Το υπερβάλλον βάρος ή η παχυσαρκία αυξάνουν τον κίνδυνο για διαβήτη, καρκίνο, υπέρταση, εγκεφαλικό επεισόδιο, στεφανιαία νόσο, υπογονιμότητα, αρθρίτιδα και αναπνευστικά προβλήματα.
Οι ερευνητές συνέλεξαν αποτελέσματα από 33 δοκιμές σε 73.589 ανθρώπους και 10 έρευνες σε υποομάδες. Οι συμμετέχοντες είχαν διαφορετική ηλικία και κατάσταση υγείας.
Μια ομάδα συμμετεχόντων ακολούθησε χαμηλότερη από τη συνήθη διατροφή πρόσληψης λιπαρών, ενώ η άλλη φυσιολογική διατροφή πρόσληψης λιπαρών.
Έγιναν συγκρίσεις μεταξύ των 2 ομάδων και η επίδραση στην ποσότητα σωματικού λίπους αναλύθηκε μετά από τουλάχιστον 3 μήνες.
Μετά από εξέταση όλων των δοκιμών, τα αποτελέσματα υπέδειξαν ότι διατροφή χαμηλότερη σε λιπαρά μειώνει το σχετικό σωματικό βάρος κατά 1.6 κιλό, τον ΔΜΣ κατά 0.56kg/m² και την περίμετρο μέσης κατά 0.5 εκατοστά.
Κάθε μείωση 1% στην ενέργεια από τα ολικά λιπαρά προκάλεσε 0.19 kg μείωση στο σωματικό βάρος, σε σύγκριση με τη μη αλλαγή στην πρόσληψη.
Αυτό συνέβη σε πληθυσμούς με 28-43% ενέργεια από ολικά λιπαρά, σε έρευνες που διήρκεσαν από 6 μήνες ως 8 χρόνια.
Όλα τα αποτελέσματα εμφανίστηκαν σε δοκιμές στις οποίες η απώλεια βάρους δεν ήταν το επιθυμητό αποτέλεσμα, υποδεικνύοντας ότι συμβαίνει σε ανθρώπους με φυσιολογική διατροφή.
Οι ερευνητές αναρωτήθηκαν αν η μείωση του βάρους στην ομάδα των χαμηλών λιπαρών προκλήθηκε από το ότι δόθηκε στους συμμετέχοντες περισσότερη προσοχή, χρόνος και στήριξη, σε αντίθεση με όσους ήταν στην ομάδα ελέγχου. Ωστόσο, όταν έρευνες με περισσότερο χρόνο ή προσοχή στην ομάδα χαμηλών λιπαρών αποσύρθηκαν, η μείωση του βάρους παρέμεινε σταθερή.
Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια οφειλόταν πράγματι στη χαμηλότερη πρόσληψη λιπαρών. Αυτά τα αποτελέσματα φάνηκαν σε όλες τις εξετάσεις ευαισθησίας, υπονοώντας ότι η μείωση της πρόσληψης ολικών λιπαρών προκαλεί μικρή αλλά στατιστικά σημαντική μείωση βάρους σε σύγκριση με τη φυσιολογική πρόσληψη λιπαρών.
Οι συνολικές μειώσεις λίπους συνδέθηκαν με μικρή αλλά στατιστικά σημαντική μείωση της χοληστερόλης και της αρτηριακής πίεσης, υποδεικνύοντας πλεονέκτημα άλλων παραγόντων κινδύνου για το καρδιαγγειακό.
Οι ερευνητές κατέληξαν ότι η μείωση της συνολικής πρόσληψης λιπαρών στους ενήλικες μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του βάρους, της περιμέτρου μέσης και του ΔΜΣ σε σύγκριση με ανθρώπους που δεν την ακολουθούν χωρίς να κάνουν προσπάθεια να χάσουν βάρος.
iatronet.gr