Δεν υπάρχει μέσο μαζικής επικοινωνίας, εθνικό ή διεθνές, το οποίο να μην έχει... παρουσιάσει την αύξηση των περιστατικών αυτοκτονιών στην Ελλάδα ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης. Σε τι βαθμό ισχύει αυτή η συσχέτιση και που υπάρχει μία πιθανή υπερβολή θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε στη συνέχεια.
Μία ασφαλής αφετηρία για την ανάλυση του θέματος είναι η ανασκόπηση σχετικών επιστημονικών μελετών. Σύμφωνα με ορισμένες από αυτές η οικονομική αστάθεια δεν σχετίζεται με ουσιώδη μεταβολή του επιπέδου της υγείας των κατοίκων της πληγείσας χώρας. Μάλιστα υπάρχουν ορισμένες μελέτες οι οποίες διαπιστώνουν ότι κατά τη διάρκεια μίας οικονομικής κρίσης υπάρχουν βελτιώσεις στην υγειονομική κατάσταση του πληθυσμού. Χαρακτηριστικά είναι τα συμπεράσματα σημαντικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε για να καταγράψει τις υγειονομικές συνέπειες της «Μεγάλης Ύφεσης» στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής από το 1929 έως και το 1937. Πράγματι τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο διαπιστώθηκε μία σημαντική μείωση στη θνησιμότητα του πληθυσμού. Η μείωση αυτή οφειλόταν κατά κύριο λόγο στη μείωση των θανάτων λόγω πνευμονίας (26,4 % του συνόλου), λόγω νόσου των πτηνών (13,1 % του συνόλου) και φυματίωσης (11,2 % του συνόλου). Στην ίδια έρευνα διαπιστώθηκε ότι αυξήθηκαν τα ποσοστά θανάτων από καρδιακή νόσο (19,4 % του συνόλου), καρκίνο (8,1 % του συνόλου) και διαβήτη (2,9 % ). Όμως από τα ανωτέρω νοσήματα μόνο η καρδιακή νόσος δύναται να συνδεθεί πειστικά με τους οικονομικούς κλυδωνισμούς.
Σε άλλες έρευνες, που διεξήχθηκαν στο παρελθόν σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, οι επιστήμονες διερεύνησαν συγκεκριμένα τις σχέσεις μεταξύ της οικονομικής ύφεσης, της ανεργίας και του ποσοστού αυτοκτονιών. Τα αποτελέσματα τέτοιων ερευνών αναδεικνύουν καταρχήν ότι δεν υπάρχει αλληλεξάρτηση μεταξύ ενός μεμονωμένου αρνητικού οικονομικού γεγονότος (πχ χρηματιστηριακή ύφεση) και του ποσοστού των αυτοκτονιών. Αντίθετα τέτοια συσχέτιση προέκυψε σε πρόσφατη έρευνα με αναφορά την κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μεταξύ μεμονωμένης της ανεργίας και του ποσοστού αυτοκτονιών. Εντούτοις παρά την ισχυρή αυτή συσχέτιση, όταν η ανεργία μελετήθηκε ως παράγοντας αυτοκτονιών σε συνδυασμό με την οικονομική ύφεση αναδείχτηκε ότι το ποσοστό αυτοκτονιών μεταξύ των ανέργων κινήθηκε στην αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι τα ποσοστά αυτοκτονιών ανάμεσα στους ανέργους μειώθηκαν κατά τη διάρκεια μίας οικονομικής ύφεσης, ενώ την περίοδο της οικονομικής ανάκαμψης εμφανίστηκαν αυξημένα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όταν κάποιος οδηγείται στην αυτοκτονία συνήθως έχει ένα σημαντικό ψυχιατρικό υπόβαθρο, όπως για παράδειγμα κατάθλιψη. Είναι λοιπόν ιδιαίτερα σημαντικό για την πρόληψη των αυτοκτονιών η διατήρηση ενός ικανοποιητικού επιπέδου ψυχικής υγείας. Αυτό μπορεί να σημαίνει και μία αναμόρφωση του συστήματος ψυχικής υγείας με βάση και τα νέα οικονομικά δεδομένα που ισχύουν μετά από μία κρίση. Επιπλέον μία ορθή κατανόηση της συμβολής άλλων παραγόντων είναι ένα σημαντικό έργο στην πρόβλεψη και στην πρόληψη νέων περιστατικών αυτοκτονίας, τόσο σε επίπεδο ατομικού κινδύνου, όσο και στο σύνολο του πληθυσμού.
Την ίδια ώρα η κάλυψη των περιστατικών αυτοκτονίας από τα ΜΜΕ δύναται να παίξει το δικό της ρόλο στην εξέλιξη του φαινομένου. Σίγουρα η δημοσιογραφική κάλυψη δεν μπορεί να περιορίζεται κάθε φορά στη σύνδεσή τους με τις όποιες επιβλαβείς επιδράσεις της κρίσης. Η μονομερής αυτή κάλυψη οδηγεί στο φαινόμενο της δημιουργίας προτύπων που βασίζονται στην αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Αντίθετα θα πρέπει να παρουσιάζονται και οι αρνητικές συνέπειες αυτής καθαυτής της πράξης, έτσι ώστε να έχει μία προστατευτική επίδραση στους εν δυνάμει μιμητές.
Οι αυτοκτονίες αποτελούν ένα εξαιρετικά πολύπλοκο φαινόμενο το οποίο επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες όπως ψυχιατρικούς, περιβαλλοντικούς και γενετικούς. Αξίζει να σημειωθεί για παράδειγμα ότι όπως έχει παρατηρηθεί σε κάποιες χώρες, ακόμη και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις έπαιξαν σημαντικά ρόλο σε περιόδους κρίσης καθώς ενήργησαν από μόνες τους προστατευτικά (π.χ. στην Ιρλανδία). Ορισμένοι από αυτούς τους παράγοντες είναι αμοιβαία αλληλοεξαρτώμενοι, και έτσι η ανεξάρτητη επίδραση τους παραμένει δυσδιάκριτη και δύσκολη να διερευνηθεί από μεθοδολογική σκοπιά. Περαιτέρω επιστημονική μελέτη κρίνεται απαραίτητη, ώστε να αναλύσει αξιόπιστα το θέμα και να αποδώσει το πραγματικό μερίδιο στους παράγοντες που το δημιουργούν. Τέλος είναι ιδιαίτερα σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η οικονομική κρίση στην χώρα φαίνεται να έχει φέρει πολλά δεινά στη ζωή των πολιτών σε καμία όμως περίπτωση όλα τα δεινά δεν οφείλονται στην κρίση…
Ο Γρηγόρης Λέων είναι Ιατρός-Ιατροδικαστής, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών