μέντορά του και τις «τρικλοποδιές» της Άγκελα Μέρκελ στην πολιτική του ανέλιξη. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στα 70 του χρόνια αναγνωρίζεται ως η «γριά αλεπού» αλλά και ένας πολιτικός με δύο μεγάλα απωθημένα: Την Καγκελαρία και την Προεδρία της Γερμανίας.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1942, στο Φράιμπουρ της Γερμανίας. Γιος φοροτεχνικού σπούδασε οικονομικά και νομικά. Με την ολοκλήρωση των σπουδών αναλαμβάνει θέση στην οικονομική διοίκηση του κράτους Βάδης-Βυρτεμβέργης. Το 1961 γίνεται μέλος της «Junge Union», της νεολαίας των Χριστιανοδημοκρατών (CDU). Είναι η αρχή της πολιτικής του σταδιοδρομίας.
Πρόεδρος της φοιτητικής οργάνωσης των Χριστιανοδημοκρατών, μέλος του CDU το 1965 και τελικά το 1972 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής την Ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή (Bundestag). Η πολιτική του διαδρομή με τον Χέλμουντ Κολ, αρχικά μέντορά του και στη συνέχεια ορκισμένος εχθρός του, ο οποίος το 1984 τον διορίζει υπουργό «ειδικών καθηκόντων» και επικεφαλής του γραφείου της καγκελαρίας.
Με αυτήν την ιδιότητα τίθεται υπεύθυνος για την οργάνωση της επίσκεψης του Έριχ Χονεκερ γενικού γραμματέα του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΕΣΚΓ) και προέδρου του Κρατικού Συμβουλίου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ήταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη ηγέτη της Ανατολικής Γερμανίας στη Δυτική.
Το 1989 γίνεται υπουργός Εσωτερικών με βασικό άξονα της πολιτικής του το δόγμα «νόμος και τάξη», δόγμα που τήρησε και στην επόμενη του θητεία στο υπουργείο Εσωτερικών μια 15ετία αργότερα, που συνοδεύτηκε από την προώθηση αυστηρών νόμων, που προκάλεσαν πλήθος αντιδράσεων. Λόγω της θέσης του πρωταγωνιστεί στις διαπραγματεύσεις για την ένωση των δύο Γερμανιών και την πτώση του τείχους.
Η ολοκλήρωση των διαδικασιών τον αναδεικνύουν σε μια από τις σημαντικότερες πολιτικές φυσιογνωμίες εκείνης της περιόδου και φανατικό υποστηρικτή της ευρωπαϊκής πορείας της Γερμανίας. «Η απόφαση για το Βερολίνο είναι επίσης και μια απόφαση για ξεπεραστεί η διαίρεση της Ευρώπης» τόνιζε εν μέσω αποθέωσης σε ομιλία του στο κοινοβούλιο για τη μεταφορά της γερμανικής πρωτεύουσας από τη Βόννη στο Βερολίνο. Όλα δείχνουν πως τα επόμενα χρόνια ο Σόιμπλε θα αποτελέσει έναν από τους κυρίαρχους της πολιτικής σκηνής της Γερμανίας.
Ένα χρόνο αργότερα τον Οκτώβριο του 1990 η ζωή του θα αλλάξει για πάντα. Στη νέα ενωμένη Γερμανία επικρατεί ενθουσιασμός ενώ όλοι προετοιμάζονται για τις πρώτες εθνικές εκλογές ύστερα από περίπου μισό αιώνα. Ο τότε υπουργός εσωτερικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε συμμετέχει σε μια προεκλογική εκδήλωση των Χριστιανοδημοκρατών στο Οπεναου με κεντρικό ομιλητή τον ίδιο.
Εκεί θα δεχτεί την δολοφονική επίθεση από έναν ένοπλο 30χρονο με ψυχική διαταραχή, όπως αποφάνθηκε το δικαστήριο. Ο Ντίτερ Κάουφμαν πρόλαβε να πυροβολήσει τρεις φορές με 38άρι περίστροφο. Δύο σφαίρες θα πετύχουν τον Σόιμπλε στο πρόσωπο και τη σπονδυλική στήλη. Μια ακόμα θα τραυματίσει ελαφρά το σωματοφύλακά του. «Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου» φέρεται να είπε λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις του, ενώ ο δράστης κατά τη σύλληψη του δήλωσε πως ήθελε να εκδικηθεί το γερμανικό κράτος για τον «ψυχολογικό και σωματικό τρόμο» που του ασκούσε. Οι γιατροί κατάφεραν να τον κρατήσουν στη ζωή, ωστόσο στο εξής θα παρέμενε καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Λίγο καιρό αργότερα ο Σόιμπλε επέστρεψε στην πολιτική δράση.
