tromaktiko: Ομιλία του προέδρου της ΔΗΜΑΡ, Φώτη Κουβέλη, στην εκδήλωση του κόμματος με θέμα «Ποιος δρόμος για την Ευρώπη»

Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Ομιλία του προέδρου της ΔΗΜΑΡ, Φώτη Κουβέλη, στην εκδήλωση του κόμματος με θέμα «Ποιος δρόμος για την Ευρώπη»



από το Γραφείο Τύπου
Εμπάργκο 7.30 μ.μ.
Μετά τον β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το σπουδαιότερο επίτευγμα στην ήπειρό μας ήταν και παραμένει το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Η παγκοσμιοποίηση αλλάζει ριζικά την ισορροπία των οικονομικών δραστηριοτήτων ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή. Αναδεικνύει νέους παγκόσμιους οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες. Αυτό το ραγδαία εξελισσόμενο διεθνές περιβάλλον, δεν προσφέρεται για μοναχικές πορείες. Για «μικρούς – μοναχικούς εθνικούς καβαλάρηδες». Όπως είπε ο Ζακ Ντελόρ «η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι η απάντηση σε μια παγκοσμιοποίηση χωρίς όρια και κανόνες».

Ειδικά για την Ελλάδα της κρίσης χρέους, ο δρόμος εκτός ευρώ θα σήμαινε δραματικό σκηνικό ακραίας φτώχειας. Όμως η ευρωπαϊκή επιλογή για τη χώρα μας είχε εξαρχής και έχει όχι μόνο οικονομικό, αλλά και στρατηγικό γεωπολιτικό χαρακτήρα. Υπηρετούσε τη Δημοκρατία, τον εκσυγχρονισμό και την ασφάλεια της χώρας.

Γι’ αυτό θεωρούμε την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ παρ’ όλες τις συγκυριακές δυσκολίες, καθοριστικής σημασίας ,– και δεν θέλουμε να τεθεί σε οποιοδήποτε «ρίσκο».

Η έξοδος της χώρας μας από την κρίση συνδέεται με την αντιμετώπιση των παθογενειών του κοινωνικοοικονομικού μοντέλου και του συστήματος πολιτικής διακυβέρνησης, με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων στο κράτος και την οικονομία. Επηρεάζεται όμως εξίσου σημαντικά από την ευρωπαϊκή πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης χρέους.

Δυστυχώς η πολιτική που εφαρμόστηκε - με την επιμονή της Γερμανίας – ήταν αυτή της γενικευμένης ευρωπαϊκής λιτότητας. Αυτή η πολιτική αποδείχθηκε ότι δεν έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Σήμερα είναι πλέον εξαιρετικά εμφανή και αναγνωρίσιμα τα αδιέξοδα, οικονομικά – κοινωνικά και πολιτικά. Αφορούν πρωτίστως τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου – που υποβαθμίζονται με ύφεση, ανεργία, μείωση εισοδημάτων- αλλά επεκτείνονται και στον «κεντρικό πυρήνα» της ευρωζώνης.

Σε αυτή την πραγματικότητα, με κυρίαρχο το αίσθημα ανασφάλειας των ευρωπαίων πολιτών, αναπτύσσεται ο ευρωσκεπτικισμός που ενισχύεται από τον κάθε είδους δεξιό και αριστερό λαϊκισμό. Διαμορφώνεται ένα κλίμα που ενισχύει την αναζήτηση προστασίας σε μια παρωχημένη και αδιέξοδη εθνική περιχαράκωση. Που ευνοεί την ξενοφοβία και την άνοδο της άκρας δεξιάς.

Αν δεν αλλάξει αυτή η πολιτική, θα ενισχυθούν οι φυγόκεντρες τάσεις, θα μεγαλώσει το χάσμα Βορρά –Νότου, θα τροφοδοτηθεί η διάσπαση της ευρωζώνης και εν τέλει θα κινδυνεύσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Η πορεία των τελευταίων χρόνων ανέδειξε τις συστημικές ατέλειες της Ευρωζώνης, τα «κενά» στην οργάνωση και τη λειτουργία των θεσμών της. Μια ανολοκλήρωτη και δημοκρατικά αβαθή ενοποίηση, ένα απροστάτευτο, εν πολλοίς, κοινό νόμισμα, σε ανισότιμες μεταξύ τους οικονομίες.

Η ευρωπαϊκή αντιμετώπιση της κρίσης ήταν κατώτερη των αναγκών και αρνιόταν πεισματικά να δει και την ευρωπαϊκή συστημική πλευρά της κρίσης, σε συνδυασμό με τον τρόπο που λειτουργεί το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα τις τελευταίες δεκαετίες.

Οι χώρες του Νότου με το υφιστάμενο γερμανικής έμπνευσης μείγμα οικονομικής πολιτικής, ασφυκτιούν σε μια «Γερμανική Ευρώπη». Μια επανεθνικοποίηση, υπό τον φόβο των Βορείων ότι τα λεφτά των χωρών τους θα πηγαίνουν στις φτωχές χώρες ή υπό την εύλογη ανησυχία των χωρών που βρίσκονται σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής ότι μειώνονται οι δυνατότητες αυτοκαθορισμού τους, θα είναι καταστροφική και θα σημάνει την υποβάθμιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην παγκόσμια σκηνή.

Σήμερα, ακόμη και σημαίνοντες εκπρόσωποι των «αγορών», όπως πρόεδρος της Pimco, δηλώνουν ότι «η λιτότητα κλονίζει την εμπιστοσύνη των αγορών»! Κορυφαίοι θεσμικοί εκπρόσωποι των Βρυξελλών, όπως ο πρόεδρος Μπαρόζο, επισημαίνουν ότι «η λιτότητα έφτασε στα όριά της».

Είναι σαφές πλέον, ότι η συνταγή «πρώτα δημοσιονομική πειθαρχία και μετά ανάπτυξη» έχει βρει τα όριά της. Η απάντηση, οφείλει να συνδυάσει τη δημοσιονομική σταθεροποίηση με την ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης. Απαιτείται άμεσα η έμφαση να δοθεί στην ανάπτυξη και την οικονομική ενοποίηση με την ανάληψη μεγάλων πρωτοβουλιών. Με απλά λόγια δεν μπορεί να διατηρηθεί το ενιαίο νόμισμα αν δεν υπάρξει οικονομική ενοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ενοποίηση των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών λειτουργιών, φορολογική εναρμόνιση, αλλά και ένα συνεκτικό πλέγμα πολιτικών συνανάπτυξης, απασχόλησης, κοινωνικής συνοχής και προστασίας του περιβάλλοντος.

Εμείς πιστεύουμε στο δρόμο της ευρωπαϊκής ενοποίησης που θα βασίζεται στην αλληλεγγύη και στις δίκαιες μεταφορές – αναδιανομές πόρων από τις πλεονασματικές στις ελλειμματικές χώρες. Αυτή είναι και τώρα η «πυξίδα» για να βγει η Ευρώπη από την κρίση. Είναι απαραίτητο όσο ποτέ ένα συνολικό σχέδιο βιώσιμης προοπτικής για την Ε.Ε. Αυτό το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει :

• Την αντικατάσταση του Συμφώνου Σταθερότητας για δημοσιονομικό συντονισμό με ένα πιο ευέλικτο «Σύμφωνο για το Ευρώ», τη χρονική επιμήκυνση της δημοσιονομικής εξυγίανσης ώστε να σταθεί δυνατή η σύνδεση της με την διαδικασία ανάπτυξης.

• Τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών

• Το άμεσο προχώρημα της τραπεζικής ένωσης και της κοινής εποπτείας.

• Την αμοιβαιοποίηση του χρέους των χωρών μελών μέχρι ποσοστού 60% του ΑΕΠ και την έκδοση ευρωομολόγου (eurobonds) για την αλληλέγγυα αντιμετώπισή του.

• Την εκδίπλωση ενός πλέγματος αναπτυξιακών παρεμβάσεων – ένα ευρωπαϊκό σχέδιο Μάρσαλ - και ειδικά ομόλογα έργου για επενδύσεις σε υποδομές ευρωπαϊκής κλίμακας, κυρίως στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας.

• Τον ενεργότερο ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στις αναπτυξιακές παρεμβάσεις.

• Την αύξηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, που υποχώρησε στις τελευταίες συμφωνίες, ώστε να λειτουργήσει εξισορροπητικά για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και να συμβάλλει στη σύγκλιση των παραγωγικών ικανοτήτων, της ανταγωνιστικότητας και των συνθηκών ζωής.

• Την υλοποίηση μιας επεκτατικής οικονομικής πολιτικής που θα ενισχύσει την ζήτηση εντός των κρατών μελών. Την ελεγχόμενη “ποσοτική χαλάρωση” από την ΕΚΤ και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω των νομισματικών ισοτιμιών.

• Τη λήψη εκτεταμένων μέτρων ενίσχυσης της απασχόλησης, ώστε να μειωθεί η ανεργία και να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος μόνιμου αποκλεισμού από την αγορά εργασίας.

• Τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσα από τη νέα τεχνολογία και τα σύγχρονα μοντέλα οργάνωσης και όχι μέσω της κατεδάφισης των εργασιακών σχέσεων.

Οι παρεμβάσεις αυτές θα επιδράσουν αποφασιστικά για τον εκσυγχρονισμό του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου και θα συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης και του ανταγωνισμού.

Μέσα σ’ αυτόν τον δρόμο μπορεί να γίνει κοινωνικά ανεκτή και εφικτή η μείωση του χρέους και των ελλειμμάτων, μπορεί να ελεγχθεί η πολιτική αστάθεια και ο διευρυνόμενος ευρωσκεπτικισμός και να αντιμετωπισθούν τα εθνολαϊκιστικά κινήματα, είτε με δεξιά, είτε με αριστερά χαρακτηριστικά.

Όλες αυτές οι μεγάλες πρωτοβουλίες που συνιστούν σημαντικά βήματα οικονομικής ενοποίησης δεν μπορούν να προχωρήσουν αν δεν υπάρξει παράλληλη διαδικασία πολιτικής ενοποίησης και δημοκρατικής εμβάθυνσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό είναι το νέο προωθητικό όραμα που απαντά στις προκλήσεις των καιρών.

Η πολιτική ενοποίηση θα ενεργοποιήσει την κοινωνία των πολιτών, θα ενισχύσει το αίσθημα του ευρωπαίου πολίτη, το αίσθημα της ευρωπαϊκότητας και του συνανήκειν. Θα αντιμετωπίσει άμεσα τα δημοκρατικά ελλείμματα με πλήρη αναβάθμιση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με δημοκρατικά εκλεγμένη κυβερνώσα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με ανάδειξη του Προέδρου της Ένωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ενισχυμένο αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτικό έλεγχο στις αποφάσεις των ευρωπαϊκών οργάνων. Τέτοιες αλλαγές θα δώσουν ουσιαστικό νόημα στην συμμετοχή των πολιτών στις ευρωεκλογές, θα αυξήσουν το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή τους στις ευρωπαϊκές διαδικασίες.

Η πολιτική ενοποίηση πρέπει να είναι η κατεύθυνση της αλλαγής των συνθηκών στην Ευρώπη κα όχι η λογική των “διαφορετικών ταχυτήτων” και της “μεταβλητής γεωμετρίας”.

Ο γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χαμπερμάς πρόσφατα ζήτησε από τη χώρα του, όχι μόνο για το συμφέρον της, αλλά και για λόγους ηθικής ευθύνης, να ακολουθήσει μια πολιτική ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Επεσήμανε δε εύστοχα ότι «εμείς οι Γερμανοί οφείλουμε να έχουμε διδαχθεί από τις καταστροφές του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, ότι η οριστική αποφυγή ενός ηγεμονικού στάτους, το οποίο σπανίως μπορεί να διατηρηθεί χωρίς να διολισθήσει σε συγκρούσεις, είναι προς το εθνικό συμφέρον». Και κατέληξε στην ανάγκη για περισσότερη ευρωπαϊκή υπερεθνική δημοκρατία και πλήρως λειτουργική Ευρωζώνη. Αυτή πρέπει να είναι η επιδίωξη.

