προσκήνιο μπαίνουν δυναμικά οι προβληματισμοί για την επόμενη μέρα.
Το... άλμα εις ύψος που πραγματοποίησε ο χώρος και το εκλογικό ποσοστό του 27% δεν θεωρείται κατοχυρωμένο εσαεί, αλλά αναγνωρίζεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ότι απαιτεί δουλειά για την παγίωσή του, ώστε να μπορεί να θεωρείται βάση εκκίνησης για την περαιτέρω ενίσχυσή του στο μέλλον, δεδομένου ότι πλέον το βλέμμα του είναι στραμμένο στην εξουσία. Όπως έχει διαφανεί μέχρι στιγμής, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί κομβικά στοιχεία για το επόμενο βήμα:
♦ Την οργανωτική και πολιτική του ανασυγκρότηση με βασικό στόχο, μεταξύ άλλων, την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη δικτύωση και οικοδόμηση δεσμών με το πολλαπλάσιο πια κοινωνικό του ακροατήριο και άρα τη διεύρυνση της κομματικής του βάσης – διά της ένταξης νέων μελών - και τη σταθεροποίηση της κοινωνικής βάσης που τον παρακολουθεί και τον στηρίζει.
♦ Την εμπέδωση και άσκηση μιας διαφορετικής αντίληψης περί αξιωματικής αντιπολίτευσης εντός κι εκτός Βουλής, η οποία θα εκφράζει τον κόσμο που μαζικά τον ψήφισε και θα διαμορφώνει το έδαφος για την «εναλλακτική διακυβέρνηση» της χώρας.
Όσον αφορά το πρώτο στοιχείο, αυτό αντανακλάται στη συζήτηση για την ενοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο πολιτικό φορέα, η οποία μόλις άρχισε το περασμένο Σαββατοκύριακο, με την Πανελλαδική Συντονιστική Επιτροπή να υιοθετεί καταρχήν ένα χρονοδιάγραμμα δύο σταδίων με ορίζοντα την άνοιξη, οπότε οι όποιες διαδικασίες θα αποκρυσταλλωθούν με συνέδριο του ενιαίου πια κόμματος.
Οι προβληματισμοί για το πώς θα γίνει αυτό δεν έλειψαν στις εργασίες του Σαββατοκύριακου, ειδικά όσον αφορά το ζήτημα της αυτοδιάλυσης ή μη (με άμεσο ή έμμεσο τρόπο) των συνιστωσών. Ως επί το πλείστον φαίνεται πάντως να υπάρχει συναίνεση στο σκεπτικό της εισήγησης για τη συγκρότηση ενιαίων οργάνων και η σκέψη για το αν θα υπάρχει παράλληλη λειτουργία των συνιστωσών ή όχι, πέρα από το μεταβατικό στάδιο, θα κατασταλάξει προσεχώς.
Στο μεταξύ σε αναζήτηση για το στίγμα της αντιπολιτευτικής τακτικής βρίσκεται η Κοινοβουλευτική Ομάδα, η οποία θα διαθέτει τρεις κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους, τους Παναγιώτη Λαφαζάνη, Δημήτρη Παπαδημούλη και Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Αυτό που τα στελέχη παρατηρούν είναι ότι η δουλειά της Κ.Ο. πρέπει αφενός να αντιστοιχεί στα δεδομένα ενός κόμματος του 27%, το οποίο ετοιμάζεται σε επόμενη φάση να κυβερνήσει, αφετέρου να συνδυάζεται με τη δουλειά στο κόμμα και να έχει συστηματική σύνδεση με τους κοινωνικούς φορείς.
Η βασική δέσμευση άλλωστε είναι αυτή της «μαχητικής» και «υπεύθυνης» αντιπολίτευσης εντός κι εκτός Βουλής, που σημαίνει και παρουσία στους κοινωνικούς χώρους και τα κινήματα, αλλά και αντιπαράθεση με βάση τα προγραμματικά στοιχεία της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ
Στον «Economist»
Η δε εκτός Βουλής αντιπολίτευση, κατά τα φαινόμενα, δεν περνά μόνο μέσα από τα κινήματα, αλλά και από τα κατά καιρούς βήματα θεσμών της αγοράς, όπως το συνέδριο του «Economist».
Στα ποικίλα σχόλια για την παρουσία ενός αριστερού πολιτικού σε μια τέτοια διοργάνωση η Κουμουνδούρου παρατηρεί ότι προσέρχεται για να αναδείξει πρωτογενώς τις θέσεις της προσπαθώντας να πείσει γι’ αυτές.