Ο Σόιμπλε είχε αναγνωριστεί ήδη ως «ο διάδοχος του Κολ» ένας χαρακτηρισμός που τον συνόδευσε και τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου ο ίδιος ο Χέλμουτ Κολ τον παρουσίαζε ως διάδοχό του τροφοδοτώντας τα σενάρια. Συχνά ο καγκελάριος της Γερμανίας ανέφερε πως «ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ ηγήθηκε των ΗΠΑ από μια αναπηρική καρέκλα μέσω της Μεγάλης Ύφεσης και του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου» εκφράζοντας την πίστη του στις δυνατότητες του Σόιμπλε.
Σε αντίθεση με τον Κολ που έβλεπε τη δημοτικότητα του συνεχώς να υποχωρεί ο Σόιμπλε είναι ένας από τους δημοφιλέστερους πολιτικούς στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ωστόσο το 1997 ο Κολ αποφασίζει πως θα ηγηθεί ο ίδιος των Χριστιανοδημοκρατών στην εκλογική μάχη καθώς δεν επιθυμούσε όπως ανέφερε να αποχωρήσει πριν ολοκληρωθεί το σχέδιο της νομισματικής ένωσης της Ευρώπης, που αποτελούσε και προσωπική του επιθυμία.
Αυτή του η απόφαση αποδείχτηκε καθοριστική για τις πολιτικές εξελίξεις. Ο Κολ χάνει τις εκλογές το 1998 από τον Γκέρχαρντ Σρέντερ με πολλούς αναλυτές να υποστηρίζουν πως ενδεχομένως αν ο Χολ είχε παραιτηθεί και είχε αναλάβει ο Σόιμπλε η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική. Η ήττα του Κολ ωστόσο θα φέρει τον Σόιμπλε στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών. Στο πλευρό του ως αναπληρωτής η ανερχόμενη τότε Άγκελα Μέρκελ.
Η συνεργασία των δύο θα διαρκέσει λιγότερο από ενάμιση έτος. Το Δεκέμβριο του 1999 ο Κολ εμπλέκεται σε ένα σκάνδαλο για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας. Η Άνγκελα Μέρκελ θα γράψει ένα άρθρο στη Frankfurter Allgemeine Zeitung στο οποίο υποστήριζε πως το κόμμα θα πρέπει συνεχίσει «χωρίς το γέρικο άλογο του πολέμου» Χέλμουντ Κολ.
Ο Κολ κατηγορεί τον Σόιμπλε πως βρίσκεται πίσω από αυτό το άρθρο καθώς εκτιμά πως η νεαρή τότε Μέρκελ δεν θα μπορούσε να γράψει αυτό το άρθρο χωρίς την έγκρισή του. Κολ και Σόιμπλε θα συγκρουστούν ανοιχτά, με τον πρώτο να ξεκινάει μια «εκστρατεία υπονόμευσης» του πολιτικού που άλλοτε έχριζε ως διάδοχό του.
Μετά τον Κολ και ο Σόιμπλε εμπλέκεται στο σκάνδαλο σχετικά με τη χρηματοδότηση. Αρχικά αρνείται πως έχει λάβει χρήματα από τον έμπορο όπλων Καρλχάιντς Σράιμπερ ωστόσο λίγο καιρό αργότερα παραδέχεται πως έλαβε 100.000 γερμανικά μάρκα για λογαριασμό του CDU. Απολογείται για την αρχική διάψευσή του και παραιτείται από την προεδρία του κόμματος.
Η Μέρκελ πλέον «έπαιζε» μόνη της. Χαιρέτησε την «κάθαρση των Χριστιανοδημοκρατών» και ανήλθε στην ηγεσία του κόμματος. «Ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση για τον Σόιμπλε», σημειώνει στο Reuters πρώην υπουργός της κυβέρνησης Κολ, που έζησε από κοντά τις εξελίξεις και γνώριζε καλά τόσο τον Σόιμπλε όσο και τη Μέρκελ. «Εκείνη την περίοδο επικρατούσε η τάση στο CDU για μια αλλαγή, για κάποιον που δεν είχε σχέση με τον Κολ, όπως ο Σόιμπλε. Η Μέρκελ επωφελήθηκε από το σκάνδαλο Κολ».
Στο «My Way» ένα βιβλίο του 2004 με συνεντεύξεις της Μέρκελ, η ίδια αναφέρει πως ο Σόιμπλε δεν γνώριζε τίποτα για το επίμαχο άρθρο πριν αυτό δημοσιευτεί. Όπως υποστηρίζει η ίδια το έγραψε με στόχο να δώσει τη δυνατότητα στον Σόιμπλε να ηγηθεί του κόμματος απαλλαγμένος από τις σκιές που είχαν προκληθεί από το σκάνδαλο του Κολ.
