Χθες το απόγευμα, ξέσπασε μια μεγάλη φωτιά στο Νέο Βουτζά που έφτασε στα 500 μέτρα το σπίτι μου. Μέσα σε μια πραγματικά δύσκολη κατάσταση είχα την ευκαιρία να κάνω κάποιες διαπιστώσεις, οι οποίες δείχνουν πως ευτυχώς υπάρχει και η άλλη όψη της χαρωπής αμεριμνησίας, για την οποία έγραψα χθες με αφορμή τη νεολαία που ξεσαλώνει στα καλοκαιρινά μπαρ.
Είναι η όψη της σοβαρότητας, της ευθύνης, της συλλογικότητας. Θετικά χαρακτηριστικά που επιβεβαιώθηκαν καθώς οι φλόγες απειλούσαν σπίτια και περιουσίες. Πρώτα απ’ όλα οφείλω να επισημάνω την άμεση κινητοποίηση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Δεν ξέρω τι θα κάνει τελικά η κυβέρνηση με τα ειδικά μισθολόγια, η αλήθεια όμως είναι μία: Οι πυροσβέστες δουλεύουν σκληρά και φιλότιμα. Ήρθαν εγκαίρως, έπεσαν στη μάχη με τις φλόγες και την ίδια στιγμή γινόταν μια εξίσου συντονισμένη επιχείρηση από αέρος με πυροσβεστικά ελικόπτερα.
Κι όλα αυτά όταν ξεσπούν εκατοντάδες πυρκαγιές σε ολόκληρη τη χώρα, με αντίξοες καιρικές συνθήκες και πολύ συχνά σε εξαιρετικά δυσπρόσιτες περιοχές. Το έργο λοιπόν της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας είναι πραγματικά τιτάνιο και νομίζω ότι δεν έχει τύχει της αναγνώρισης που αξίζει. Δίνει πραγματικά δύσκολες μάχες και τις κερδίζει με τις μικρότερες δυνατές απώλειες για το περιβάλλον και τις περιουσίες των κατοίκων. Κάτι που συνέβη και χθες στο Νέο Βουτζά.
Εξαιρετικά θετική ήταν και η συμβολή του Δήμου Νέας Μάκρης. Κινητοποίησε εξίσου γρήγορα προσωπικά και μέσα για να βοηθήσει τους πυροσβέστες στο δύσκολο έργο τους. Οφείλω κι εδώ να ομολογήσω πως η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα των ενεργειών του Δήμου, δεν θύμιζαν σε τίποτα την εικόνα που έχουμε όλοι για το ελληνικό δημόσιο.
Εντυπωσιακή ήταν επίσης και η συμμετοχή των κατοίκων σε αυτή την προσπάθεια. Οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας πήραν μάνικες και τσουγκράνες ενώ βοηθούσαν όποιον είχε κάποιο πρόβλημα. Επιστέφοντας εσπευσμένα από τη δουλειά βρήκα τους γείτονές μου να καταβρέχουν τους τοίχους και τα δέντρα του δικού μου σπιτιού. Ήταν η απόδειξη πως η συλλογικότητα, παραμένει ζωντανή σε αυτό τον τόπο. Κι αυτό δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Οφείλω και σε αυτούς ένα μεγάλο ευχαριστώ.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού, έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Προσωπικά ειχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω και θεώρησα πως αυτή την εμπειρία όφειλα να τη μεταφέρω. Τόσο ως ηθική υποχρέωση απέναντι σε ανθρώπους που έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν όσο και σαν ένα ενθαρρυντικό μήνυμα πως ακόμη υπάρχουν υγιή ανακλαστικά στην κοινωνία κι αυτό δίνει ελπίδα.
ΥΓ: Ανάμεσα σε αυτούς που έσπευσαν να δώσουν μάχη με τις φλόγες ήταν και πολλοί νέοι άνθρωποι, από 17 ως 25 χρόνων. Και το έκαναν με όλη τους την καρδιά. Το σημειώνω ως αντίστιξη στο χθεσινό μου άρθρο, διότι το καλό πρέπει να λέγεται.
Είναι η όψη της σοβαρότητας, της ευθύνης, της συλλογικότητας. Θετικά χαρακτηριστικά που επιβεβαιώθηκαν καθώς οι φλόγες απειλούσαν σπίτια και περιουσίες. Πρώτα απ’ όλα οφείλω να επισημάνω την άμεση κινητοποίηση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας. Δεν ξέρω τι θα κάνει τελικά η κυβέρνηση με τα ειδικά μισθολόγια, η αλήθεια όμως είναι μία: Οι πυροσβέστες δουλεύουν σκληρά και φιλότιμα. Ήρθαν εγκαίρως, έπεσαν στη μάχη με τις φλόγες και την ίδια στιγμή γινόταν μια εξίσου συντονισμένη επιχείρηση από αέρος με πυροσβεστικά ελικόπτερα.
Κι όλα αυτά όταν ξεσπούν εκατοντάδες πυρκαγιές σε ολόκληρη τη χώρα, με αντίξοες καιρικές συνθήκες και πολύ συχνά σε εξαιρετικά δυσπρόσιτες περιοχές. Το έργο λοιπόν της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας είναι πραγματικά τιτάνιο και νομίζω ότι δεν έχει τύχει της αναγνώρισης που αξίζει. Δίνει πραγματικά δύσκολες μάχες και τις κερδίζει με τις μικρότερες δυνατές απώλειες για το περιβάλλον και τις περιουσίες των κατοίκων. Κάτι που συνέβη και χθες στο Νέο Βουτζά.
Εξαιρετικά θετική ήταν και η συμβολή του Δήμου Νέας Μάκρης. Κινητοποίησε εξίσου γρήγορα προσωπικά και μέσα για να βοηθήσει τους πυροσβέστες στο δύσκολο έργο τους. Οφείλω κι εδώ να ομολογήσω πως η ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα των ενεργειών του Δήμου, δεν θύμιζαν σε τίποτα την εικόνα που έχουμε όλοι για το ελληνικό δημόσιο.
Εντυπωσιακή ήταν επίσης και η συμμετοχή των κατοίκων σε αυτή την προσπάθεια. Οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας πήραν μάνικες και τσουγκράνες ενώ βοηθούσαν όποιον είχε κάποιο πρόβλημα. Επιστέφοντας εσπευσμένα από τη δουλειά βρήκα τους γείτονές μου να καταβρέχουν τους τοίχους και τα δέντρα του δικού μου σπιτιού. Ήταν η απόδειξη πως η συλλογικότητα, παραμένει ζωντανή σε αυτό τον τόπο. Κι αυτό δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Οφείλω και σε αυτούς ένα μεγάλο ευχαριστώ.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού, έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Προσωπικά ειχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω και θεώρησα πως αυτή την εμπειρία όφειλα να τη μεταφέρω. Τόσο ως ηθική υποχρέωση απέναντι σε ανθρώπους που έκαναν το καλύτερο που μπορούσαν όσο και σαν ένα ενθαρρυντικό μήνυμα πως ακόμη υπάρχουν υγιή ανακλαστικά στην κοινωνία κι αυτό δίνει ελπίδα.
ΥΓ: Ανάμεσα σε αυτούς που έσπευσαν να δώσουν μάχη με τις φλόγες ήταν και πολλοί νέοι άνθρωποι, από 17 ως 25 χρόνων. Και το έκαναν με όλη τους την καρδιά. Το σημειώνω ως αντίστιξη στο χθεσινό μου άρθρο, διότι το καλό πρέπει να λέγεται.