«Μαρκησία» και «Ευφροσύνη» μεγάλωσαν γενιές και γενιές Θεσσαλονικέων, που θεωρούσαν τα γλυκά του σύμβολο κύρους και ανώτερης κοινωνικής θέσης. Ενα σύμβολο που όπως τόσα άλλα σήμερα βρέθηκε στη δίνη της οικονομικής κρίσης, με την επιχείρηση να έχει υποβάλει μία από τις χιλιάδες πια αιτήσεις για να υπαχθεί στο άρθρο 107 του Πτωχευτικού Κώδικα.
Στην οδό Τσιμισκή 53, στο ύψος της Αγίας Σοφίας, βρίσκεται από το 1944 το πρώτο ζαχαροπλαστείο που έκανε το όνομα «Αγαπητός» γνωστό σε όλη τη συμπρωτεύουσα.
Ο ιδρυτής του, ο Αγαπητός Βαλογιώργης, άνθρωπος ανήσυχος, εργατικός και φιλόδοξος, θα δουλεύει ακατάπαυστα μέχρι τα βαθιά του γεράματα, πραγματοποιώντας το 2000 ένα ακόμα όνειρό του: να κάνει το όνομά του γνωστό και στην πρωτεύουσα. Από το 2002 που έφυγε από τη ζωή, τα εγγόνια του θα δημιουργήσουν αλυσίδα 11 καταστημάτων, θα αναπτύξουν το franchising, θα εισέλθουν στον χώρο του catering, ενώ η γκάμα των προϊόντων «Αγαπητός» θα φτάσει τον αριθμό 500. Τα επιχειρηματικά ανοίγματα, όμως, σύντομα θα βρουν τοίχο και τα πλοκάμια της οικονομικής κρίσης θα ζώσουν την επιχείρηση ασφυκτικά. Τόσο μάλιστα, που σήμερα τα τρία εγγόνια του ιδρυτή, οι Θεόδωρος, Αγαπητός και Αλέξανδρος, αναγκάστηκαν να καταθέσουν αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 107 του Πτωχευτικού Κώδικα.
Από σουβλατζής, ζαχαροπλάστης
Ο Αγαπητός Βαλογιώργης γεννήθηκε στο Γομάτι Χαλκιδικής και σε ηλικία μόλις 7 ετών θα χάσει και τους δύο γονείς του. Λίγα χρόνια μετά, για βιοποριστικούς λόγους, θα εγκαταλείψει το γραφικό χωριό του για να εγκατασταθεί μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, όπου ήδη εργάζονταν τα μεγαλύτερα αδέλφια του. Αν και τον πίεζαν να τελειώσει το σχολείο, ο ίδιος θα πάρει την απόφαση να βγει στο μεροκάματο για να μην τους επιβαρύνει οικονομικά. Θα περάσει από ψησταριές και παντοπωλεία, για να καταλήξει στο εργαστήρι του «Φλόκα», του πιο θρυλικού ζαχαροπλαστείου της εποχής στη συμπρωτεύουσα.
Το εργαστήρι του «Φλόκα» θα αποτελέσει για τον ίδιο ένα μεγάλο σχολείο. Για ώρες ολόκληρες θα δημιουργεί τα δικά του γλυκίσματα, που μόλις εμφανίζονταν στις προθήκες και τα ψυγεία γίνονταν αμέσως ανάρπαστα, εθίζοντας σχεδόν τους θαμώνες του ζαχαροπλαστείου. Ο νεαρός Βαλογιώργης είναι εργατικός και με καινοτόμες ιδέες, χαρίσματα που γρήγορα θα γίνουν αντιληπτά από τον ιδιοκτήτη του ζαχαροπλαστείου Φλόκα, ο οποίος τον εμπιστεύεται τόσο ώστε να του αφήσει απόλυτη ελευθερία κινήσεων. Πολύ περισσότερο όταν αντιλαμβάνεται ότι τα γλυκά του τεχνίτη του έχουν αποκτήσει φανατικό κοινό που όλο και αυξάνεται.
Ο Αγαπητός Βαλογιώργης, όμως, είναι άνθρωπος ανήσυχος και η ιδιότητα του «απλού υπαλλήλου» δεν καλύπτει τις φιλοδοξίες του. Είναι άριστος γνώστης της ζαχαροπλαστικής τέχνης, έχει αποκτήσει πείρα αλλά και κοινό που τον εμπιστεύεται, έχει δηλαδή το απαραίτητο υπόβαθρο για να πραγματοποιήσει το παιδικό του όνειρο: να γίνει επιχειρηματίας. Τη φιλοδοξία αυτή βέβαια φρέναρε για κάποιο διάστημα η γερμανική κατοχή, όμως με την Απελευθέρωση, το 1944, θα θέσει άμεσα σε εφαρμογή το σχέδιό του: με 30 χρυσές λίρες στην τσέπη που δανείζεται από έναν χρηματιστή θα νοικιάσει το κατάστημα στην Τσιμισκή. Για πάγκο θα χρησιμοποιήσει μια παλιά ντουλάπα, ενώ θα βάλει τραπεζοκαθίσματα μπροστά στο πεζοδρόμιο για να κάνει το μαγαζί του στέκι των Θεσσαλονικέων.