Πιστεύουμε ότι η πολιτική διακυβέρνηση της Ευρώπης αποτελεί ένα πρώτο και αποφασιστικό βήμα για την πολιτική διακυβέρνηση της παγκοσμιοποίησης, αλλά και για τη στήριξη της Δημοκρατίας που σήμερα ασφυκτιά και δείχνει αναποτελεσματική όσο παραμένει περιχαρακωμένη σε επιμέρους εθνικά πλαίσια.

Στο πρόσφατο ταξίδι μου στις Βρυξέλλες – και προτίμησα τις Βρυξέλλες εκτός των άλλων, για να σηματοδοτήσω την ανάγκη επαναφοράς των ευρωπαϊκών αποφάσεων στους Θεσμούς της Ευρώπης– έθεσα στον Μπαρόζο, τον Σούλτς, τον Σβόμποντα και στους ευρωπαίους επιτρόπους που συνάντησα, την ανάγκη ανάσχεσης των πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα, την πρόταξη της ανάπτυξης και την ανάγκη αντιμετώπισης της ανεργίας και της δημιουργίας ενός πλαισίου κοινωνικής προστασίας. Βρήκα «ευήκοα ώτα», καθώς η μονομερής προσήλωση στις πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής έχει αρχίσει να αποδυναμώνεται και επανεξετάζεται και στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων.

Η «κρίση» έχει ένα «καλό» κι ένα «κακό». Από την μία βαθαίνει το «χάσμα» ανάμεσα στην Ευρώπη και τους πολίτες της και από την άλλη μας «σπρώχνει» σε μια βαθύτερη θεσμική ολοκλήρωση. Αυτή είναι η αντίφαση που πρέπει να λυθεί στο εσωτερικό της υπέρ της Ευρώπης και των πολιτών της.

Για την Ελλάδα μεγάλη σημασία έχει να συνεχισθεί με ένταση η προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας μας, προώθησης μεταρρυθμίσεων στο κράτος και την οικονομία, επίτευξης αναγκαίων τροποποιήσεων και συμπληρώσεων στο πρόγραμμα προσαρμογής. Πρέπει να πετύχουμε τους δημοσιονομικούς στόχους του 2013 και ταυτόχρονα να οικοδομήσουμε συμμαχίες ώστε να πετύχουμε μια νέα συμφωνία στις αρχές του 2014. Μια συμφωνία που θα μειώσει δραστικά το χρέος και τις επιβαρύνσεις του, θα ενισχύσει την αναπτυξιακή διαδικασία και θα δώσει νέες δυνατότητες για άσκηση εκτεταμένης κοινωνικής πολιτικής και αποκατάσταση των αδικιών αυτής της πολύχρονης προσπάθειας.

Η συμμαχία των δυνάμεων του Νότου είναι αναγκαία, αλλά όχι με την λογική του «κλειστού μετώπου», καθώς πρέπει να υπάρξουν και θετικοί συνομιλητές στον Βορρά για να προωθηθούν ευνοϊκές ρυθμίσεις. Θεωρούμε αναγκαία την προώθηση κοινών δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο όλων των δυνάμεων του ευρύτερου πολιτικού φάσματος, που υποστηρίζουν την αλλαγή των πολιτικών λιτότητας και την προώθηση της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης.

Η Δημοκρατική Αριστερά είναι σαφώς τοποθετημένη στη «διαπραγμάτευση εντός του ευρώ», εν γνώσει των δομικών προβλημάτων της και των πολιτικών διαφορών που έχουμε σε σχέση με αυτή. Αυτό επιβάλλει η ευθύνη απέναντι στην χώρα και στους πολίτες της.

Θα συνεχίσουμε με μεγαλύτερη επιμονή τον αγώνα για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, τη δημοκρατική ανασυγκρότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ανανέωση των δημοκρατικών και κοινωνικών κατακτήσεων.
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!