Κύπρο, που επιδόθηκε χθες το βράδυ ανεπίσημα στα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Ο Γενικός Γραμματέας εισηγείται στο Σ.Α. την ανανέωση της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ για ακόμη έξι μήνες, μέχρις τις 31 Ιουλίου 2013 και ενημερώνει τα μέλη του ότι θα επιδώσει χωριστή έκθεση για τις καλές του υπηρεσίες μέσα στο Μάρτιο.
«Η ΟΥΝΦΙΚΥΠ συνεχίζει να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη νησί, ασκώντας εξουσία στην ουδέτερη ζώνη, συμβάλλοντας στη διατήρηση της ηρεμίας και στην επίλυση διαφόρων θεμάτων που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή και στις δύο κοινότητες», αναφέρει η έκθεση.
Ωστόσο, συνεχίζει, «επαφίεται στη δέσμευση των πλευρών να απέχουν από την αμφισβήτηση της αρχής και της νομιμότητας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στην ουδέτερη ζώνη. Η ΟΥΝΦΙΚΥΠ διατηρεί στενή συνεργασία με την αποστολή καλών υπηρεσιών, της οποίας ηγείται ο ειδικός μου σύμβουλος και άλλοι πρωταγωνιστές των Ηνωμένων Εθνών στη νήσο. Εισηγούμαι όπως η εντολή της ΟΥΝΦΙΚΥΠ επεκταθεί για περίοδο 6 μηνών, μέχρι τις 31 Ιουλίου 2013».
Οι αναφορές της έκθεσης για την αναθεώρηση της Δύναμης είναι ταυτόσημες με την προηγούμενη έκθεση.
«Σε ευθυγράμμιση με τα σχετικά ψηφίσματα του Σ.Α. και το πλέον πρόσφατο 2058, η Γραμματεία θα συνεχίσει την εμπλοκή, το σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης, σε σχέση με τη διευθέτηση. Ο σχεδιασμός θα συνεχίσει να καθοδηγείται από τις εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις και τις απόψεις των πλευρών πάνω στον πιθανό ρόλο των Ηνωμένων Εθνών».
Ταυτόχρονα, υπογραμμίζει ότι θα συνεχίσει να έχει τις επιχειρήσεις της ΟΥΝΦΙΚΥΠ «υπό στενή επιθεώρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις επί του εδάφους και τις απόψεις των πλευρών και θα επανέλθει στο Σ.Α. με τις κατάλληλες εισηγήσεις, για περαιτέρω τροποποιήσεις στην εντολή της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, τα επίπεδα της Δύναμης και το νόημα των επιχειρήσεων, όσο σύντομα χρειάζεται».
Ο Γενικός Γραμματέας περιγράφει στην έκθεσή του την κατάσταση κατά μήκος της γραμμής κατάπαυσης του πυρός «ευρέως ήρεμη και σταθερή». «Οι αντίπαλες δυνάμεις πρόσφεραν συνεργασία στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ και γενικά απείχαν από πράξεις οι οποίες θα διακινδύνευαν την επανέναρξη πολιτικών διαπραγματεύσεων».
Θεωρεί ως ευπρόσδεκτες εξελίξεις το χαμηλό αριθμό στρατιωτικών παραβιάσεων, όπως και την ακύρωση στρατιωτικών ασκήσεων και υπογραμμίζει ότι θα πρέπει «οι αντίπαλες δυνάμεις να οικοδομήσουν σ’ αυτή τη θετική τάση και να εμπλακούν με την ΟΥΝΦΙΚΥΠ σε στρατιωτικά μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης».
Στην έκθεση υπάρχουν δύο εκτεταμένες αναφορές για ισάριθμα περιστατικά στην ουδέτερη ζώνη, το πρώτο στις 12 Νοεμβρίου στην κωμόπολη Αυλώνα, όπου «οι τουρκικές δυνάμεις ύψωσαν χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με την ΟΥΝΦΙΚΥΠ φράχτη, με σκοπό να αποτρέψουν άνευ αδείας δραστηριότητα πολιτών κοντά στη γραμμή κατάπαυσης του πυρός» και η δεύτερη για τη σύλληψη στα τέλη Σεπτεμβρίου 3 Ελληνοκυπρίων αστυνομικών κοντά στη Λουρουντζίνα.