Από την πλευρά του και ο Σόιμπλε έχει δηλώσει δημόσια ότι δεν πιστεύει πως η Μέρκελ είχε θέσει ως στόχο την ανατροπή του όταν έγραφε το άρθρο. Όπως αναφέρει το Reuters πάντα περιγράφει τη επαγγελματική του σχέση του με τη Μέρκελ ως πολύ καλή, ωστόσο καθιστά σαφές πως δεν είναι φίλοι. Παρά τη μακροχρόνια συνεργασία τους η σχέση τους είναι «ασυνήθηστα τυπική» σχολιάζει το Spiegel, σημειώνοντας πως μεταξύ τους υπάρχει σεβασμός, όμως «μοιάζει περισσότερο σαν μια παρτίδα σκάκι».
Το 2004 η Μέρκελ αρνήθηκε να τον υποστηρίξει για Πρόεδρο της Γερμανίας και αντ’ αυτού επέλεξε τον Χορστ Κέλερ. Το 2010 στη βιογραφία της Μέρκελ ο Γκερντ Λανγκουθ αναφέρει πως ο Σόιμπλε μάταια περίμενε για εβδομάδες να μιλήσει μαζί της για το πολυπόθητο προεδρικό αξίωμα. Μάλιστα όπως αναφέρεται στην ίδια βιογραφία κατά τη διάρκεια του κοινού ταξιδιού τους στην Τουρκία εκείνη την περίοδο η Μέρκελ φρόντισε να μην βρεθεί ποτέ μόνη της με τον Σόιμπλε σε έναν χώρο ώστε να μην συζητήσουν το θέμα.
Το γεγονός πως ο Σόιμπλε προσχώρησε στη συνέχεια στην κυβέρνηση της Μέρκελ είναι μια ακόμα απόδειξη της «τεράστια αυτοπειθαρχίας» του, που αποτελεί και το βασικό χαρακτηριστικό του, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του Spiegel. Στη βιογραφία του ο Χανς Πετερ Σουτζ αναφέρει πως εκείνη την περίοδο ένιωθε μια «βαθιά μνησικακία» για τη Μέρκελ. Συχνά ήταν οφθαλμοφανές πως θα ήθελε ο ίδιος να είναι στην ηγεσία, ωστόσο ο Σουτζ διερωτάται αν τελικά θα ήταν ο κατάλληλος για την κορυφαία θέση.
Ένα χρόνο αργότερα, το 2005, η Μέρκελ νίκησε τον Σρέντερ και έγινε η πρώτη γυναίκα καγκελάριος στην ιστορία της Γερμανίας. Ο Σόιμπλε επιλέγεται και πάλι για υπουργός Εσωτερικών με τους αναλυτές να αναφέρουν πως η Μέρκελ προτιμούσε να τον έχει στην κυβέρνησή της παρά να του δώσει κάποιο ρόλο εκτός του υπουργικού συμβουλίου, όπως για παράδειγμα επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας, που ενδεχομένως από εκεί να ήταν πιο επικίνδυνος. Με την επανεκλογή της το 2009 η Μέρκελ επιλέγει τον Σόιμπλε για το υπουργείο Οικονομικών προκαλώντας έκπληξη. Από τότε ο Σόιμπλε έχει αναδειχθεί όχι μόνο στο κορυφαίο στέλεχος της κυβέρνησης της Μέρκελ αλλά στον απόλυτο πρωταγωνιστή των εξελίξεων στην Ευρώπη από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.
Ο Σόιμπλε υπήρξε από τα πρώτα του πολιτικά βήματα θιασώτης της ευρωπαϊκής ένωσης. Όμως οι διαφωνίες του με τη Μερκελ είναι μερικές φορές δύσκολο να κρυφτούν. Οι δυο τους έχουν διαφορετικό προσανατολισμό. Από τη μία η Μέρκελ επικεντρώνεται στον περιορισμό των ζημιών για τη Γερμανία, ενώ αντίθετα ο Σόιμπλε αναγνωρίζει την κρίση ως «ευκαιρία για την ευρωπαϊκή πολιτική ολοκλήρωση».
«Η Ευρώπη θα πρέπει να μιλήσει πιο αποτελεσματικά και καθαρά στον κόσμο με μία φωνή», έχει δηλώσει ο ίδιος. Όπως σχολιάζει το Spiegel ο Σόιμπλε επιθυμεί «η ενωμένη Ευρώπη να αποτελέσει την πολιτική κληρονομιά του» όμως στο δρόμο για την «ευρωπαϊκή μεταρρύθμιση και τη σωτηρία του ευρώ υπάρχουν πολλά εμπόδια και ένα από αυτά είναι η καγκελάριος της Γερμανίας». Το ερώτημα που τίθεται όπως επισημαίνει το Spiegel είναι αν τελικά «ο Σόιμπλε και η Μέρκελ θέλουν την ίδια Ευρώπη;».