Όπως έγινε γνωστό, η έφεση κατατέθηκε πριν από τρεις ημέρες στο Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, καθ' υπόδειξη της Εισαγγελίας Εφετών Δωδεκανήσου από τον αρμόδιο εισαγγελέα Πρωτοδικών και με αυτή ζητείται να μην ισχύσει η διαγραφή του χρέους για τη 45χρονη, θέτοντας ερωτήματα για τη «διαχείριση των χρημάτων» αλλά και ζήτημα αντισυνταγματικότητας του νόμου 3689/2010.
Η έφεση προσδιορίστηκε να εξεταστεί στις 22 Νοεμβρίου 2012 και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς η συγκεκριμένη απόφαση αφορά το μεγαλύτερο ποσό χρέους που έχει διαγραφεί με τον εν λόγω νόμο σε ιδιώτη, ενώ παράλληλα τίθεται επί της ουσίας και θέμα για την «νομιμότητα» του. Σύμφωνα με την απόφαση του Ειρηνοδικείου, που λήφθηκε στο τέλος Ιουνίου 2012, από τις 443.000 ευρώ της συνολικής οφειλής, η υπόχρεος καλείται να καταβάλλει μόλις 121.000, έχοντας χρονικό περιθώριο έως τον Ιούλιο του 2014.
Στην πολυσέλιδη έφεση που έχει κατατεθεί, γίνεται εκτενής αναφορά στο ζήτημα της συνταγματικότητας του νόμου, όπου και αναλύονται οι «διαφορές» μεταξύ πτωχευτικής διαδικασίας (που αφορά επιχειρήσεις κ.α.) και της διαδικασίας που ακολουθείται για τους ιδιώτες βάσει του νέου αυτού νόμου, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως παρά τα όσα αναφέρονται «στο νόμο- αιτιολογική έκθεση στη προκειμένη περίπτωση προστατεύονται οι οφειλέτες, έναντι των τραπεζών που ασκούσαν επιθετική πολιτική, αλλά δεν προστατεύονται καθόλου οι πιστώτριες τράπεζες, αφού κατά την απόφαση του Ειρηνοδικείου το ποσό που θα καταβάλλει κάθε μήνα η 45χρονη είναι πολύ μικρό». Ως εκ τούτου -συνεχίζεται η επιχειρηματολογία στην έφεση- «η έλλειψη προστασίας των πιστωτριών τραπεζών τις εκθέτει στην ανάγκη κεφαλαιοποίησης μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης.
Αυτό οδηγεί στο ότι η Ελλάδα αναλαμβάνει μεγαλύτερες ανάγκες πιστώσεων, μεγαλύτερα χρέη τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι, υφιστάμενοι τα μέτρα που προτείνει- επιβάλλει η Τριμελής (ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ), είτε με την αύξηση των φορολογικών τους βαρών, είτε με την οριζόντια μείωση μισθών και συντάξεων κα. Δηλαδή τη ρύθμιση των χρεών της 45χρονης (εφεσίβλητης) κατά τον νόμο 3689/2010 θα πληρώσουν (εκτός της ίδιας, η οποία βέβαια θα έχει τύχει της ρύθμισης) και οι πολίτες που δεν προκάλεσαν τέτοιες οφειλές από πιστωτικές κάρτες και δάνεια».
Η έφεση προσδιορίστηκε να εξεταστεί στις 22 Νοεμβρίου 2012 και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς η συγκεκριμένη απόφαση αφορά το μεγαλύτερο ποσό χρέους που έχει διαγραφεί με τον εν λόγω νόμο σε ιδιώτη, ενώ παράλληλα τίθεται επί της ουσίας και θέμα για την «νομιμότητα» του. Σύμφωνα με την απόφαση του Ειρηνοδικείου, που λήφθηκε στο τέλος Ιουνίου 2012, από τις 443.000 ευρώ της συνολικής οφειλής, η υπόχρεος καλείται να καταβάλλει μόλις 121.000, έχοντας χρονικό περιθώριο έως τον Ιούλιο του 2014.
Στην πολυσέλιδη έφεση που έχει κατατεθεί, γίνεται εκτενής αναφορά στο ζήτημα της συνταγματικότητας του νόμου, όπου και αναλύονται οι «διαφορές» μεταξύ πτωχευτικής διαδικασίας (που αφορά επιχειρήσεις κ.α.) και της διαδικασίας που ακολουθείται για τους ιδιώτες βάσει του νέου αυτού νόμου, τονίζοντας μεταξύ άλλων πως παρά τα όσα αναφέρονται «στο νόμο- αιτιολογική έκθεση στη προκειμένη περίπτωση προστατεύονται οι οφειλέτες, έναντι των τραπεζών που ασκούσαν επιθετική πολιτική, αλλά δεν προστατεύονται καθόλου οι πιστώτριες τράπεζες, αφού κατά την απόφαση του Ειρηνοδικείου το ποσό που θα καταβάλλει κάθε μήνα η 45χρονη είναι πολύ μικρό». Ως εκ τούτου -συνεχίζεται η επιχειρηματολογία στην έφεση- «η έλλειψη προστασίας των πιστωτριών τραπεζών τις εκθέτει στην ανάγκη κεφαλαιοποίησης μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης.
Αυτό οδηγεί στο ότι η Ελλάδα αναλαμβάνει μεγαλύτερες ανάγκες πιστώσεων, μεγαλύτερα χρέη τα οποία θα κληθούν να πληρώσουν οι φορολογούμενοι, υφιστάμενοι τα μέτρα που προτείνει- επιβάλλει η Τριμελής (ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ), είτε με την αύξηση των φορολογικών τους βαρών, είτε με την οριζόντια μείωση μισθών και συντάξεων κα. Δηλαδή τη ρύθμιση των χρεών της 45χρονης (εφεσίβλητης) κατά τον νόμο 3689/2010 θα πληρώσουν (εκτός της ίδιας, η οποία βέβαια θα έχει τύχει της ρύθμισης) και οι πολίτες που δεν προκάλεσαν τέτοιες οφειλές από πιστωτικές κάρτες και δάνεια».
Σύμφωνα με τα όσα τονίζονται στην ίδια έφεση, «ο νόμος προσβάλλει επίσης και το «κοινωνικό κράτος δικαίου» για να εστιάσει στο ότι ο νόμος είναι καλός διότι φροντίζει για τον πολίτη, όμως αυτό είναι ψευδεπίγραφο», ενώ παράλληλα θέτει και το ζήτημα του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας του νόμου. Αξίζει να σημειωθεί πως εκτός από τα νομικά και πραγματικά επιχειρήματα για την αντισυνταγματικότητα του νόμου, στην ίδια έφεση τίθενται ερωτήματα αναφορικά με τον προγραμματισμό και τη διαχείριση των χρημάτων που εισπράχτηκαν από δάνεια και κάρτες από την 45χρονη.
thestival.gr