εκπαιδευτικών, συνιστώντας στην ουσία Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Στη σύμβαση αυτή προστίθενται τα πάσης φύσεως επιδόματα συγκροτώντας έτσι την πάγια ατομική σύμβαση του εργαζόμενου, η οποία δεν μπορεί να ανατραπεί μονομερώς από τον εργοδότη.
Όπως είπε η βουλευτής της ΔΗΜΑΡ «προκαλεί εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η ένταξη αυτή μέσω της υπογραφής σχετικής γνωμοδότησης από τον τέως Υπουργό Παιδείας κ. Γιώργο Μπαμπινιώτη στις 4-5-2012, δηλαδή λίγο πριν τη λήξη του βίου της Κυβέρνησης Παπαδήμου. Να σημειωθεί ότι ο κ. Μπαμπινιώτης υπέγραψε μόνος του τη συγκεκριμένη γνωμοδότηση χωρίς την συνυπογραφή των αρμόδιων παραγόντων του Υπουργείου, όπως απαιτείται κανονικά. Και αναφέρομαι βεβαίως στην τότε Υφυπουργό, το Γενικό Γραμματέα, τον Ειδικό Γραμματέα, τη Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης και το Τμήμα Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Όλες αυτές οι υπογραφές απαιτούνταν και δεν μπήκαν. »
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης μετά από εντολή της Υπηρεσιακής Υπουργού κ. Κιάου και με τη σύμφωνη γνώμη του τότε Γενικού Γραμματέα εξέδωσε εγκύκλιο, σύμφωνα με την οποία η βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη των ιδιωτικών εκπαιδευτικών παραμένει ως έχει μέχρι να υπάρξει απόφαση του νέου Υπουργού, παγώνοντας έτσι τη γνωμοδότηση».
Αναφερόμενη στο μισθολογικό καθεστώς των εκπαιδευτικών των ιδιωτικών σχολείων εξήγησε ότι «οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τουλάχιστον τις εκάστοτε αποδοχές των αντίστοιχων δημοσίων μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων και σύμφωνα με εγκύκλιο του κ. Κουτρουμάνη δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 4002/2011 περί ένταξης στο ενιαίο βαθμολόγιο».
Πρόσθεσε δε ότι «για να ενταχθούν οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί στο ενιαίο βαθμολόγιο - μισθολόγιο απαιτείται η προηγούμενη ένταξή τους σε βαθμούς και κλιμάκια, πράγμα που δεν έχει γίνει».
Επιπλέον η κ. Ρεπούση ανέδειξε το ζήτημα της απώλειας σημαντικών εσόδων για το δημόσιο από την ένταξη των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο ενιαίο βαθμολόγιο μισθολόγιο, τονίζοντας: «Μιας και κ. υφυπουργέ αναφερθήκατε πριν λίγο στις επιπτώσεις της κρίσης και στα οικονομικά μεγέθη, θα ήθελα να ενημερώσω το Σώμα ότι σύμφωνα με τις μελέτες που έχει διεξάγει το ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ –τις οποίες θα καταθέσω- η εφαρμογή αυτού του νόμου στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς προσφέρει στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων όφελος 31.756.500 ευρώ σε ετήσια βάση, ενώ αντίστοιχα το δημόσιο θα απολέσει περί τα 19.000.000 ευρώ ετησίως εξαιτίας της μείωσης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων».
Ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού Θεόδωρου Παπαθεοδώρου, είπε ότι «πρώτιστο και κύριο μέλημα του Υπουργείου Παιδείας είναι η διασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών για την παροχή του κοινωνικού αγαθού της παιδείας τόσο στη δημόσια εκπαίδευση όσο –εκ της εκφοράς της επίκαιρης ερώτησης της κυρίας Βουλευτού- στον ιδιωτικό τομέα».
Συμπλήρωσε δε ότι «επειδή πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο παραπέμπει αφενός στην κατάσταση της ύπαρξης συλλογικής σύμβασης εργασίας βάσει της οποίας υπάρχουν κατόπιν οι ατομικές συμβάσεις των εργαζομένων –πάνω σ’ αυτή στηρίζονται- και υπάρχει και η γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, χωρίς όμως οι προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου να έχουν συγκροτήσει τα συμβούλια κατάταξης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών σε βαθμίδες, πιστεύουμε ότι πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για την ομαλή έναρξη της σχολικής χρονιάς και στην ιδιωτική εκπαίδευση το Υπουργείο οφείλει –και θα το κάνει- να αναλάβει πρωτοβουλία διαλόγου μεταξύ των ιδιοκτητών των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων και της ομοσπονδίας των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων με στόχο την εξεύρεση λύσης που θα διασφαλίζει τόσο τα δικαιώματα των εργαζομένων όσο και τις ομαλές εργασιακές συνθήκες. Σ’ αυτό το πλαίσιο θα κινηθούμε».