μεταβολικές της λειτουργίες. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το εύρος της ζωής των γυναικών κατά μέσο όρο πλησιάζει τα 80 έτη, η μέση ηλικία εμμηνόπαυσης τοποθετείται στα 51 – 52 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι μία γυναίκα θα ζήσει 30 χρόνια, δηλαδή το 1/3 της ζωής της, σε μία κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έλλειψη οιστρογόνων.
Σχετικές πληροφορίες δίνει στο www.Life2day.gr η Γεωργία Καπώλη, MSc Κλινική Διαιτολόγος – Διατροφολόγος.Επιστημονική Διευθύντρια ΑΠΙΣΧΝΑΝΣΙΣ – ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ, Νεμέα Κορινθίας Αντιπρόεδρος Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας.
Η απώλεια αυτή των ορμονών, επηρεάζει σχεδόν κάθε κύτταρο του γυναικείου σώματος και ειδικά αυτά του καρδιαγγειακού, μυοσκελετικού και αναπαραγωγικού συστήματος.
Η εμμηνόπαυση σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, οστεοπόρωσης καρδιαγγειακών νοσημάτων, παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου 2. Ειδικότερα, ο καρκίνος αποτελεί τη δεύτερη βασική αιτία θανάτου για γυναίκες ηλικίας 45-64 ετών. Η παχυσαρκία, η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα του προσλαμβανόμενου λίπους επηρεάζουν σημαντικά την συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου του μαστού. Ένα άλλο ζήτημα που εγείρει ανησυχία είναι η οστεοπόρωση, που αφορά σε περισσότερες από 400.000 γυναίκες ηλικίας άνω των 45 ετών στην Ελλάδα, ενώ επιδημιολογικές μελέτες φανερώνουν ότι το 15% των γυναικών, κάποια στιγμή, θα υποστούν κάταγμα στη ζωή τους, ενώ ο κίνδυνος για κάταγμα ισχίου σε γυναίκες ηλικίας άνω των 50 ετών, ανέρχεται στο 9%.
Από τις κυριότερες αιτίες θανάτου για γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση είναι και τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Σε αυτή την περίοδο της ζωής των γυναικών, αλλά και λίγο αργότερα, καταγράφεται αύξηση της χοληστερόλης και κυρίως της LDL (κακής) χοληστερόλης, και των τριγλυκεριδίων, ενώ παρατηρείται σημαντική αύξηση στο σωματικό βάρος τους, λόγω της μείωσης του βασικού μεταβολισμού και της φυσικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με την αυξημένη διαιτητική πρόσληψη. Η αύξηση αυτή του σωματικού τους βάρους, λόγω θετικού ισοζυγίου ενέργειας, σε συνδυασμό με την αλλαγή της σύστασης του σώματος και την αύξηση της συχνότητας εμφάνισης του κεντρικού τύπου παχυσαρκίας, αυξάνει τον κίνδυνο για εμφάνιση διαβήτη, τα ποσοστά του οποίου ανέρχονται στο 15% σε γυναίκες ηλικίας 50-55 ετών.
Το κατά πόσο τα χρόνια μετά την εμμηνόπαυση δεν χαρακτηρίζονται από τα σοβαρά αυτά προβλήματα υγείας εξαρτάται από τον τρόπο ζωής που είχε η γυναίκα, όχι μόνο στη νεαρή της ηλικία, αλλά και στα μετέπειτα χρόνια λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης. Η διατροφή αποτελεί την αιτία, αλλά και την θεραπεία των νοσημάτων αυτών και η Μεσογειακή Δίαιτα διασφαλίζει μια καλή ποιότητα ζωής, χωρίς σημαντικά προβλήματα υγείας για τις γυναίκες γύρω αλλά και μετά την εμμηνόπαυση. Έτσι, πρωταρχικός στόχος των γυναικών θα πρέπει να είναι η τήρηση ενός ισορροπημένου διαιτολογίου συνδυασμένο με την εφαρμογή συστηματικής φυσικής δραστηριότητας, προκειμένου να «πετύχουν» και να διατηρήσουν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αφενός επιτυγχάνουν καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου του αίματος και των λιπιδίων, και αφετέρου μειώνουν τον κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Η αποφυγή μεγάλων διακυμάνσεων βάρους, αλλά και η πραγματοποίηση αεροβικής γυμναστικής και ασκήσεων με βάρη συμβάλλουν όχι μόνο στη βελτίωση της λειτουργίας της καρδιάς, αλλά και στην αύξηση της οστικής πυκνότητας κατά 1-5 %, περιορίζοντας έτσι σημαντικά τον κίνδυνο για εμφάνιση οστεοπόρωσης και κατά συνέπεια τον κίνδυνο εμφάνισης κατάγματος.
