Την καθοριστική διαφορά ως προς τις άλλες χώρες της ευρωζώνης εντοπίζει ο γερμανός οικονομολόγος, στην ισχυρή γερμανική βιομηχανία. Το μερίδιο της βιομηχανίας στο σύνολο της γερμανικής οικονομίας έχει διατηρηθεί εδώ και χρόνια στο 20%, τη στιγμή που στη Γαλλία δεν υπερβαίνει το 12%. Και ενώ η γερμανική παραγωγικότητα αυξάνεται διαρκώς, μειώνεται με γοργούς ρυθμούς η ανταγωνιστικότητα της ιταλικής βιομηχανίας, εξαιτίας κυρίως της αύξησης του κόστους εργασίας. Και όπως υπογραμμίζει ο Μάνφρεντ Νόιμαν που δίδαξε νομισματική πολιτική στο πανεπιστήμιο της Βόννης: «Εάν συνεχίσουμε έτσι, το δικό μας νόμισμα θα χρειάζεται ανατίμηση και τα άλλα νομίσματα θα είναι εκτεθειμένα στις πιέσεις της υποτίμησης».
Τις απόψεις του γερμανού οικονομολόγου συμμερίζονται και πολλοί αμερικανοί συνάδελφοί του, όπως ο Κλάιντ Πρέστοβιτς, ο οποίος υποστηρίζει ότι το πρόβλημα της ευρωζώνης δεν είναι το χρέος και οι οικονομικές αδυναμίες των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά η αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα της γερμανικής οικονομίας. Το γεγονός ότι η πολιτική διάσωσης των υπερχρεωμένων χωρών έχει αποτύχει οφείλεται στην πλάνη ότι οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης θα μπορούσαν μέσω των προγραμμάτων λιτότητας να γίνουν «πιο γερμανικές», εκτιμά ο αμερικανός καθηγητής.