tromaktiko: Μια ονειρική σχέση με τη γιαγιά, μια ολέθρια με τη μητέρα

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

Μια ονειρική σχέση με τη γιαγιά, μια ολέθρια με τη μητέρα



της Κορίνας Καφετζοπούλου 
Η γνωστή συγγραφέας Ζοέλ Λοπινό, μιλά στο MadeinCreta για τις γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή της. Πόσο εύκολο είναι να αλλάξει κάποιος τη ζωή του και να προσπεράσει ό,τι τον πλήγωσε; Πόσο εύκολο είναι να συγχωρέσει κανείς ό,τι πραγματικά τον...
πόνεσε; Πόσο εύκολο είναι κάποιος να ξεχάσει;

Η αλήθεια είναι πως εύκολο δεν είναι. Είναι όμως λυτρωτικό.

Η γνωστή συγγραφέας Ζοέλ Λοπινό μίλησε στα ΜadeinCreta για όλα αυτά που οι άνθρωποι, ειδικά σήμερα έχουν ξεχάσει λόγω της πίεσης που νιώθουν από την πληθώρα των προβλημάτων.

Μίλησε για την ψυχή, για τα ανθρώπινα και επαναλαμβανόμενα λάθη και για την αγάπη.

Τα ενδιαφέρον σε αυτή τη συζήτηση είναι ότι η ίδια κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν ήταν η γνωστή συγγραφέας ή η έμπειρη πλέον γυναίκα, μητέρα 4 παιδιών, ήταν η μικρή Ζοέλ που μίλαγε για τη γιαγιά της, την Καλλιόπη Κανιαδάκη.

Ήταν η εγγονή της γιαγιάς από τα Σφακιά. Μιας σκληρής αλλά και τρυφερής γυναίκας που της πρόσφερε το «φως της ζωής» όπως χαρακτηριστικά θα πει κάποια στιγμή αλλά και με ένα μαγικό τρόπο την έπεισε ότι δεν είναι Γαλλίδα, αλλά μια περήφανη Ελληνίδα.

Οι δυο γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή της Ζοέλ Λοπινό. Η γιαγιά Καλλιόπη,μόλις 42 ετών, κρατά στην "ποδιά" της , την κόρη της.

Δεν έχει σημασία ότι η Ζοέλ μέχρι τα 19 της χρόνια, που για πρώτη φορά έρχεται στην Ελλάδα, δεν ξέρει να πει ούτε «καλημέρα», στη μητρική γλώσσα της μητέρας και της γιαγιάς.

Λόγω του ρατσισμού που βίωσε η οικογένεια από τους Γάλλους, παρά το γεγονός ότι ο πατέρας της ήταν Γάλλος, η γλώσσα αυτή είναι απαγορευμένη ακόμα και μέσα στο σπίτι.

Σημασία έχει ότι μέσα από τις διηγήσεις της Κρητικιάς γιαγιάς, έστω και στα γαλλικά, αποκτά μια μεταφυσική σχέση με την Ελλάδα και ειδικά με την Κρήτη που θα γνωρίσει πολύ αργότερα, μετά τα 30 της.

Τι ειρωνεία αλήθεια; Στη γλώσσα που της απαγορεύτηκε να μιλά θα γράψει το δεύτερό της βιβλίο και όλα από εκεί και μετά.

Η Ζοέλ Λοπινό πρόσφατα βρέθηκε στο Ηράκλειο για την παρουσίαση του βιβλίου της «Αυτό το σπίτι είσαι εσύ». Πιο ήρεμη και κατασταλαγμένη από πότε, αυτή την περίοδο γράφει τη συνέχεια της «Αργιλιάς» που καταγράφει τη ζωή της μητέρας της, της δεύτερης γυναίκας που σημάδεψε τη ζωή της, μέσα από μια σχέση που πέρασε «δια πυρός και σιδήρου».

Μιας σχέσης όχι τρυφερής που συμφιλιώθηκε στο τέλος.

-Πως είστε;
«Μάλλον καλύτερα από ποτέ!»

-Αυτό το λέει κάποιος μόνο όταν τα έχει βρει με τον εαυτό του

«Η αλήθεια είναι ότι έκανα μια μακρά διαδρομή πως αυτή την κατεύθυνση, που ξεκίνησε πριν 7 χρόνια, αλλά βρήκα τον εαυτό μου μετά που χώρισα. Πριν χωρίσεις αναθεωρείς πολλά πράγματα. Όλη αυτή η διαδικασία, αυτό το ψάξιμο, σε βοηθάει να βρεις το βάρος της ευθύνης που φέρεις, διότι πάντα φταις κι εσύ.

