Καναδοί επιστήμονες ανακάλυψαν πως όταν κάνουμε δίαιτα, η έλλειψη λιπαρών και ζάχαρης από τον οργανισμό προκαλεί χημικές αλλαγές στον... εγκέφαλο που μας κάνουν να λαχταράμε σαν τρελοί ό,τι στερούμαστε.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ που πραγματοποίησαν τη σχετική μελέτη λένε ότι πρακτικά αυτό σημαίνει πως η δίαιτα ασκεί στον εγκέφαλο τις ίδιες επιδράσεις με εκείνες που εκδηλώνουν όσοι «κόβουν» εθιστικές ουσίες, όπως τα ναρκωτικά και το τσιγάρο.
«Η μελέτη μας έγινε σε ποντίκια, ο εγκέφαλος των οποίων είναι παρόμοιος με πολλούς τρόπους με τον ανθρώπινο», εξήγησε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Στέφανι Φάλτον, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Διατροφής και στο Τμήμα Φυσιολογίας του πανεπιστημίου.
«Ανακαλύψαμε ότι η νευροχημεία των ζώων που ακολουθούσαν διατροφή πλούσια σε λίπη και ζάχαρη ήταν διαφορετική από εκείνη ζώων τα οποία τρέφονταν υγιεινά, με τις παρατηρούμενες χημικές αλλαγές να σχετίζονται με την κατάθλιψη.
«Όταν αλλάξαμε τη διατροφή των ζώων που τρέφονταν ανθυγιεινά, ανέπτυξαν στερητικά συμπτώματα και αυξημένη ευαισθησία στις στρεσογόνες καταστάσεις, με συνέπεια να αρχίσει ένα φαύλος κύκλος πολυφαγίας και στη συνέχεια μείωσης της πρόσληψης τροφής».
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην «Διεθνή Επιθεώρηση Παχυσαρκίας» (IJO), επί έξι εβδομάδες τάιζαν μία ομάδα ποντικιών με ένα λίγων λιπαρών διαιτολόγιο και μία άλλη ομάδα με ένα διαιτολόγιο πλούσιο σε λιπαρά, καταγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονταν τα ζώα.
Στην πρώτη ομάδα, τα λίπη αποτελούσαν το 11% των θερμίδων που έτρωγαν τα ζώα, ενώ στη δεύτερη το 58%. Στη διάρκεια των έξι εβδομάδων, τα ζώα που έτρωγαν τα πολλά λίπη παρουσίασαν αύξηση κατά 11% στην περίμετρο της κοιλιάς τους, αν και δεν είχαν ακόμα φτάσει στο επίπεδο της παχυσαρκίας.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές άλλαξαν για άλλες έξι εβδομάδες τη διατροφή των ζώων, βάζοντάς τα ουσιαστικά να κάνουν δίαιτα.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν διάφορες τεχνικές για να αξιολογήσουν τις αλλαγές στη συμπεριφορά και στα συναισθήματα των ζώων που επέφερε η δίαιτα, ενώ τα υπέβαλλαν και σε εξετάσεις εγκεφαλικής λειτουργίας.
Τα ποντίκια που έτρωγαν τα πολλά λιπαρά και μετά έκαναν δίαιτα, εκδήλωσαν ενδείξεις αγχώδους συμπεριφοράς (λ.χ. απέφευγαν να βρεθούν σε ανοιχτούς χώρους), ενώ και η εγκεφαλική λειτουργία τους ήταν διαφορετική από εκείνη των ζώων που τρέφονταν υγιεινά.
Επιπλέον, είχαν αυξημένα επίπεδα κορτικοστερόνης, μίας ορμόνης που σχετίζεται με το στρες, κατά την δρα Φάλτον, ενώ παρουσίαζαν μεγαλύτερη ενεργοποίηση στα κέντρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την παραγωγή της ντοπαμίνης – της ουσίας που «επιβραβεύει» ανθρώπους και ζώα, παράγοντας αισθήματα ευεξίας.
Τα Νέα
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ που πραγματοποίησαν τη σχετική μελέτη λένε ότι πρακτικά αυτό σημαίνει πως η δίαιτα ασκεί στον εγκέφαλο τις ίδιες επιδράσεις με εκείνες που εκδηλώνουν όσοι «κόβουν» εθιστικές ουσίες, όπως τα ναρκωτικά και το τσιγάρο.
«Η μελέτη μας έγινε σε ποντίκια, ο εγκέφαλος των οποίων είναι παρόμοιος με πολλούς τρόπους με τον ανθρώπινο», εξήγησε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Στέφανι Φάλτον, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Διατροφής και στο Τμήμα Φυσιολογίας του πανεπιστημίου.
«Ανακαλύψαμε ότι η νευροχημεία των ζώων που ακολουθούσαν διατροφή πλούσια σε λίπη και ζάχαρη ήταν διαφορετική από εκείνη ζώων τα οποία τρέφονταν υγιεινά, με τις παρατηρούμενες χημικές αλλαγές να σχετίζονται με την κατάθλιψη.
«Όταν αλλάξαμε τη διατροφή των ζώων που τρέφονταν ανθυγιεινά, ανέπτυξαν στερητικά συμπτώματα και αυξημένη ευαισθησία στις στρεσογόνες καταστάσεις, με συνέπεια να αρχίσει ένα φαύλος κύκλος πολυφαγίας και στη συνέχεια μείωσης της πρόσληψης τροφής».
Όπως γράφουν οι ερευνητές στην «Διεθνή Επιθεώρηση Παχυσαρκίας» (IJO), επί έξι εβδομάδες τάιζαν μία ομάδα ποντικιών με ένα λίγων λιπαρών διαιτολόγιο και μία άλλη ομάδα με ένα διαιτολόγιο πλούσιο σε λιπαρά, καταγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονταν τα ζώα.
Στην πρώτη ομάδα, τα λίπη αποτελούσαν το 11% των θερμίδων που έτρωγαν τα ζώα, ενώ στη δεύτερη το 58%. Στη διάρκεια των έξι εβδομάδων, τα ζώα που έτρωγαν τα πολλά λίπη παρουσίασαν αύξηση κατά 11% στην περίμετρο της κοιλιάς τους, αν και δεν είχαν ακόμα φτάσει στο επίπεδο της παχυσαρκίας.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές άλλαξαν για άλλες έξι εβδομάδες τη διατροφή των ζώων, βάζοντάς τα ουσιαστικά να κάνουν δίαιτα.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν διάφορες τεχνικές για να αξιολογήσουν τις αλλαγές στη συμπεριφορά και στα συναισθήματα των ζώων που επέφερε η δίαιτα, ενώ τα υπέβαλλαν και σε εξετάσεις εγκεφαλικής λειτουργίας.
Τα ποντίκια που έτρωγαν τα πολλά λιπαρά και μετά έκαναν δίαιτα, εκδήλωσαν ενδείξεις αγχώδους συμπεριφοράς (λ.χ. απέφευγαν να βρεθούν σε ανοιχτούς χώρους), ενώ και η εγκεφαλική λειτουργία τους ήταν διαφορετική από εκείνη των ζώων που τρέφονταν υγιεινά.
Επιπλέον, είχαν αυξημένα επίπεδα κορτικοστερόνης, μίας ορμόνης που σχετίζεται με το στρες, κατά την δρα Φάλτον, ενώ παρουσίαζαν μεγαλύτερη ενεργοποίηση στα κέντρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την παραγωγή της ντοπαμίνης – της ουσίας που «επιβραβεύει» ανθρώπους και ζώα, παράγοντας αισθήματα ευεξίας.
Τα Νέα