tromaktiko: Η μυσταγωγία του ζεϊμπέκικου...

Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Η μυσταγωγία του ζεϊμπέκικου...



του Σωτήρη Γλυκοφρύδη
... χορός του Έρωτα και του Θανάτου...Επ’ ευκαιρία της παρουσίας μου σε ένα γάμο, στο τραπέζι του οποίου στο τέλος χτύπησαν τα ζεϊμπέκικα, όπου λίγοι άνθρωποι χόρεψαν...
καλά (μεταξύ των οποίων ήταν ο γαμπρός, εύγε, παλικάρι, και ο πεθερός, εύγε και σ’ αυτόν), έχω να σημειώσω τα εξής, απευθυνόμενος κυρίως στις γυναίκες:

1. Κάτσε, μωρή, κάτω (μωρή σημαίνει ανόητη)

Πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε: Το ζεϊμπέκικο είναι χορός για άντρες, όπως το...

τσιφτετέλι είναι χορός για γυναίκες. Το ζεϊμπέκικο είναι χορός του Θανάτου που ξεπροβάλλει μέσα από τον Έρωτα, εκεί που αναμετριέται ο Διγενής στα μαρμαρένια αλώνια. Το τσιφτετέλι αντίστοιχα είναι χορός της ζωής και της αναπαραγωγής, που ξεπροβάλλει μέσα από την πρόκληση του θηλυκού Ερωτοσεξικιστικού στοιχείου. Επομένως, όταν βαρά η γκρανκάσα στο ζεϊμπέκικο, κάτσε γλυκιά μου κάτω και ανέβασε τα οιστρογόνα σου, τι δουλειά έχεις και κατά πόσο σε συμφέρει να κάνεις την αμαζόνα; Λυσσάρα…

2. Σεβασμός στην παραγγελιά

Η παραγγελιά είναι ιερό πράγμα. Εκεί, ο αετός είναι χωρίς φτερά ή πεθαίνει στον αέρα. Εκεί, ο αετός χορεύει το χορό του θανάτου, λαβωμένος στην καρδιά, δεν είναι ο αετός που καθότανε στον ήλιο και λιαζότανε (αν και καμιά φορά μπορεί να συμβεί). Σεβασμός λοιπόν στον αετό, σεβασμός στην ανάμνηση της λαβωματιάς, σεβασμός βρε κανίβαλοι στο μοναχικό ταξιδιώτη της ζωής. Κι εσείς, κανιβάλισσες, καθίστε κάτω, μη του περιορίζετε το ζωτικό του χώρο, χτυπώντας παλαμάκια, γιατί δεν σας βλέπει. Πετάει και είναι καταγής, στριφογυρίζει και χτυπιέται. Σεβασμός στην παραγγελιά, βρεθείτε εκτός πίστας της ζωής του χορευτή, δώστε του ελεύθερο να έχει το χώρο, όλο.

3. Το ζεϊμπέκικο δεν έχει βήματα, έχει ρυθμό και μέθεξη, σε 9/8 φτιαγμένο

Τα 9/8 είναι μαγικός αριθμός, άβατος, που σε παρασέρνει η γκρανκάσα, ο υπόηχος, το μεγάλο πολεμικό ταμπούρλο. Αυτό είναι τα 9/8, πολεμικός γυριστός χορός, όπου η ψυχή θερμαίνεται στην αρρυθμία της καρδιάς της, περιβάλλοντας το σώμα. Ξεκινώντας το χορό, τα χέρια βρίσκονται ψηλά, στον ουρανό, ανακατα-διοδεύοντας τα σύννεφα, ενώ τα πόδια πατούν δυνατά στη γη, χτυπώντας το ένα κάτω, στο παλκοσένικο, στου τάφου το σανίδι, για να σηκωθούνε οι νεκροί. Στροφή, ίακχος και επωδός, με μάτια θολά, μισόκλειστα, όπου η ψυχή πετά αλλά και κυλιέται με τον χάροντα στου τάρταρου τις κατηφόριες σκάλες.

