tromaktiko: Πώς μπορούμε να ζεσταθούμε το φετινό χειμώνα

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012

Πώς μπορούμε να ζεσταθούμε το φετινό χειμώνα



Ιδιαίτερα «βαρύς» αναμένεται να είναι ο φετινός χειμώνας, όχι τόσο από άποψη χαμηλών θερμοκρασιών, αλλά κυρίως λόγω φανερής αδυναμίας χιλιάδων νοικοκυριών στην Ελλάδα να ανταποκριθούν φέτος στα έξοδα θέρμανσης.
Η δύσκολη οικονομική συγκυρία, που μείωσε δραματικά το οικογενειακό εισόδημα, έχει ήδη από τα προηγούμενα χρόνια οδηγήσει πολλούς καταναλωτές στην αναζήτηση άλλων τρόπων θέρμανσης, πέραν του πετρελαίου. Φέτος, αυτή η τάση αναμένεται να γενικευτεί, λόγω της εξίσωσης από τις 15 Οκτωβρίου των τιμών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης, κίνηση που εκτιμάται ότι θα τινάξει στον «αέρα» τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ετσι, αν μια οικογένεια που διαμένει στη Βόρεια Ελλάδα πέρυσι κατέβαλε περί τα 2.500 ευρώ για 2.500 λίτρα πετρελαίου θέρμανσης, φέτος θα χρειαστεί να πληρώσει άλλα 1.500 ευρώ επιπλέον, δηλαδή 4.000 ευρώ, για την ίδια ποσότητα.

Μηχανικοί αλλά και άνθρωποι της αγοράς τονίζουν ότι ανεξάρτητα από τη μέθοδο που τελικά θα επιλέξουν οι καταναλωτές, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο παίζει η σωστή θερμομόνωση του σπιτιού. Οπως επισημαίνουν, η έρευνα πρέπει σε κάθε περίπτωση να γίνει προσεκτικά, αφού πέρα από το καθεαυτό κόστος της θέρμανσης, θα πρέπει να συνεκτιμηθούν και άλλοι παράγοντες, όπως το κόστος εγκατάστασης της κάθε μεθόδου αλλά και το κόστος συντήρησής της.

Ο «ΑτΚ» ρώτησε μηχανικούς, ανθρώπους της αγοράς, αλλά και καταναλωτές, προκειμένου να βρει την καλύτερη απάντηση στο ερώτημα «πώς θα ζεσταθούμε φέτος το χειμώνα». Από το ιδιότυπο αυτό... κρας τεστ μεταξύ των μεθόδων που «κυκλοφορούν» στην αγορά, προκύπτει ότι από άποψη ποιότητας θέρμανσης, το πετρέλαιο παραμένει πρώτο στη λίστα. Ωστόσο, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα και με τις τιμές που ισχύουν, άλλες λύσεις όπως το φυσικό αέριο, το κλιματιστικό, αλλά και το ενεργειακό τζάκι είναι μέθοδοι πολύ πιο οικονομικές.

ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ

«Βάζει φωτιά» στα νοικοκυριά

Για πρώτη φορά, έπειτα από δεκαετίες, η αδιαμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία του πετρελαίου θέρμανσης στην Ελλάδα φαίνεται ότι εγκαταλείπεται.

«Με την εξίσωση της τιμής πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης, η τιμή για το ένα λίτρο θα φτάσει στα 1,45 με 1,50 ευρώ, όταν πέρυσι ήταν 1 ευρώ το λίτρο. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Κατάρρευση για τον οικογενειακό προϋπολογισμό, καταστροφή για τους πρατηριούχους σε όλη τη χώρα, που ήδη δέχονται τις συνέπειες της αύξησης των ειδικών φόρων καυσίμων», τονίζει στον «ΑτΚ» ο αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών Ελλάδας, Γιάννης Μαγλουσίδης.