Όπως σημειώνει ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Π. Σκουρλέτης, ο χώρος «συνομιλεί» και «με ανθρώπους με τους οποίους έχουμε διαφορετικά προγράμματα και διαφορετικές κοσμοθεωρίες». Εκεί, προσθέτει, «θα πούμε τις απόψεις μας για την οικονομική κρίση, για την οικονομία, για τις δυνατότητες της Ελλάδας που μπορεί να προκύψουν εάν απαλλαγεί από την πολιτική του μνημονίου».
Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να επιζητεί την απευθείας έκφραση των θέσεών του προς την «απέναντι» πλευρά, αλλά και τους εκλογείς, προσπαθώντας ενδεχομένως να προλάβει έναν δεύτερο γύρο ανελέητου επικοινωνιακού πολέμου εναντίον του στο κατώφλι της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι, όταν επιτρέπεις να διαχέονται οι θέσεις σου διαστρεβλωμένες από τους συνήθεις «καλοθελητές», το μόνο που μπορείς να περιμένεις είναι οι απίστευτες -και συχνά απλώς βλακώδεις ή ανοιχτά συκοφαντικές - επιθέσεις που παρατηρήθηκαν κατά την περίοδο πριν από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου.
Στην ομιλία του στο εν λόγω συνέδριο ο Αλέξης Τσίπρας, με την ιδιότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έδωσε μια πρόγευση των προγραμματικών δηλώσεων, αλλά και γενικότερα της αντιπολιτευτικής γραμμής που θα ακολουθήσει το σχήμα το επόμενο διάστημα.
Σύμφωνα με αυτή τη γραμμή, η συγκυβέρνηση υπό τον Σαμαρά:
1 Επιδεικνύει παντελή έλλειψη πολιτικής βούλησης αλλά και ικανοτήτων να διαπραγματευτεί στο ευρωπαϊκό επίπεδο υπέρ των συμφερόντων της χώρας οικοδομώντας τις κατάλληλες συμμαχίες, όπως με τους Μόντι και Ραχόι. Απεναντίας σπεύδουν να συνταχθούν με την πιο σκληρή γραμμή του Βορρά, που εκπροσωπείται από τη Μέρκελ και τους... συνοδοιπόρους της, και, επομένως, σπεύδουν να εξασφαλίσουν τη συνέχιση εφαρμογής του μνημονίου ως έχει.
2 Έχει καταστήσει τη χώρα παρία της ευρωζώνης στέλνοντας «το πρώτο ευδιάκριτο σήμα της μη διαπραγμάτευσης προς τους δανειστές» πριν καλά - καλά αναλάβουν κυβερνητικά καθήκοντα στην Ελλάδα και «συνυπέγραψε μία ακόμη προσπάθεια απομόνωσης της Ελλάδας ως συστημικού κινδύνου για το σύνολο της ευρωζώνης».
Μάλιστα ο Τσίπρας, και στη βάση της εκτίμησης του κόμματος ότι η απόφαση της συνόδου είχε θετικές πτυχές, των οποίων πρέπει να επωφεληθεί και η Ελλάδα, εξέφρασε τη θέση ότι «η εξαίρεση της Ελλάδας από τις δημοσιονομικές ευχέρειες που αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Παρασκευής υπονομεύει την ισοτιμία της συμμετοχής της στην ευρωζώνη».
Υπ’ αυτό το σκεπτικό κάλεσε την κυβέρνηση να μην προχωρήσει σε συζητήσεις με την τρόικα «πριν διασφαλιστεί ρητά και για τη χώρα μας το κεκτημένο της 29ης Ιουνίου».
3 Προβάλλει την επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής ως πανάκεια τη στιγμή που, κατά τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, «δεν αποτελεί λύση, στον βαθμό που η προσαρμογή συνεχίζει να βασίζεται σε προγράμματα σκληρής λιτότητας».
Με την επιμήκυνση, υπογράμμισε ο Τσίπρας, «θα προστεθεί δανεισμός σε υπερχρεωμένη χώρα, η οποία ήδη εξαιρείται από τη δυνατότητα απευθείας ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματός της από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας».
