Σε αυτά είναι:
- Η πρόβλεψη για ύφεση ύψους 4,5% του ΑΕΠ όταν το 2013 αναμένονται μέτρα ύψους 11 δισ. ευρώ, βασιζόμενα κυρίως στις περικοπές, ενώ οι επενδύσεις από το ΠΔΕ δεν έχουν μεταβληθεί μεν συγκριτικά με πέρυσι αλλά είναι από τις μικρότερες της τελευταίας δεκαετίας. Παράλληλα, το σύνολο των επενδύσεων στην οικονομία αναμένεται να μειωθεί κατά 3,7%.
- Η πρόβλεψη για ανεργία της τάξης μόλις του 22,8% για το 2013 όταν ήδη, πριν τις περικοπές των δημοσίων δαπανών και της περαιτέρω πτώσης των επενδύσεων, η ανεργία έχει διαμορφωθεί σε 23,6% το β’ τρίμηνο του 2012 και σε 25,1% τον Ιούλιο.
- Τα περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα και η επακόλουθη ύφεση θα πλήξουν την ελληνική οικονομία για έκτη συνεχή χρόνια, ενώ δεν φαίνονται ικανά να αποτρέψουν την περαιτέρω αύξηση του Δημόσιου χρέους, είτε ως απόλυτο μέγεθος είτε ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το γεγονός αυτό εντείνει την ανησυχία ως προς την αποτελεσματικότητα της πολιτικής της λιτότητας ενώ παράλληλα η υπομονή και οι αντοχές της κοινωνίας έχουν εξαντληθεί και η κοινωνική συνοχή έχει αποδυναμωθεί σε μεγάλο βαθμό.
- Η ρευστότητα στην αγορά έχει περιοριστεί σημαντικά εξαιτίας της στροφής των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στις καταθέσεις τους προκειμένου να καλύψουν καταναλωτικές ή λειτουργικές δαπάνες, στη συνεχώς αυξανόμενη δυσκολία εύρεσης χρηματοδότησης καθώς και «στην αυξημένη αβεβαιότητα των αποταμιευτών, η οποία οδήγησε στη μετακίνηση αποταμιευτικών κεφαλαίων από στοιχεία του Μ3 προς τοποθετήσεις εκτός του Μ3 (όπως τοποθετήσεις στο εξωτερικό ή χρυσές λίρες)». Συνισταμένη όλων αυτών είναι η έλλειψη ουσιαστικά χρηματικών κεφαλαίων που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν τις επενδύσεις και συνεπώς την ανάπτυξη. Η εικόνα για την κατάσταση των επιχειρήσεων σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα ολοκληρώνεται αν προστεθούν και οι οφειλές του Δημοσίου ύψους 7 περίπου δισ. προς τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα καταβληθούν σε δύο δόσεις (τέλος του 2012 και εντός 2013).
- Ο στόχος για φορολογικά έσοδα ύψους 24,2% του ΑΕΠ το 2013 έναντι 23,5% το 2012 με δεδομένη την αδυναμία ανταπόκρισης των φορολογουμένων και τις ατέλειες του φοροεισπρακτικού μηχανισμού χαρακτηρίζεται ως υπερβολικός. Οι εκτιμήσεις αυτές έρχονται σε αντίθεση με τις βασικές αρχές της Οικονομικής Επιστήμης η οποία υποστηρίζει πως σε συνθήκες μεγάλης ύφεσης είναι επιβλαβής η επιβολή υψηλής φορολογίας και κυρίως, εξαιρετικά αμφίβολη η είσπραξή τους.
- Ο ρυθμός μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) αναμένεται να είναι αρνητικός (αποπληθωρισμός) της τάξης του 0,8%, αλλά η επίτευξη αυτού του στόχου καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη εξαιτίας της εξίσωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης θέρμανσης και πετρελαίου κίνησης και των αναμενόμενων αυξήσεων των τιμολογίων σε ΔΕΚΟ (εισιτήρια ΜΜΜ, ΔΕΗ κλπ). Η πτώση βέβαια της ζήτησης και του διαθέσιμου εισοδήματος θα συγκρατήσει τον πληθωρισμό σε χαμηλά επίπεδα.
- Η μείωση των εισαγωγών κατά 5,2% και η αύξηση των εξαγωγών κατά 2,6% αξιολογείται καταρχάς ως θετική εξέλιξη. Η ελληνική όμως οικονομία είναι πολύ εξαρτημένη από τις εισαγωγές πετρελαίου και τις μεταβολές της τιμής του διεθνώς, σε ένα κλίμα μεγάλης αβεβαιότητας στη Μέση Ανατολή, ενώ οι εξαγωγές εξαρτώνται από το εισόδημα των άλλων χωρών όταν η παγκόσμια οικονομία δεν έχει ακόμη σταθεροποιηθεί.
- Τα έσοδα από την πώληση μετοχών των ΔΕΚΟ και κρατικής περιουσίας εκτιμώνται σε 2,6 δισ. ευρώ περίπου. Πολλές, όμως, από τις επιχειρήσεις που πρόκειται να αποκρατικοποιηθούν εμφανίζουν αξιόλογη ανάπτυξη και κερδοφορία, είτε προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) είτε ως καθαρά κέρδη, γεγονός που ενισχύει τις αμφιβολίες για το λόγο αποκρατικοποίησής τους την τρέχουσα οικονομική συγκυρία.
- Παρά τα περιοριστικά μέτρα, την ύφεση για έκτο χρόνο, τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά κ.λπ. το κόστος δανεισμού στις αγορές για την ελληνική οικονομία εξακολουθεί να παραμένει απαγορευτικό και πολύ υψηλότερο σε σχέση με τις άλλες οικονομίες του Ευρωπαϊκού Νότου ή την Ιρλανδία (έως και 900 μονάδες βάσης από την Πορτογαλία). Το γεγονός αυτό, εκτός από την μεγάλη απογοήτευση των Ελλήνων πολιτών, συντηρεί το κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης και αποτρέπει τις τοποθετήσεις των επενδυτών στη χώρα, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο στη διόγκωση της ύφεσης.