Τα γεγονότα στην Αυλώνα το Νοέμβριο, γράφει στις παρατηρήσεις της έκθεσής του ο Μπαν Γκι-μουν, «ήταν θλιβερά και μιλούν από μόνα τους για τη σημαντική ανάγκη να αποφεύγονται μονομερείς δραστηριότητες», υπογραμμίζοντας τη σημασία να αξιοποιούνται σε ανάλογες περιστάσεις οι μηχανισμοί της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, ενώ επαναβεβαιώνει τη σημασία για να γίνει επισήμως αποδεκτή από τις δύο πλευρές το μνημόνιο του 1989 που χρησιμοποιούν τα Ηνωμένα Έθνη στα τελευταία 23 χρόνια για να ρυθμίζουν τις δραστηριότητες στην ουδέτερη ζώνη.
Για το περιστατικό της σύλληψης των τριών αστυνομικών, ο ΓΓ του ΟΗΕ εγκωμιάζει το διαφανή και ταχύ τρόπο που αντιμετώπισε το θέμα η τ/κ πλευρά, επιτρέποντας στις εντάσεις να καταλαγιάσουν, ενώ προτρέπει τις πλευρές «να χρησιμοποιούν περισσότερο το συντονιστικό μηχανισμό (Joint Coordination Room), ενισχύοντας τη δυνατότητά τους να διαχειριστούν περιστατικά τέτοιας φύσης».
Η έκθεση αναφέρεται και στις εντάσεις που σχετίζονται με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων στα ανοικτά της Κύπρου. Καταγράφει τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν το Νοέμβριο μεταξύ της Κύπρου και διεθνών εταιρειών και τις αντιδράσεις της Τουρκίας «η οποία κάλεσε τις εταιρείες να αποσύρουν το ενδιαφέρον αλλιώς θα βρεθούν αντιμέτωπες με έξωση από τα νέα ενεργειακά προγράμματα της Τουρκίας».
Εξηγεί ότι η ανακοίνωση επιβεβαιώνει την παλαιά θέση της Τουρκίας προς υποστήριξη των τ/κ αντιρρήσεων, ότι «παρόμοιες δραστηριότητες προκαταλαμβάνουν τα δικαιώματα της κοινότητάς τους».
Για τις αντιδράσεις της κυπριακής κυβέρνησης γράφει ότι «η Κύπρος εξέδωσε ανακοίνωση υπερασπιζόμενη το αναφαίρετο και κυρίαρχο δικαίωμα να εκμεταλλευθεί τους υδρογονάνθρακες στην ΑΟΖ της, αλλά επαναβεβαίωσε ότι οι Τ/κ θα ωφεληθούν από την εκμετάλλευση μέσω μίας λύσης του κυπριακού προβλήματος».
Για το ίδιο θέμα, στις παρατηρήσεις της έκθεσης ο ΓΓ αναφέρει ότι «για μια ακόμη φορά καλώ όλα τα μέρη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια ώστε να αποφευχθεί αύξηση εντάσεων, οι οποίες πιθανόν να έχουν αρνητική επίπτωση στην κατάσταση της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης και της ουδέτερης ζώνης. Αντίθετα, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οποιοσδήποτε νεοανακαλυφθείς πλούτος, ο οποίος ανήκει σε όλους τους Κύπριους, να ωφελήσει και τις δύο κοινότητες. Οι εξελίξεις αυτής της περιόδου βοήθησαν στην επιβεβαίωση της άποψής μου ότι η ανακάλυψη αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο για όλα τα μέρη να βρουν μία διαρκή λύση στο κυπριακό πρόβλημα».
Το πρώτο προσχέδιο του ψηφίσματος αναμένεται να δοθεί από τη Βρετανία στα υπόλοιπα μόνιμα μέλη μέχρι τα τέλη της εβδομάδας, ενώ στις 17 Ιανουαρίου θα μέλη του Σ.Α. θα ενημερωθούν κεκλεισμένων των θυρών από την ειδική αντιπρόσωπο του ΓΓ στην Κύπρο, Λίζα Μπάτενχαϊμ. Το ψήφισμα αναμένεται να υιοθετηθεί στις 24 Ιανουαρίου.