Στη Βόρεια Ελλάδα, όπου οι θερμοκρασίες είναι σαφώς χαμηλότερες, η κατάσταση θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη φέτος. «Μια οικογένεια που ζει στη Βόρεια Ελλάδα χρειάζεται για να ζεσταθεί κατά μέσο όρο περίπου 2.500 με 3.000 λίτρα. Αν πέρυσι για 2.500 λίτρα πλήρωσε 2.500 ευρώ, φέτος θα χρειαστεί να πληρώσει 1.500 ευρώ επιπλέον, δηλαδή 4.000 ευρώ. Η διαφορά είναι μεγάλη», εκτιμά ο κ. Μαγλουσίδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό νομοτελειακά οδηγεί σε λουκέτο περίπου 1.000 με 2.000 πρατήρια στη Βόρεια Ελλάδα, τα οποία ήδη πλήττονται από τη στροφή των καταναλωτών στις πιο συμφέρουσες τιμές των Βαλκανίων. Παρ' όλα αυτά, το πετρέλαιο παραμένει μια μέθοδος που δίνει πολύ καλή ποιότητα θέρμανσης και ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ

Ακριβότερο κατά 5% τους επόμενους μήνες

Κατακόρυφη αύξηση παρουσιάστηκε μέσα στο κατακαλόκαιρο στις αιτήσεις για παροχή φυσικού αερίου. Οπως σημειώνει η Εταιρία Παροχής Αερίου, στη Θεσσαλονίκη τα νέα συμβόλαια πελατών, για το πρώτο εξάμηνο του 2012, ξεπέρασαν τις 6.500. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο το μήνα Ιούνιο τα συμβόλαια νέων πελατών ανήλθαν σε 1.780!

Σύμφωνα πάντα με την ΕΠΑ, το 2011 στην κατηγορία της αυτόνομης θέρμανσης, η ετήσια μέση εξοικονόμηση άγγιξε το 23%. Η αύξηση στη ζήτηση θα οδηγήσει και σε αύξηση της τιμής; «Σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές των πετρελαιοειδών διεθνώς, η τιμή του φυσικού αερίου θα σημειώσει μικρή αύξηση τους επόμενους μήνες (εκτίμηση περίπου 5%), όμως η τελική τιμή προς τον καταναλωτή δεν προβλέπεται να υπερβεί τα 0,85-0,90 ευρώ το κυβικό μέχρι τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους», απαντά η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης.

Ετσι, με δεδομένο ότι 2.500 λίτρα πετρελαίου αντιστοιχούν περίπου σε 26.300 κιλοβατώρες και η τιμή για τη μία κιλοβατώρα ανέρχεται σε σημερινές τιμές σε 0,082 ευρώ, τότε η ίδια οικογένεια θα χρειαστεί περίπου 2.160 ευρώ για να ζεσταθεί.

Αν η τιμή αυτή αυξηθεί κατά 5%, όπως εκτιμά η ΕΠΑ, τότε το ποσό αυξάνεται μεν, αλλά παραμένει σαφώς χαμηλότερο σε σύγκριση με το πετρέλαιο.

Από την ΕΠΑ διευκρινίζεται ωστόσο ότι οι προβλέψεις αυτές της αύξησης κατά 5% προϋποθέτουν ότι δεν θα γίνουν άλλες αλλαγές κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους στη φορολογία, όπως για παράδειγμα τροποποίηση ΦΠΑ, αλλαγή ειδικών φόρων κατανάλωσης, επιβολή έκτακτων εισφορών κ.λπ.

Στα μειονεκτήματα της μεθόδου μπορεί να συμπεριληφθεί το κόστος της εγκατάστασης -κυρίως αν απαιτείται αλλαγή λέβητα, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι στη Βόρεια Ελλάδα δεν έχουν όλες οι πόλεις δίκτυο φυσικού αερίου.

