Η μία κοπέλα μάλιστα -με καταγωγή από την Αλβανία- είχε πολύ στενή σχέση μαζί του, όπως μας λέει. Εκτός του ότι η μητέρα της φρόντιζε το σπίτι του μετρ, ήταν εκείνος που τη βοήθησε να σπουδάσει (τη γνώρισε σε ηλικία δεκαέξι ετών), ενώ μετά το τέλος των σπουδών της στη Λογιστική την προσέλαβε στην επιχείρησή του. Η δεύτερη γυναίκα ήταν από την Πάτρα και δούλευε πολλά χρόνια στον οίκο μόδας. Το δεξί του χέρι, όπως τη χαρακτηρίζει, φαίνεται πως τελικά ήταν πολύ... μακρύ, αφού τον κατέκλεβε κανονικά, όπως υποστηρίζει ο σχεδιαστής.
«Επί πάρα πολλά χρόνια εγώ ήμουν στο δημιουργικό μέρος της δουλειάς. Επειδή δεν τα κατάφερνα ποτέ με τα οικονομικά, είχα την κόρη της γυναίκας που με φρόντιζε στο σπίτι. Την είχα από μικρή, τη σπούδασα και είχε την οικονομική διεύθυνση της επιχείρησης. Αυτή η κοπέλα και η άλλη κυρία από την Πάτρα με κατέστρεψαν» λέει ο Μιχάλης Ασλάνης και αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τους έδινα χρήματα για να πληρώσουν τις υποχρεώσεις που είχα στο ΙΚΑ, στην Εφορία και στις διάφορες τράπεζες. Εκείνες όμως ούτε τακτοποιούσαν τις εκκρεμότητες, ούτε έκαναν αποδόσεις, π.χ. ΦΠΑ. Κρατούσαν τα λεφτά για τον εαυτό τους, με αποτέλεσμα να μαζεύονται χρωστούμενα, τα οποία εγώ όμως δεν γνώριζα. Κάποια στιγμή ήρθε ένας φίλος μου, ο Γιώργος που είναι λογιστής και με ταρακούνησε. Αν το είχε κάνει πιο νωρίς, ίσως είχα μπορέσει να σωθώ».
Οταν ο Μιχάλης Ασλάνης κατάλαβε τι γινόταν πίσω από την πλάτη του ήταν πλέον αργά, αφού οι δύο γυναίκες είχαν εξαφανιστεί. Η νεαρή που κρατούσε τα λογιστικά της επιχείρησης, μαζί με τη μητέρα της πήραν -εκτός από τα χρήματα του σχεδιαστή- τα πράγματά τους κι έγιναν άφαντες. «Εχει κάνει γερή μπάζα η νεαρή. Κάποιοι μου λένε ότι έχει επιστρέψει στην Αλβανία». Αφαντη ωστόσο είναι και η γυναίκα από την Πάτρα, η οποία μαζί με την Αλβανίδα λογίστρια είχαν στήσει μια... κερδοφόρα για εκείνες δουλειά, αφού πίσω από την πλάτη του μετρ είχαν ενοικιάσει ένα διαμέρισμα και αφού «σήκωναν» ρούχα από το ατελιέ του, τα πουλούσαν εκεί σε τιμές χονδρικής.
«Οταν έρχονταν οι νύφες και άφηναν κάποια προκαταβολή για το φόρεμα που είχαν διαλέξει, η κυρία από την Πάτρα έδινε τον λογαριασμό της κόρης της, η οποία ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Εκεί τα έβαζαν τα λεφτά μου» λέει ο Μιχάλης Ασλάνης. Το χειρότερο στην ιστορία, σύμφωνα με τον σχεδιαστή, δεν είναι ότι τον έκλεβαν, αλλά ότι παράλληλα τον καθησύχαζαν ότι όλα θα πάνε καλά όταν άρχισαν να παρουσιάζονται τα πρώτα οικονομικά προβλήματα. «Μου έλεγαν πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και ότι όλες οι εκκρεμότητες ήταν τακτοποιημένες. Και όλα τα λεφτά τα έβαζαν στις τσέπες τους. Φεύγοντας μου κατέστρεψαν και το λογιστήριο».