Για να μην κάνεις τα ίδια λάθη, για να βρεις τα κομμάτια σου, πρέπει να δουλέψεις με τον εαυτό σου, για να τον χτίσεις ξανά».

-Έχετε κάνει όμως δύο φορές το ίδιο λάθος

«Μάλλον δε γινόταν αλλιώς… Με πίεσαν τα παιδικά μου χρόνια και το γεγονός ότι δεν ήμουνα από εδώ και είχα διαφορετική νοοτροπία».

-Μάλλον αυτή η «διαφορά» ήταν και το ενδιαφέρον της αρχής

«Όντως αυτό ήταν και το ενδιαφέρον. Πάντα η γιαγιά μου η Καλλιόπη μου έλεγε: «Εσύ θα πάρεις Έλληνα»».

-Σας επηρέασε τόσο πολύ η γιαγιά σας;

«Της έχω ιδιαίτερη αγάπη. Ήταν το φως μου και ενδεχομένως η μοναδική πηγή αγάπης που είχα ως παιδί. Με τις περιγραφές της, τις μυρωδιές, τον τρόπο ζωής των Ελλήνων εμφύτευσε μέσα μου το όνειρο για την Ελλάδα. Με επηρέασε πάρα πολύ στη ζωή μου».

-Εσείς την πιστεύατε όταν σας έλεγε ότι θα παντρευτείτε Έλληνα;

«Μου φαινόταν απίθανο! Μου φαινόταν ένα ωραίο όνειρο. Ήθελα να ικανοποιήσω και τη γιαγιά μου και έκανα στόχο ζωής να έρθω κάποτε στην Ελλάδα και 18 χρονών ήρθα και έζησα. Στην Κρήτη ήρθα 30 χρονών για πρώτη φορά».

-Αργήσατε όμως...

«Άργησα αλλά ήταν σαν να ήμουν εδώ πάντα»

-Τι νιώσατε στη διαδρομή προς τα Σφακιά;

«Μου ταίριαξε τόσο αυτό το άγριο τοπίο. Μόνο και μόνο που φανταζόμουν ότι είχε περάσει από εκεί η γιαγιά μου, ήταν από τις πιο δυνατές στιγμές της ζωής μου.

Ένιωσα κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω»

-Από τις περιγραφές της θα λέγατε ότι αναπτύχθηκε μια μεταφυσική σχέση με την Κρήτη;

H κ. Λοπινό σύντομα θα εκπληρώσει το πραγματικό της όνειρο, που είναι η μόνιμη εγκατάσταση της, στην Κρήτη.

«Ω ναι! Απόλυτα ναι! Και για την Ελλάδα και για την Κρήτη. Είχα από παιδί όλες τις εικόνες της γιαγιάς μου μέσα μου. Δε θα ξεχάσω ότι όταν ήρθα για πρώτη φορά ήταν ανατριχιαστικό όλο αυτό που ένιωσα. Νόμιζα ότι εκείνη την ώρα ζει αυτή, μέσα από μένα»

-Ήσασταν το αγαπημένο της εγγόνι;

«Ήμουν μάλλον η αγαπημένη της και αυτή που ήταν πιο κοντά της. Διαμόρφωσε το χαρακτήρα μου αυτή η σχέση. Πολλές φορές σκέφτομαι ότι αν δεν της έμοιαζα δε θα άντεχα στη ζωή αυτά που άντεξα.

Ήταν πολύ σκληρή γυναίκα και με τα παιδιά της, διότι και οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες. Πέρασαν ρατσισμό, μοναξιά, πολέμους και αυτό την σκλήρυνε και άλλο. Αλλά με εμένα ως εγγονή και με τα υπόλοιπα εγγόνια της ήταν πολύ γλυκιά και τρυφερή. Μάλιστα όταν η μητέρα μου διάβασε την «Αγριλιά» μου είπε: «Ωραία την περιγράφεις αλλά μαζί μας δεν ήταν τόσο γλυκιά!»

-Η μητέρα σας τη ζήλευε αυτή τη σχέση;

«Ναι, διότι ήταν μια ιδιαίτερη σχέση αυτή που είχε αναπτυχθεί μεταξύ μας. 7 χρονών, έκανα με τα πόδια 6 χιλιόμετρα να πάω, να τη δω και 6 να γυρίσω. Η γιαγιά μου ήταν μια ιδιαίτερη γυναίκα και έμεινε Κρητικιά μέχρι το τέλος της ζωής της.

