tromaktiko: Εργασίες διάσωσης και αναγνώρισης του ναυαγισμένου πλοίου

Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

Εργασίες διάσωσης και αναγνώρισης του ναυαγισμένου πλοίου



Το πλοίο του 16ου αιώνα που έπεσε πάνω σε ύφαλο και ναυάγησε μόλις δύο χιλιόμετρα έξω από το λιμάνι της Ζακύνθου, δεν ήταν τυχαίο. Συμμετείχε πιθανότατα στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, μία από τις σημαντικότερες στην παγκόσμια ιστορία, είναι δε το μοναδικό ναυάγιο της εποχής της ισπανικής θαλασσοκρατίας του Φιλίππου του Β΄ που έχει εντοπιστεί στον ελληνικό χώρο και από τα ελάχιστα στη Μεσόγειο.

Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, το ναυάγιο, που διατηρείται σε σημαντικό βαθμό, εντοπίστηκε τη δεκαετία του '80 από ντόπιους ψαροντουφεκάδες μετά από εργασίες εκβραχισμού του υφάλου όταν εξουδετερώθηκαν οι βόμβες βυθού του Β' Παγκοσμίου πολέμου. Ερευνήθηκε τη δεκαετία του ΄90 από τη διευθύντρια -τότε- της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Αικατερίνη Δελαπόρτα, σε συνεργασία αρχικά και με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το 2000 ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση της ανασκαφής του. Υπήρχε ωστόσο ένα σημαντικό πρόβλημα: Η διατήρησή του.

Μετά την ανέλκυσή του από τον πυθμένα της θάλασσας κι ενώ βρισκόταν μέσα στο νερό, ένα είδος σκουληκιού άρχιζε το καταστροφικό του έργο. Τρύπωνε στο ξύλο και το διέλυε. Γι' αυτό το 2000, όταν ολοκληρώθηκαν τα δύο τρίτα της ανασκαφής του, αποφασίστηκε να τεθεί σε εφαρμογή ένα καινοτόμο πείραμα που είχε ξεκινήσει εργαστηριακά, πριν από λίγα χρόνια, το ΤΕΙ Αθηνών και το οποίο στη συνέχεια εξελίχθηκε σε παγκόσμια πρωτιά. Η μέθοδος αφορούσε στην κάλυψη του σκελετού του πλοίου με γεωΰφασμα ώστε να διαπιστωθεί μετά από χρόνια αν η λύση αυτή μπορεί να προστατεύσει την ξυλεία του σωζόμενου σκαριού, συνεπώς και άλλων ναυαγίων.

Σημειώνεται, ότι τον Απρίλιο του 2012, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έδωσε το "πράσινο φως" στο πρόγραμμα για τη «Διάσωση ξύλινων ναυαγίων στο μεσογειακό θαλάσσιο οικοσύστημα: Ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων για την κατά χώραν προστασία τους», που υλοποιείται από το ΤΕΙ Αθηνών, σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών και το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος «Θαλής». Ο στόχος του είναι διπλός: Να αξιολογηθεί κατά πόσο η χρήση των γεωϋφασμάτων λειτούργησε προστατευτικά στο ναυάγιο της Ζακύνθου και να εφαρμοστεί η ίδια μέθοδος στο ναυάγιο του 13ου αιώνα που βρίσκεται έξω από το λιμάνι της Ρόδου.

Όπως δήλωσε η κ. Δελαπόρτα -διευθύντρια σήμερα της 2ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων- στην πρόσφατη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, όπου συζητήθηκε το αίτημα χορήγησης άδειας για τη συνέχιση της ανασκαφής του ναυαγίου υπό τη διεύθυνσή της, έχει πλέον περάσει ένα ικανό διάστημα ώστε το πείραμα να μπορεί να αξιολογηθεί. Εξάλλου, για να προχωρήσει το ενταγμένο στο ΕΣΠΑ πρόγραμμα χρειάζεται να γίνει η υποβρύχια έρευνα.

«Πρέπει να συνεχιστεί η ανασκαφή για να συμπληρωθεί η αρχιτεκτονική αποτύπωση του πλοίου. Να εντοπιστεί η πρύμνη και η πλώρη και να ολοκληρωθεί όλη η εικόνα του», τόνισε η κ. Δελαπόρτα. Εκτός από το προστατευμένο με γεωΰφασμα τμήμα, το υπόλοιπο πλοίο βρίσκεται κάτω από τον πυθμένα. Όσον αφορά τον τύπο του σκάφους, δεν έχει γίνει σαφές αν πρόκειται για γαλέρα. Σύμφωνα με την αρχαιολόγο, ο 16ος αιώνας είναι μια μεταβατική περίοδος στη ναυπηγική της Μεσογείου.

«Δεν μπορούμε να πούμε με ασφάλεια αν πρόκειται για γαλέρα, αν και εγώ προσωπικά πιστεύω ότι δεν είναι. Ούτε αν πρόκειται για ισπανικό η βενετσιάνικο πλοίο. Πρέπει να μελετήσουμε και τα υπόλοιπα ναυπηγικά στοιχεία του», τόνισε.
Το μήκος του πλοίου ήταν περίπου 20 μέτρα. Από την πρώτη φάση των ερευνών, είναι γνωστό ότι η βόρεια πλευρά του πλοίου προσέκρουσε σε ύφαλο και στη συνέχεια κάηκε. Έχουν βρεθεί τα σημεία ενδιαίτησης του πληρώματος και του κυβερνήτη, καθώς και αρκετά κινητά ευρήματα, αν και τα πολυτιμότερα θα πρέπει να αφαιρέθηκαν την εποχή του ναυαγίου. Σύμφωνα με την ανασκαφέα, κανόνια του πλοίου έχουν αναγνωριστεί σε δέστρες του λιμανιού, καθώς και στο Κάστρο της Ζακύνθου.

Από το ναυάγιο έχουν ανελκυστεί 200 ασημένια νομίσματα που κόπηκαν την εποχή του Φιλίππου Β΄, με το παλαιότερο να χρονολογείται στο 1580, μια περόνη από χρυσό κόσμημα, μια πίπα ολλανδικής κατασκευής με σφραγίδα από λευκή πορσελάνη, λίθινες μπάλες κανονιού, αρκετά ακέραια αγγεία, μαγειρικά αντικείμενα και πολλά… φουντούκια. Το αναπάντεχο εύρημα, που διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση και συντηρείται σήμερα στα εργαστήρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, ανήκει σε είδος που την εποχή εκείνη υπήρχε μόνο στην Κασταμονή και στο Άγιον Όρος. Μάλιστα, κάποια από τα φουντούκια, που η χρονολόγησή τους συμπίπτει με εκείνη του ξύλου ναυπήγησης, σώζουν τις δαγκωματιές που έχουν υποστεί από ποντίκια και άλλα ζώα.
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!