ΚΛΙΜΑΤΙΣΜΟΣ

Προσιτή λύση για κάθε νοικοκυριό

Πριν από μερικά χρόνια, η χρήση κλιματιστικών για τη θέρμανση ήταν απαγορευτική λόγω του υψηλού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας. Φαίνεται ότι οι εποχές αυτές έχουν περάσει, αφού με τα σημερινά δεδομένα τα κλιματιστικά δεν αποτελούν την πιο ακριβή λύση θέρμανσης. Το αντίθετο, μάλιστα.

Υπολογίζοντας τη χρήση κλιματιστικού ως κύριο και αποκλειστικό μέσο θέρμανσης, εκτιμάται ότι μια οικογένεια θα πρέπει να δαπανήσει για το σκοπό αυτόν περί τα 1.530 ευρώ. Το κόστος για την αγορά και εγκατάσταση ενός κλιματιστικού των 9000 BTU φτάνει μέχρι και τα 500 ευρώ.

Αναλυτικότερα, με την εκτίμηση ότι η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας των κλιματιστικών που ισοδυναμεί με θέρμανση μίας ώρας με καλοριφέρ είναι 5,32 κιλοβατώρες και με την τιμή αυτή να φτάνει έως και τα 0,49 ευρώ (ανάλογα με την κλίμακα στην οποία εντάσσει η ΔΕΗ την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος του κάθε νοικοκυριού), τότε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για θέρμανση από κλιματιστικά είναι 0,44 ευρώ την ώρα, πολύ λιγότερο από ό,τι το πετρέλαιο.

Αντίθετα, άλλα μέσα θέρμανσης που βασίζονται στην ηλεκτρική ενέργεια είναι σαφώς πιο κοστοβόρα. Για παράδειγμα, τα ηλεκτρικά καλοριφέρ έχουν πολύ υψηλό κόστος χρήσης, αφού καταναλώνουν περισσότερη ενέργεια από ό,τι ένα κλιματιστικό (που έχει υψηλή απόδοση). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι καταναλώνουμε περισσότερες κιλοβατώρες, με αποτέλεσμα να αλλάζουμε κλίμακα στη ΔΕΗ και να χρεωνόμαστε περισσότερο την κάθε κιλοβατώρα που καίμε.

ΞΥΛΟΣΟΜΠΕΣ

Υψηλή ζήτηση με χαμηλό κόστος

«Δεν προλαβαίνουμε να καλύψουμε τη ζήτηση, η οποία παρουσιάζει αύξηση κατά 100% σε σύγκριση με πέρυσι», τονίζουν από την πλευρά τους έμποροι ξύλου, αποδίδοντας την αύξηση του ενδιαφέροντος στην επικείμενη αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Επόμενο ήταν λοιπόν να αυξηθεί και η τιμή του ξύλου, το οποίο σήμερα στη Θεσσαλονίκη φτάνει μέχρι και 140 ευρώ/τόνο, 120 ευρώ στους άλλους νομούς, ενώ στην Αθήνα φτάνει ακόμη και τα 190 ευρώ. Οι έμποροι προειδοποιούν ότι μέσα στο χειμώνα και λόγω της αυξημένης ζήτησης η τιμή αυτή μπορεί να πάρει την ανιούσα. Αν θεωρηθεί ότι μια οικογένεια για να ζεσταθεί -και χωρίς να διαθέτει άλλες πηγές θέρμανσης- χρειάζεται γενναιόδωρα περί τους 10 τόνους, τότε τα καυσόξυλα αποτελούν με τα σημερινά δεδομένα την πιο ελκυστική οικονομικά λύση, αφού η οικογένεια στη Βόρεια Ελλάδα θα χρειαστεί περί τα 1.400 ευρώ τη σεζόν για να ζεσταθεί.

Ωστόσο, ένα νέο ερώτημα έρχεται να απασχολήσει τους χρήστες του ξύλου. Ξύλο ελληνικό ή ξύλο Βουλγαρίας; Η ιδιότυπη αυτή «διαμάχη» μεταξύ εγχώριων και εισαγόμενων από τη γειτονική χώρα προϊόντων φαίνεται ότι αφορά πλέον και την ξυλεία. «Το μεγαλύτερο μέρος της ξυλείας που εισάγεται στην Ελλάδα από τη Βουλγαρία προέρχεται από δέντρα που είναι βορινά και δεν τα βλέπει ο ήλιος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τα ξύλα αυτά να μην κάνουν καλή καύση. Στην Ελλάδα οι περισσότερες οροσειρές έχουν προσανατολισμό Βορρά - Νότο, με μεγαλύτερη έκθεση στον ήλιο και έχουν πολύ μεγαλύτερη απόδοση στην καύση», τονίζουν έμποροι, ενώ καταναλωτές που χρησιμοποιούν ξύλο επιβεβαιώνουν αυτούς τους ισχυρισμούς.

Πάντως, λόγω της υψηλής ζήτησης και της μείωσης των ξύλων που προέρχονται από τα ελληνικά δάση, οι ποσότητες που κυκλοφορούν σήμερα στην αγορά είναι κατά 90% βουλγαρικής προέλευσης.

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΤΖΑΚΙ

Καλύτερη απόδοση για τα καυσόξυλα

Ακόμη πιο συμφέρουσα θεωρείται η χρήση ξύλων σε ενεργειακό τζάκι, το οποίο εκτιμάται ότι έχει καλύτερη απόδοση με χαμηλότερη κατανάλωση. Μάλιστα, ακόμη και όσοι έχουν συμβατικό τζάκι, μπορούν, με ένα κόστος που δεν ξεπερνά τα 3.000 ευρώ, να μετατρέψουν την εγκατάσταση σε ενεργειακή.

Το σημαντικότερο πλεονέκτημά του είναι ότι η κλειστή εστία δεν επιτρέπει στον εσωτερικό θερμό αέρα να διαφύγει στο περιβάλλον. Αντίθετα, μέσω θυρίδων, τον αποδίδει στο εσωτερικό του σπιτιού. Αλλωστε, υπάρχουν και τα «τζάκια καλοριφέρ», τα οποία συνδέονται με τον κυκλοφορητή και μεταφέρουν ζεστό νερό στα θερμαντικά σώματα του σπιτιού.

ΥΠΕΡΥΘΡΑ ΘΕΡΜΑΝΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ

Διεκδικούν δυναμικά μερίδιο της αγοράς

Ενας... πίνακας, κρεμασμένος στον τοίχο, ο οποίος εκπέμπει θερμότητα. Κάπως έτσι θα μπορούσε να περιγραφούν τα υπέρυθρα θερμαντικά σώματα, τα οποία διεκδικούν μερίδιο της αγοράς. Οι υπέρυθρες ακτίνες αποτελούν μια μορφή ενέργειας που δεν θερμαίνει τον αέρα όπως κάνουν τα υπόλοιπα μέσα θέρμανσης, αλλά το ίδιο το σώμα. Η μέθοδος αυτή θεωρείται οικονομική, εύκολη στην τοποθέτηση, αλλά και τη χρήση, αφού είναι ιδιαίτερα «καθαρή». Οσο για το κόστος, αυτό εξαρτάται από την κατανάλωση κιλοβατώρων. Ετσι, για ένα σπίτι με πέντε υπέρυθρα σώματα, εμβαδού ενδεικτικά 75 τ.μ., σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς, απαιτείται ένα ποσό περίπου 400 ευρώ το εξάμηνο. Το κόστος των ίδιων των σωμάτων εξαρτάται από την ισχύ τους και φτάνει μέχρι και τα 400 ευρώ ανά σώμα.

ΣΟΜΠΕΣ ΠΕΛΕΤ - ΜΠΡΙΚΕΤΕΣ

Περιζήτητες και πιο φτηνές από τις σόμπες

Πέρυσι μετατράπηκαν μέσα σε λίγους μήνες στο πιο περιζήτητο προϊόν που χρησιμοποιούσαν οι καταναλωτές για να θερμανθούν. Το πέλετ έγινε γνωστό λόγω κυρίως της οικονομικής κρίσης και έφερε τις ειδικές σόμπες στις πιο υψηλές θέσεις της ζήτησης.

Η τιμή του πέλετ είναι πολύ φθηνότερη ακόμη και από τα ξύλα, αφού η μέση φτάνει τα 28 λεπτά το κιλό. Αν αναλογιστεί κανείς ότι μία οικογένεια στη βόρεια Ελλάδα για να ζεσταθεί χρειάζεται κατά μέσο όρο τη σεζόν περί τα 5.000 κιλά πέλετ, τότε το κόστος ανέρχεται σε περίπου 1.400 ευρώ (η ισοδυναμία θερμικής απόδοσης εκτιμάται ως εξής: ένα λίτρο πετρελαίου ισοδυναμεί με δύο κιλά πέλετ). Η σόμπα που καίει πέλετ μπορεί να κοστίσει μέχρι και 1.800 ευρώ.

Λόγω χαμηλού ποσοστού υγρασίας, η απόδοση των πέλετ είναι πολύ καλύτερη από αυτή των ξύλων. Ωστόσο, και εδώ υπάρχουν τρεις διαφορετικές κατηγορίες: αυτά που είναι κατασκευασμένα από 100% ξύλo (τα οποία θεωρούνται και τα πιο ποιοτικά), κάποια που κατασκευάζονται από ενεργειακά φυτά και τα πέλετ που κατασκευάζονται από αγροτικά υπολείμματα.

Αυτό που απαιτείται όμως είναι χώρος αποθήκευσης των πέλετ, αλλά και μετατροπές μέσα στο σπίτι, για να γίνεται σωστή εξαγωγή των καυσαερίων. Στην αγορά κυκλοφορούν και οι σόμπες πέλετ που λειτουργούν ζεσταίνοντας νερό, αλλά αυτό απαιτεί σύνδεση με τα θερμαντικά σώματα του σπιτιού, με το κόστος να φτάνει περίπου τα 3.000 ευρώ.

Αναλόγως και οι μπρικέτες θεωρούνται ελκυστικό καύσιμο, αφού ένας τόνος εκτιμάται ότι αντιστοιχεί σε περίπου 2 τόνους καυσόξυλων. Πρόκειται για υλικό με χαμηλή υγρασία, εύκολο στη χρήση. Το κόστος του ανέρχεται περίπου σε 250 ευρώ τον τόνο.