Δεν την άλλαξε η Γαλλία είχε μια απίστευτη γενναιοδωρία και φιλοξενία, πρωτάκουστη για τα γαλλικά δεδομένα. Ζούσε μεγάλη μοναξιά, όμως ήταν μόνη πολλά χρόνια.

Αυτό με τρόμαζε. Έμπαινα μέσα στο σπίτι και άκουγα μόνο τον ήχο του ρολογιού να κάνει τικ-τακ , τικ-τακ.

Γι'αυτό και πήγαινα συχνά. Όταν κάθισα να γράψω το βιβλίο της, ένα – ένα τα κομμάτια της, άρχισαν μα μεταπηδούν από μέσα μου, τόσο φυσικά.

Μου έκαναν εντύπωση όλα αυτά που μου έλεγε αλλά το κυριότερο ότι ο κόσμος είναι κακός και πρέπει να προσέχω. Και εγώ τόσο αθώα της έλεγα: «Όχι γιαγιά!» Και αυτή, επέμενε και μου έλεγε: «Να προσέχεις ο κόσμος είναι κακός…»

-Η γιαγιά σας, σας έμαθε Ελληνικά;

«Δεν μιλήσαμε ποτέ ελληνικά στο σπίτι μας. Δεν ήξερα να λέω ούτε καλημέρα! Εδώ έμαθα όταν ήρθα πριν κλείσω τα 20».

-Ούτε καλημέρα! Με γιαγιά και μητέρα Ελληνίδες γιατί;

«Στο σπίτι μας δε μίλαγε κανείς ελληνικά, ούτε η μαμά μου σε εμάς. Ήταν τόσο μεγάλος ο ρατσισμός που είχαν βιώσει από τους Γάλλους, που μας απαγόρευσαν να μιλάμε ελληνικά για να μην ξεχωρίσουμε από τα άλλα παιδιά όταν πηγαίναμε σχολείο.

Η μαμά μου πέθανε και δήλωνε Γαλλίδα, ασχέτως αν ήταν Ελληνίδα στην προσωπικότητά της, ενώ εγώ παντού δήλωνα ότι είμαι Ελληνίδα».

«Ο ρόλος της αγάπης»

-Τι έχετε μάθει από τη ζωή σας μέχρι σήμερα;

«Τώρα πλέον ξέρω τι να αποφεύγω. Θέλω να ζω το κάθε «δώρο» που έχω μέσα μου. Δε θα κολλήσω ποτέ στη λάσπη του σήμερα… Αν δεν μου κάνει το σήμερα; Το αλλάζω!

Η ζωή από μόνη της είναι ένα τεράστιο μάθημα και πρέπει να μαθαίνουμε από τα αρνητικά. Αυτά μας δυναμώνουν και μας οδηγούν στην αυτογνωσία.

Φανταστείτε να ήταν η ζωή μια γαλήνια λίμνη; Τι θα κάναμε; Δε θα είχαμε ποτέ αναπτυχθεί ως προσωπικότητες. Πραγματικά πέρασα πολύ άσχημα στη ζωή μου αλλά την ευχαριστώ για αυτά που μου χάρισε».

-Τι σας έλειψε;

«Θα ήθελα να έχω μεγαλώσει μέσα στην αγάπη και τα μαθήματα της ζωής να έχουν έρθει μέσα από την αγάπη. Εγώ, με εξαίρεση τη σχέση που είχα με τη γιαγιά μου, μεγάλωσα χωρίς αγάπη και δυσκολεύτηκα να αγαπήσω τον εαυτό μου - όταν συμβαίνει αυτό δεν μπορείς να αποδεχθείς την υπόσταση σου. Η αγάπη της γιαγιάς δεν έφτανε βλέπετε, ήθελα και την αγάπη των γονιών μου.

Αποδείχθηκε στο τέλος της ζωής του πατέρα μου, ότι με αγαπούσε αλλά δεν ήξερε να το δείξει».

-Την αγάπη λοιπόν, γενικώς, δεν πρέπει να τη νιώθεις αλλά και να τη δείχνεις.

«Εννοείται, αυτό είναι το αυτονόητο! Ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει για αυτό και τα ζευγάρια δεν πάνε καλά μεταξύ τους, στο γάμο τους. Θεωρούν δεδομένη την αγάπη αλλά δεν το δείχνουνε. Και την αγάπη πρέπει να τη δείχνεις με κάθε ευκαιρία και να το λες όχι μόνο με τις πράξεις αλλά και με τα λόγια. Εγώ διαφωνώ με την άποψη ότι την αγάπη τη δείχνεις. Πρέπει το «σ’αγαπώ» να το λες. Όταν λες στον άλλον ότι τον αγαπάς χαμογελάει το πρόσωπο του γιατί λοιπόν να μη δίνεις τέτοια χαρά στον άλλο».