Εγκαταλείψτε το μνημόνιο
Στο μοτίβο της προεκλογικής του ρητορικής ο Τσίπρας κατέθεσε και στο συνέδριο του «Economist» την εκτίμηση ότι το μνημόνιο, αν δεν εγκαταλειφθεί άμεσα, «θα οδηγήσει τελικά τη χώρα στην εξώθηση, στην οικειοθελή αποχώρηση από την ευρωζώνη», τη μόνη, όπως είπε, «θεσμική δυνατότητα που υφίσταται για την έξοδο κράτους - μέλους από το ενιαίο νόμισμα» (απαντώντας με αυτόν τον τρόπο στα «σενάρια» που θέλουν τους Γερμανούς να προετοιμάζονται).
Τέλος, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έστρεψε τα βέλη όχι μόνο στην κυβέρνηση, καταλογίζοντάς της πρόθεση να συνεχίσει στην ίδια μνημονιακή κατεύθυνση, αλλά και προς την τρόικα, η οποία συνέταξε και επέβαλε το μνημόνιο, το οποίο ο ίδιος από το βήμα του συνεδρίου χαρακτήρισε «οικονομικό πρόγραμμα με μετέωρο θεωρητικό υπόβαθρο, εκτός ελληνικής πραγματικότητας σχεδιασμό και αποτυχημένη διαχείριση».
Εν ολίγοις εστιάζει την κριτική του στο γεγονός ότι το μνημόνιο αντιμετωπίζει ιδεοληπτικά το δημοσιονομικό ζήτημα και τα διαρθρωτικά προβλήματα επιβάλλοντας μονόπλευρα μείωση των δημοσίων δαπανών αντί να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη, προκαλώντας έτσι την «πιο βαθιά αυτοτροφοδοτούμενη ύφεση στην Ιστορία της χώρας».
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον Τσίπρα, το μνημόνιο απέτυχε γιατί στόχευσε «στην πρόχειρη και επιφανειακή μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και όχι στη βιώσιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των χρόνιων στρεβλώσεων και υστερήσεων που προκάλεσαν την κρίση»...
Οι «υπουργοί» της σκιώδους κυβέρνησης
Την Τρίτη το απόγευμα δόθηκε στη δημοσιότητα η «σκιώδης κυβέρνηση» του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή οι επικεφαλής των επιτροπών κυβερνητικού ελέγχου, η οποία έχει ως εξής:
♦ Ευκλείδης Τσακαλώτος για θέματα Οικονομίας.
♦ Δημήτρης Στρατούλης για θέματα Εργασίας.
♦ Γιώργος Σταθάκης για θέματα Ανάπτυξης και Υποδομών.
♦ Ανδρέας Ξανθός για θέματα Υγείας.
♦ Σοφία Σακοράφα για θέματα του υπουργείου Εσωτερικών.
♦ Ρένα Δούρου για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής.
♦ Αλέξης Μητρόπουλος για θέματα Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
♦ Ζωή Κωνσταντοπούλου για θέματα Δικαιοσύνης.
♦ Θοδωρής Δρίτσας για θέματα Άμυνας και Ναυτιλίας.
♦ Τάσος Κουράκης και Θεανώ Φωτίου για θέματα Παιδείας.
♦ Βαγγέλης Αποστόλου για θέματα Αγροτικής Ανάπτυξης.
♦ Ηρώ Διώτη για θέματα Περιβάλλοντος.
♦ Θανάσης Πετράκος για θέματα Ενέργειας.
♦ Μιχάλης Κριτσωτάκης για θέματα Τουρισμού.
♦ Δημήτρης Τσουκαλάς για θέματα αρμοδιότητας του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
♦ Λίτσα Αμμανατίδου - Πασχαλίδου για θέματα αρμοδιότητας του υπουργείου Μακεδονίας - Θράκης.
Συγκροτήθηκε ακόμη Επιτροπή Παρακολούθησης του Μνημονίου και των Νομοθετικών Πρωτοβουλιών, η οποία αποτελείται από τους Αλέξη Μητρόπουλο (επικεφαλής), Δημήτρη Στρατούλη, Ζωή Κωνσταντοπούλου και Γιάννη Δραγασάκη.
Επιπλέον οι τρεις κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ ορίστηκε να παρακολουθούν συγκεκριμένους τομείς εργασίας ως εξής: Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης θέματα Οικονομίας, Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, ο Δημήτρης Παπαδημούλης θέματα Εμπορίου, Παραγωγής, Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων και ο Παναγιώτης Κουρουμπλής θέματα Κοινωνικών και Μορφωτικών Υποθέσεων.