Ως υπαλλήλους θα απασχολήσει τη γυναίκα του και την πεθερά του που φτιάχνουν τα γλυκά στο σπίτι και τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του που τα μεταφέρουν στα χέρια για να ψηθούν σε φούρνο του Βαρδάρη.
Το διάσημο πελατολόγιο και το άνοιγμα στην Αθήνα Το πρώτο «επίσημο» δημιούργημά του ήταν τα θρυλικά ροδίνια. Αμυγδαλόπαστα που γέμισε με κρέμα σαντιγί, και για χάρη της το κατάστημά του, αφού έγιναν περιζήτητα σε όλη τη Θεσσαλονίκη.
Με το πέρασμα των χρόνων και έπειτα από σκληρή δουλειά ο «Αγαπητός» καταφέρνει να μεγαλώσει την γκάμα του φτιάχνοντας περισσότερα από 300 είδη γλυκών, εκ των οποίων οι τούρτες «Μαρκησία» και «Ευφροσύνη», το προφιτερόλ, τα ροδίνια και οι καριόκες παραμένουν μέχρι σήμερα περιζήτητα. Το μαγαζί της Τσιμισκή θα γνωρίσει μεγάλες δόξες και θα γίνει στέκι γνωστών προσωπικοτήτων. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οικογένεια Καραμανλή, η Μαρινέλλα, ο Γιάννης Πάριος, αλλά και όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής θα περάσουν από το ζαχαροπλαστείο «Αγαπητός», συνήθεια απαράβατη σε κάθε επίσκεψή τους στη συμπρωτεύουσα. Ονειρο του παππού Αγαπητού είναι να επεκταθεί σύντομα και στην πρωτεύουσα, αφού ήδη έχει αποκτήσει πολλούς Αθηναίους πελάτες. Η επιθυμία του θα γίνει πραγματικότητα το 2000, οπότε και εγκαινιάζεται το πρώτο αθηναϊκό ζαχαροπλαστείο στο Σύνταγμα.
Ο ιδρυτής της επιχείρησης θα αποκτήσει δύο γιους και δύο κόρες. Ολοι τους θα εργαστούν στην επιχείρηση διατηρώντας αναλλοίωτο το ύφος και την παράδοση. Την Πρωτοχρονιά του 2002 ο Αγαπητός Βαλογιώργης θα φύγει από τη ζωή σε ηλικία 97 ετών, ενώ θα δουλεύει μέχρι και την παραμονή Χριστουγέννων, ικανοποιημένος που κατάφερε να στήσει ένα ζαχαροπλαστείο-σημείο αναφοράς στη Θεσσαλονίκη. Από τότε τα ηνία κρατούν τα τρία εγγόνια, οι Θεόδωρος, Αγαπητός και Αλέξης, που ποτέ δεν θα κατεβάσουν την κορνίζα με τη μορφή του παππού πίσω από το ταμείο. Ο συνονόματος Αγαπητός θα μπει στην επιχείρηση σε ηλικία μόλις 6 χρονών, με κύριο καθήκον να κάνει «μασουράκια» τα κέρματα. Θα σπουδάσει στο Λονδίνο Hotel and Catering Management και με το τέλος των σπουδών του θα επιστρέψει αμέσως στην οικογενειακή επιχείρηση σε επιτελική θέση, καταφέρνοντας να την εισαγάγει στον χώρο του catering.
Οι τρεις κληρονόμοι θα δημιουργήσουν αλυσίδα 11 καταστημάτων και μία γκάμα 500 προϊόντων. Θα στραφούν επίσης και στην ανάπτυξη του «Αγαπητού» μέσω franchising.
Τα επιχειρηματικά ανοίγματα όμως θα τους αφήσουν ξεκρέμαστους όταν η κρίση στην αγορά, αλλά και ο ανταγωνισμός θα φέρουν τα πρώτα χτυπήματα, τα οποία, όπως αποδείχτηκε σήμερα, ήταν αλλεπάλληλα και ανελέητα. Τόσο που τελικά το οχυρό «Αγαπητός» παραδόθηκε στην οικονομική κρίση.
Τα εγγόνια Αγαπητός και Αλέξανδρος Βαλογιώργης θα πάρουν τα ηνία της επιχείρησης το 2002 και θα τη γιγαντώσουν. Θα δημιουργήσουν αλυσίδα 11 καταστημάτων, θα αναπτύξουν το franchising, θα εισέλθουν στον χώρο του catering, ενώ η γκάμα των προϊόντων «Αγαπητός» θα φτάσει τα 300 προϊόντα
Ετσι, πριν από μερικές μέρες, κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης αίτηση προσωρινής πτώχευσης και εφαρμογής σχεδίου ανασυγκρότησης. Οπως αναφέρεται στην αίτηση της εταιρείας, τα τελευταία τέσσερα χρόνια τα έσοδά της μειώθηκαν κατά 47%. Συγκεκριμένα, το 2008 είχε τζίρο 6,6 εκατ. ευρώ, ενώ το 2011 ο κύκλος εργασιών της έκλεισε στα 3,4 εκατ. ευρώ. Οι συνολικές οφειλές της εταιρείας ανέρχονται στα 10,6 εκατ. ευρώ, μεταξύ αυτών 4,5 εκατ. σε τράπεζες, 1,8 εκατ. στα ασφαλιστικά ταμεία και 650.000 ευρώ στην Εφορία.
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