Η λύτρωση

-Το γράψιμο ήταν διέξοδος για εσάς;

«Ναι, ήταν ένας τρόπος για να ξεφεύγω από την πραγματικότητα της οικογένειας μου. Ήμουν πολύ ονειροπόλα από μικρή και μια ζωή έφτιαχνα σενάρια - ακόμα και τώρα.

-Όταν γράφετε ένα βιβλίο έχετε στο μυαλό σας και την αρχή και το τέλος;

«Το κάθε βιβλίο έχει τη δική του ιστορία. Είναι θα έλεγα σαν τις εγκυμοσύνες. Άλλο έρχεται εύκολα και απλά, και άλλο σε δυσκολεύει σε ταλαιπωρεί. Το τελευταίο μου βιβλίο «Αυτό το σπίτι είσαι εσύ», είναι το αποτέλεσμα μια μεγάλης εργασίας και πολύ διαβάσματος. Ήθελα όμως να αποδώσω δύσκολες έννοιες με απλό τρόπο ώστε να μπορέσει ο καθένας να αποκομίσει κάτι.

-Αλήθεια όταν γράφετε ένα βιβλίο, γράφετε για εσάς ή για τους άλλους;

«Μερικά βιβλία τα γράφω για μένα, όπως η «Αγριλιά». Μέσα μου όμως υπήρχε και αυτό που ήθελα να δείξω: ότι υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι που διασχίζουν τη ζωή μας και το πόσο μπορεί να λειτουργούν ως παράδειγμα . Η ζωή της Καλλιόπης έχει επηρεάσει πολύ κόσμο στην Ελλάδα.

Το τελευταίο μου, το έγραψα για τον κόσμο, διότι πολλά πράγματα τα έχω ζήσει. Όπως συχνά λέω και στις παρουσιάσεις των βιβλίων, είναι ένα βιβλίο που έχει απλές συνταγές ευτυχίες. Είναι συνταγές ισορροπίας, για να μάθει κάποιος να αντλεί τα όμορφα κομμάτια της ζωής. Πρέπει όμως να κάνεις κάθαρση. Εμένα με βοήθησε η γραφή για να καθαρίσω τον κήπο μου.

-Η Καλλιόπη έκανε ποτέ κάθαρση;

«Όχι»

-Η μητέρα σας;

«Ποτέ. Η μητέρα μου πέθανε σχετικά νέα και έφυγε με έναν «πόλεμο» μέσα της και νομίζω ότι αυτό μου έγινε μάθημα - εγώ δεν ήθελα να φύγω από τον κόσμο διχασμένη και πονεμένη. Θέλω να πεθάνω σε ειρήνη. Αυτό ήθελα, μέσα μου να είμαι ήρεμη. Και για αυτό δούλεψα πολύ σκληρά μέσα μου».

-Τα σχέδια σας για το μέλλον; Γράφετε τώρα;

«Γράφω τη συνέχεια της «Αγριλίας». Την ιστορία της μητέρας μου, όχι με τα μάτια της κόρης. Κάποτε είχα πολύ θυμό απέναντί της. Και η μητέρα μου είχε μια δύσκολη ζωή. Τώρα προσπαθώ να μπω στο πετσί της. Πέρασε πολλά πράγματα.

Είναι περίεργο αλλά αυτό το βιβλίο γράφεται και είναι από μόνο του η μαμά μου, η οποία γέλαγε πολύ και έκλαιγε πολύ, δεν ήταν ποτέ στάσιμη. Και το βιβλίο είναι έτσι κωμικοτραγικό είναι, αλλά μου βγαίνει αυθόρμητα».

-Γιατί αργήσατε να «μπείτε στα παπούτσια» της;

«Δεν έχω αργήσει το έκανα πολύ νωρίς, υποχρεώθηκα, για να κατανοήσω τη συμπεριφορά της απέναντι σε μένα και τους άλλους. Το έκανα για να μπορέσω να συγχωρήσω τον εαυτό μου καταρχήν.

Θεωρώ ότι ο κάθε γονέας έχει κάνει τα λάθη του, και εγώ έχω κάνει τα λάθη της ζωή μου, με τα παιδιά μου.

Για αυτές τις γενιές ήταν ακόμα πιο δύσκολα. Δε λειτουργούσε η ψυχολογία μέσα τους. Δεν ήξεραν, έκαναν ό,τι μπορούσαν».

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!