Η απόφασή του να αποκαλύψει το δράμα που ζει, αλλά και τη δράση των δύο γυναικών έχει έναν και μόνο σκοπό, όπως μας είπε: «Ολα αυτά τα καταγγέλλω για να μη βρεθεί στον δρόμο τους και άλλος ανυποψίαστος άνθρωπος και τραβήξει αυτά που τράβηξα εγώ. Είναι απατεώνισσες ολκής. Την... πάτησα πολύ άσχημα. Εγώ ήμουν καλός σχεδιαστής, δεν είχα ικανότητες εμπόρου και οικονομολόγου. Εκλεβαν ασύστολα, μου κατέστρεψαν τόσα χρόνια δουλειάς». Οπως καταγγέλλει ο Μιχάλης Ασλάνης, οι δύο γυναίκες έπαιρναν προμήθειες ακόμη και από το καθαριστήριο, ενώ «έβαλαν χέρι» και σε προσωπικούς του λογαριασμούς, αφού προτού φύγουν -όπως υποστηρίζει- έκαναν ανάληψη. «Να φανταστείτε πόσο άπληστες ήταν, κάποια στιγμή μού έκαναν πρόταση να πάρουμε κάποιο δάνειο, το οποίο θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε για ανακαίνιση του ατελιέ. Τους έδωσα το ελεύθερο να το προχωρήσουν, αλλά ύστερα από λίγες μέρες μού είπαν ότι δεν εγκρίθηκε από την τράπεζα. Απ' ό,τι κατάλαβα κατόπιν, το δάνειο το πήραν, αλλά κράτησαν τα χρήματα για τον εαυτό τους» υποστηρίζει, ενώ ακόμη δεν μπορεί να πιστέψει πώς έμπλεξε στα «δίχτυα» των δύο γυναικών.
«Ανησυχώ για τη ζωή μου»
Ο Μιχάλης Ασλάνης μάλιστα μιλώντας στην «Espresso» δεν κρύβει και τους φόβους του για τη ζωή του: «Ανησυχώ πλέον και για την ίδια μου τη ζωή, νομίζω ότι έχω μπλέξει, είμαι σε πολύ άσχημη κατάσταση. Εκκρεμούν πολλές υποθέσεις. Μιλάω με τους δικηγόρους μου για να δούμε τι θα κάνουμε και πώς θα βρεθεί μια λύση. Δίνω μεγάλο αγώνα. Αν κι έφυγαν μόνες τους, αφού πρώτα με "έγδυσαν", τώρα λαμβάνω περίεργα τηλεφωνήματα από τους δικηγόρους τους, γιατί μου ζητούν και αποζημίωση από πάνω. Οι... κυρίες πήραν μαζί τους και τρεις μοδίστρες τις οποίες είχα ξοφλήσει». Αν και πρόσφατα είχε περάσει σοβαρή περιπέτεια με την υγεία του, ο Μιχάλης Ασλάνης δεν μπορεί να πιστέψει ότι εξακολουθεί να ταλαιπωρείται: «Είμαι 63 ετών και αντί να ξεκουράζομαι ή να έχω κάποια σύνταξη, περνάω πολύ δύσκολα και ταλαιπωρούμαι. Δεν μπορώ να διανοηθώ το μέγεθος της απατεωνιάς. Με την κρίση άρχισα ένα-ένα να τα μαθαίνω. Μου έλεγαν όλοι "πρόσεχε τους αλλοδαπούς", αλλά κι εγώ είμαι Μικρασιάτης, από οικογένεια προσφύγων, δεν έδινα σημασία κι έλεγα "γιατί να μη βοηθήσω;" Αλλά πού να το φανταζόμουν...» Το μόνο που σκέφτεται τώρα ο σχεδιαστής είναι η οικογένειά του, μόλις πληροφορηθεί για την υπόθεση, την οποία ετοιμάζεται να καταγγείλει και στην Αστυνομία, ενώ σκέφτεται να κινηθεί και δικαστικά. «Για τους μόνους που λυπάμαι είναι για την οικογένειά μου. Οι δικοί μου άνθρωποι θα στενοχωρηθούν όταν διαβάσουν αυτά. Θέλω να τους ζητήσω μια μεγάλη συγγνώμη, γιατί θα πικραθούν. Πάντα με στηρίζουν και είναι δίπλα μου. Εγώ φταίω για τις επιλογές μου και δεν είχα μυαλό να δω τα λάθη μου» καταλήγει ο σχεδιαστής.
espressonews.gr