4. Πες μου πώς χορεύει ένας λαός για να σου πω ποια είναι η ψυχή του

Καταντήσαμε να έχουμε μια ψυχή «τεριλέν», δηλαδή νάιλον, με πλήρη εξαθλίωση και φτήνια στο φυτίλι. Πού είσαι βρε Κοεμτζή, να δεις τον επαναστάτη που κάνει τουμπεκί… Πού είσαι βρε φυλακισμένε στο Γεντί Κουλέ, που δεν σου δίνουν χόρτο… Πού είσαι βρε φουκαριάρη στον τεκέ, που αντί να σκύβεις στην πόρτα για να μπεις, μπαίνεις πλέον όρθιος υπό πολύχρωμα λαμπιόνια… Που είσαι στραβοσαϊτάρη Έρωτα που κάποτε έλυες τας φρένας, χωρίς να υπολογίζεις το τι και πώς, ρουφιάνε, ψεύτη, κλέφτη, γητευτή…

5. Το ψυχικό ζεϊμπέκικο το τρώει ο καπιταλισμός, η πλουτοκρατία

Κάποτε στα σκυλάδικα υπήρχε μια μικρή πόρτα οδηγώντας σε μια αίθουσα θαμπή, με πίστα απέναντι, στην κεφαλή της οποίας βρισκόντουσαν τρείς ξύλινες καρέκλες. Του ζεϊμπέκη τραγουδιστή, του πεχλιβανίδη ζεϊμπέκη με τον μπαγλαμά που όσο πιο μικρός ήτανε τόσο είχε αξία, και της «γλάστρας» με το ντέφι και τη δεύτερη φωνή, χτυπώντας μια τα κρόταλα αριστερά πηγαίνοντας τα πόδια δεξιά και τούμπαλιν, όπου όταν ήταν να τραγουδήσει, έβγαζε την τσίχλα που τη μάσαγε σαν κατσίκα και την έβαζε πίσω από το αυτί, δίνοντας και μια στα βυζιά της για να πάνε πάνω. Η αίθουσα μύριζε χασίς. Στην παραζάλη του θανατικού χορού σπάζανε και πιάτα, σημείο κατευόδιου του μοναχικού ψυχοπλακωμένου διονυσιαστή προς τον κάτω κόσμο. Καμιά φορά έφευγαν στην πίστα ολόκληρα τραπέζια, ενώ όταν άρχισαν να χορεύουν οι γυναίκες άρχισαν να καίγονται γραβάτες, σημείο ασυνείδητου συμβολισμού. Στον αντρικό χορό, στο πέταγμα του πιάτου έβλεπες ποιος ήταν ο «ξενέρωτος» (που εδώ σημαίνει ο «ξένος του έρωτος»), και ποιος ο όχι. Το πιάτο, κατά τον γνώστη άντρα και πάντα σεβόμενο το γυναικείο φύλο, έπρεπε να φύγει ανάποδα, με την κοιλιά επάνω, ώστε όταν σπάσει τα γυαλιά να κατευθυνθούν σαν σκούπα προς το πάτωμα για να μην τραυματίσουν πόδια γυναικών και ειδικά της τραγουδιάρας. Όταν άρχισαν να σπάζουν πιάτα ψεύτικα, πήλινα, μισοψημένα, άρχισε να ξεφτιλίζεται ο ζεϊμπέκικος χορός, σα να πηγαίνεις σε κηδεία με ψεύτικα λουλούδια. Ήταν τότε η εποχή που ο κόσμος άρχισε να έχει λεφτά. Από κει και πέρα, τον ψυχικό ζεϊμπέκικο άρχισε να τον αλυσοδένει και να τον τραγανίζει η ευμάρεια, ο καπιταλισμός, αυτό που λένε «το σύστημα», υπό την έννοια της υπερεπάρκειας της ύλης.

Καληνύχτα…

press-gr.blogspot.gr
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!