όπως το κρυολόγημα ή η γρίπη, είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν.
Όπως διαπίστωσαν αναλύοντας στοιχεία από 19 προγενέστερες κλινικές μελέτες, η μέση διάρκεια του βήχα εξαιτίας εποχικής ίωσης είναι σχεδόν 18 ημέρες.
Οι μελέτες είχαν διεξαχθεί μεταξύ 1976 και 2010 για να εξετάσουν τη διάρκεια του βήχα στους υγιείς ενήλικες (είχαν αποκλειστεί όσοι είχαν ιστορικό σοβαρής νόσου των πνευμόνων και όσοι έβηχαν εξαιτίας άσθματος, πνευμονίας, φυματίωσης, αλλεργίας ή ιγμορίτιδας).
Ωστόσο, οι περισσότεροι από εμάς περιμένουν να «φύγει» ο βήχας πολύ νωρίτερα από τις 18 μέρες – συνήθως σε έξι έως εννέα, σύμφωνα με τη μελέτη, καθώς στο πλαίσιό της οι επιστήμονες που την πραγματοποίησαν ρώτησαν σχετικώς 500 ενήλικες.
Αυτή η δυσαναλογία μεταξύ προσδοκίας και πραγματικότητας συχνά σημαίνει ότι οι ασθενείς ζητούν ιατρική βοήθεια νωρίτερα απ’ ό,τι θα έπρεπε και λαμβάνουν αχρείαστη θεραπεία, γράφουν στην επιθεώρηση «Annals of Family Medicine» ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Τζώρτζια, στην πόλη Αθήνα.
«Όταν ένας ασθενής περιμένει να διαρκέσει ο βήχας του έξι ή επτά ημέρες, λογικό είναι να ζητήσει ιατρική φροντίδα νωρίτερα απ’ ό,τι χρειάζεται», σημειώνουν στο άρθρο τους.
Υπολογίζεται ότι στο τουλάχιστον το 50% των ασθενών που απευθύνονται στους γιατρούς με βήχα, χορηγούνται αντιβιοτικά, παρότι οι ιώσεις οφείλονται σε ιούς και έτσι είναι εξ ορισμού αδύνατον να υποχωρήσουν χάρη στα αντιβιοτικά (σ.σ. τα αντιβιοτικά καταπολεμούν βακτήρια και όχι ιούς).
«Η ενημέρωση των ασθενών για την ακριβή διάρκεια του βήχα μπορεί να ελαττώσει την αχρείαστη κατανάλωση αντιβιοτικών», τονίζουν οι ερευνητές.
«Πρέπει να ενημερώσουμε τους ασθενείς ότι ο οξύς βήχας σε έναν κατά τα άλλα υγιή ενήλικα συνήθως οφείλεται σε ιό και γι’ αυτό δεν χρειάζεται αντιβιοτικά, καθώς και ότι εύκολα μπορεί να διαρκέσει δύο εβδομάδες ή περισσότερο», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μαρκ Έμπελ, αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας στο Κολέγιο Δημοσίας Υγείας του πανεπιστημίου.
«Πρακτικά αυτό σημαίνει πως δεν χρειάζεται να πάει κάποιος στον γιατρό απλώς επειδή βήχει επί περισσότερο από μία εβδομάδα. Θα πρέπει να συνυπάρχουν και άλλοι λόγοι, όπως το να έχει χρόνιο πνευμονολογικό ή άλλο πρόβλημα υγείας, δύσπνοια ή έντονο συριγμό, να βήχει αίμα ή να παρουσιάσει αιφνίδια επιδείνωση των συμπτωμάτων του», κατέληξε.