ΛΕΒΗΤΕΣ ΙΟΝΤΙΣΜΟΥ

Νέα (;) μέθοδος και αρκούντως οικονομική

Πρόκειται για μια νέα μέθοδο που παρουσιάστηκε στη χώρα μας, η οποία φαίνεται ότι προέρχεται από τη Λετονία. Οι υπολογισμοί χρηστών κάνουν λόγο για εντυπωσιακά χαμηλότερο κόστος θέρμανσης, όμως επιμένουν ότι στην ουσία πρόκειται για μια παλιά μέθοδο, η αποτελεσματικότητα της οποίας απαιτεί να πληρούνται κι άλλες προϋποθέσεις. Το σύστημα βασίζεται και πάλι στην ηλεκτρική ενέργεια, οι θιασώτες όμως της μεθόδου μιλούν για μια νέα τεχνολογία που είναι σαφώς πιο οικονομική. Οπως εξηγούν, η διαδικασία της θέρμανσης ιόντων στο λέβητα πραγματοποιείται σε βάρος της αγωγιμότητας ιόντων. Θετικά και αρνητικά ιόντα κινούν τα αντίστοιχα ηλεκτρόδια και παρέχεται θερμική ενέργεια πιο γρήγορα από ό,τι με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο. Σύμφωνα πάντα με τους υπέρμαχους της μεθόδου, ο λέβητας χρειάζεται να λειτουργεί κατά μέσο όρο μόνο στο 1/4 του χρόνου θέρμανσης, δηλαδή για έξι ώρες θέρμανσης ο λέβητας θα πρέπει να λειτουργεί επί μιάμιση ώρα. Ενδεικτικά, για δέκα ώρες λειτουργίας του το μήνα το κόστος ανέρχεται σε περίπου 120 ευρώ (αν μία κιλοβατώρα κοστίζει 0,13 ευρώ). Ωστόσο, κατ' άλλους, ο ισχυρισμός ότι μια τέτοια συσκευή μπορεί να έχει βαθμό απόδοσης παραπάνω από 1, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να παράγει 1,57kW θερμική ενέργεια από 1 kW ηλεκτρικής ενεργείας, είναι το λιγότερο εξοργιστικός, αφού καταργεί βασικούς νόμους της Φυσικής. Το κόστος εγκατάστασης εκτιμάται ότι φτάνει τα 2.500 ευρώ για ένα χώρο 70 τ.μ.

ΗΛΙΟΘΕΡΜΙΑ

Ιδανική λύση για τη χώρα μας

Οι ειδικοί σε ζητήματα θέρμανσης διαπιστώνουν τελευταία μια στροφή όσων καταναλωτών διαθέτουν ηλιοθερμικές εγκαταστάσεις, οι οποίοι αναζητούν τρόπο να «στέλνουν» το νερό που ζεσταίνεται στα καλοριφέρ του σπιτιού τους. Το νερό της θέρμανσης μπορεί να θερμανθεί μέσω της ηλιακής ενέργειας κατά μεγάλο ποσοστό ανάλογα με την εγκατάσταση, με άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση του καταναλισκόμενου καυσίμου.

Η μέθοδος θεωρείται ότι είναι η καλύτερη για χώρες όπως η Ελλάδα, στην οποία υπάρχει έντονη ηλιακή ακτινοβολία ακόμα και τους χειμερινούς μήνες. Αυτό που κοστίζει είναι σίγουρα η προμήθεια των ηλιακών συλλεκτών και η εγκατάσταση του συστήματος που θα διαχέει το ζεστό νερό στα καλοριφέρ. Η απόδοσή του εξαρτάται από την ηλιακή ακτινοβολία. Για παράδειγμα, ένα ηλιοθερμικό σύστημα συνδυασμένο με θέρμανση δαπέδου στην Κρήτη θα μπορεί να αναλάβει σχεδόν εξολοκλήρου τα θερμικά φορτία για ένα σπίτι, χωρίς να απαιτείται χρήση πετρελαίου. Το ποσοστό συνεισφοράς όμως θα είναι σαφώς μικρότερο στην Κεντρική Μακεδονία, όπου η ηλιακή ακτινοβολία είναι μειωμένη, εκτιμάται όμως ότι σίγουρα θα ξεπερνά το 50%.

Οπως εξηγούν οι ειδικοί, για κάλυψη περίπου 60% του θερμικού φορτίου, η επιφάνεια των συλλεκτών ηλιακής ενέργειας θα πρέπει να αντιστοιχεί στο 20% της επιφάνειας του θερμαινόμενου χώρου, ενώ δεκαπλάσιος θα πρέπει να είναι ο όγκος των δοχείων αποθήκευσης νερού. Για μία οικία δηλαδή 100τ.μ., απαιτούνται 20τ.μ. επίπεδων συλλεκτών και 1.000λ. δοχείων αποθήκευσης ζεστού νερού. Το κόστος για αυτό το σύστημα ανέρχεται σε περίπου 10.000-12.000 ευρώ, με εξοικονόμηση όμως περίπου 1,2 τόνων πετρελαίου ετησίως.
agelioforos.gr
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!