Επιπρόσθετα, η υιοθέτηση μίας διατροφής χαμηλής σε λιπαρά και κυρίως σε κορεσμένα, όπως η Μεσογειακή Δίαιτα, περιορίζει σημαντικά τα επίπεδα της LDL (κακής) χοληστερόλης και της ολικής χοληστερόλης του αίματος. Συγκεκριμένα, η περιορισμένη κατανάλωση λίπους ζωικής προέλευσης, η επιλογή ημιαποβουτυρωμένων και αποβουτυρωμένων γαλακτοκομικών προϊόντων, η κατανάλωση κρέατος χαμηλών σε λιπαρά, όπως το κοτόπουλο και το άπαχο μοσχαρίσιο κρέας, καθώς και η αποφυγή πρόσληψης «trans» λιπαρών οξέων, τα οποία εντοπίζονται κυρίως σε μαργαρίνες και έτοιμες σάλτσες εμπορίου, οδηγούν στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Παράλληλα, η έμφαση στη χρήση ελαιόλαδου αλλά και η τουλάχιστο 2 φορές την εβδομάδα κατανάλωση λιπαρών ψαριών και οστρακοειδών είναι ένας ακόμη τρόπος για τον περιορισμό του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, εξαιτίας της ευεργετικής δράσης τόσο του ολεϊκού οξέος και των πολυφαινολών στα επίπεδα χοληστερόλης, όσο και των ω-3 λιπαρών οξέων στα επίπεδα των τριγλυκεριδίων.
Βέβαια, Μεσογειακή Δίαιτα, σημαίνει και αυξημένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, οσπρίων καθώς και προϊόντων ολικής αλέσεως. Η επιλογή αυτών των τροφών συσχετίζεται με αυξημένη πρόσληψη αντιοξειδωτικών στοιχείων, φλαβονοειδών και καροτενοειδών, τα οποία ασκούν προστατευτική δράση όσον αφορά την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, διαφόρων μορφών καρκίνου και άλλων εκφυλιστικών νόσων. Μάλιστα, επιδημιολογικές μελέτες φανερώνουν ότι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που καταναλώνουν περισσότερο από μία μερίδα προϊόντων ολικής αλέσεως ημερησίως, μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ισχαιμίας κατά 1/3 σε σχέση με όσες δεν καταναλώνουν αυτή την ποσότητα. Εξάλλου, μέσω της αυξημένης πρόσληψης φυτικών ινών επιτυγχάνεται τόσο η καθυστέρηση της απορρόφησης γλυκόζης από το λεπτό έντερο, όσο και η μείωση των λιπιδίων του αίματος και κατά συνέπεια του κινδύνου εμφάνισης ισχαιμικών καρδιακών επεισοδίων.
Στην μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών και οστεοπόρωσης συμβάλλει και ο περιορισμός της πρόσληψης νατρίου, αφού έρευνες φανερώνουν ότι γυναίκες που μειώνουν τη χρήση επιτραπέζιου αλατιού όχι μόνο επιτυγχάνουν καλύτερη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, αλλά και περιορίζουν την απέκκριση ασβεστίου από τα ούρα, μειώνοντας έτσι την απώλεια οστικής μάζας. Στην καλή σκελετική υγεία συμβάλλει σημαντικά και η αυξημένη πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D από τη διατροφή. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων, χυμών εμπλουτισμένων με ασβέστιο και μικρών ψαριών με οστά, όπως η μαρίδα και η σαρδέλα, προλαμβάνοντας την εμφάνιση της οστεοπόρωσης. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται να δώσουν οι γυναίκες στην κατανάλωση οινοπνεύματος, όπου έχει βρεθεί ότι η κατανάλωση του σε ποσότητα μεγαλύτερη των 30 γρ. ημερησίως αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο κατά 30 – 40%, ενώ προκαλεί αύξηση της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων τριγλυκεριδίων. Ο περιορισμός της κατανάλωσης οινοπνεύματος, αλλά και η διακοπή του καπνίσματος, μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών και καρκίνου, ειδικότερα δε καρκίνου του πνεύμονα.
Γίνεται φανερό, ότι η ισορροπημένη διατροφή, που βασίζεται στη μεσογειακή δίαιτα και χαρακτηρίζεται από μειωμένη πρόσληψη λιπαρών και χοληστερόλης και αυξημένη κατανάλωση τροφών πλούσιων σε ασβέστιο και φυτικές ίνες, μπορεί να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων και πρέπει να αποτελεί πάντα αναπόσπαστο κομμάτι της προληπτικής ιατρικής, προκειμένου να διασφαλίζεται η καλή υγεία των γυναικών τόσο κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης όσο και στα μετέπειτα χρόνια.
life2day.gr