στην παρουσίαση του βιβλίου του Γ. Παπαδογιάννη «Το Άδοξο Τέλος: Η Μετέωρη Πορεία, Η Συντριβή και η Αναγέννηση των Ελληνικών Τραπεζών».
«Είναι σωστή η επισήμανση του συγγραφέα ότι οι τράπεζες δεν είχαν επενδύσει σε τοξικά προϊόντα όπως οι τράπεζες άλλων χωρών αλλά είναι εξίσου σωστό ότι είχαν αναλάβει περισσότερους κινδύνους από όσους έπρεπε την περίοδο που η πιστωτική επέκταση ήταν άνω του 20% σε ετήσια βάση.
Είναι σωστό ότι το PSI «έφαγε» κεφάλαια αλλά εξίσου ίσως και μεγαλύτερες είναι οι απώλειες στο χαρτοφυλάκιο των δανείων των τραπεζών», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ Σαχινίδης.
Το βιβλίο θέτει προβληματισμούς και απαντά στο ερώτημα πως φτάσαμε στην κρίση της χώρας, μια κρίση πρωτίστως παραγωγικού προτύπου που μετεξελίχτηκε σε κρίση δημοσιονομική και τέλος σε κρίση τραπεζική.
Μια κρίση που αναδείχτηκε μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης το 2007 και τροφοδοτήθηκε από τις αδυναμίες στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης.
Ο κ Σαχινίδης επεσήμανε μεταξύ άλλων:
Μέσα σε λίγες γραμμές ο συγγραφέας εξηγεί ότι στην Ελλάδα δεν χρηματοδοτούνταν οι επιχειρηματίες με βάση το επιχειρηματικό σχέδιο αλλά με βάση την κοινωνική προέλευση.
Το σε ποιες επιχειρήσεις κατέληξαν τα χρήματα και ποια ήταν η τύχη τους είναι γνωστό από την ιστορία των θαλασσοδανείων της δεκαετίας του 1970 που δημιούργησαν τις προβληματικές επιχειρήσεις της δεκαετίας του 1980.
Ήταν τέτοια η αισιοδοξία και τόσο άφθονη η ρευστότητα στην οποία είχε πρόσβαση η χώρα μετά την ένταξη στην ΟΝΕ ώστε οι ελληνικές τράπεζες επεκτάθηκαν και εκτός των συνόρων ακολουθώντας σε πολλές περιπτώσεις έλληνες πελάτες τους που αναζητούσαν ευκαιρίες και εκτός Ελλάδας.
Όσοι δε προειδοποιούσαν για τους κινδύνους πιστωτικής επέκτασης ειδικά στον τομέα της τραπεζικής λιανικής αντιμετωπίζονταν ως ενοχλητικοί ήταν «απροσάρμοστοι» όπως λέει ο συγγραφέας και περιθωριοποιούνταν γιατί η επίτευξη των στόχων που έθεταν οι διοικήσεις για την ανάπτυξη των εργασιών συνοδεύονταν από τεράστια μπόνους.
Σε όσους ανησυχούσαν για την ανεξέλεγκτη πορεία της πιστωτικής επέκτασης οι διοικήσεις των τραπεζών επικαλούνταν ως επιχείρημα «ότι είμαστε πολύ λίγο δανεισμένοι. Η υπόλοιπη Ε.Ε είναι πάρα πολύ μπροστά από εμάς. Γι αυτό συνεχίζω να λέω ότι οι τράπεζες έχουν ακόμα πεδίον δόξης λαμπρόν». Από συνέντευξη τραπεζίτη στον συγγραφέα το 2005.
Κανείς όμως από αυτούς δεν ήταν σε θέση να απαντήσει αν οι τράπεζες αξιολογούσαν ικανοποιητικά σε ποιους έδιναν αυτά τα δάνεια ιδιαίτερα τα καταναλωτικά.
Η αν τα επιχειρηματικά δάνεια χρησιμοποιούνταν για επενδύσεις η για καταναλωτικούς σκοπούς. Και βέβαια οι ευθύνες οι δικές τους δεν είναι λίγες γιατί αυτές εμπόδισαν την λειτουργία του Τειρεσία και του Λευκού Τειρεσία όπως επίσης ευθύνες έχει και η ΤτΕ.
Εξίσου προβληματικό υπήρξε και το καθεστώς της τραπεζικής εποπτείας στην Ελλάδα. Ήταν μειονέκτημα της Συνθήκης του Μάαστριχτ η απουσία πρόβλεψης για ενιαία εποπτεία στην ΟΝΕ.
Η εποπτεία του χρηματοοικονομικού χώρου στην Ελλάδα ήταν κατακερματισμένη σε τρεις διαφορετικές εποπτικές αρχές οι οποίες δεν είχαν ένα θεσμικό πλαίσιο συνεργασίας.
Σε μια χώρα με ένα τραπεζικό σύστημα που πριν την κρίση είχε ενεργητικό που ξεπερνούσε τα 400 δις, η άμεση συνεισφορά του στην προστιθέμενη αξία ήταν περίπου 5,3%, συνεισέφερε με σημαντικά ποσά στα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα και στην απασχόληση και είχε παρουσία σε περισσότερες από 15 χώρες ήταν ζήτημα αν το Τμήμα Κεφαλαιαγορών και Πιστωτικών Ιδρυμάτων της Διεύθυνσης Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων διέθετε περισσότερα από 6 άτομα!
Η χώρα παρά τα τεράστια προβλήματα που αντιμετώπισε στη διάρκεια της κρίσης κατάφερε να διαφυλάξει τις καταθέσεις των πολιτών κάτι που όπως αποδείχτηκε από την εμπειρία της Κύπρου δεν έπρεπε να θεωρείται δεδομένο.
Ο μηχανισμός που δημιουργήθηκε για την Ελλάδα τον Μάιο του 2010 έγινε λίγες ημέρες πριν λήξει ένα ομόλογο. Η μη αποπληρωμή του θα οδηγούσε τη χώρα σε χρεοκοπία.
Και εδώ υποστηρίζω ότι τα σοσιαλιστικά κόμματα που είχαν ευθύνη των κυβερνήσεων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τους τα τελευταία τριάντα χρόνια θα πρέπει να αξιολογήσουν την εμπειρία από τις υποχωρήσεις τους σε ζητήματα ανεξέλεγκτης λειτουργίας των χρηματοοικονομικών αγορών και εποπτείας τους.
Τώρα καλούνται να δώσουν μια νέα μάχη στο εσωτερικό της Ευρώπης για την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ενοποίησης αλλά και την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος μέσα από μια ενίσχυση της πολιτικής και οικονομικής συνεργασίας με τελική κατάληξη μια μορφή ομόσπονδης Ευρώπης.
newmoney.gr