Η κρίση στην Ελλάδα ήταν θεαματικά τεράστια. Αφού αποκαλύφθηκε ότι οι διαδοχικές κυβερνήσεις είχαν παραπλανήσει τον κόσμο οδηγώντας τη χώρα σε δημοσιονομικά ελλείμματα-μαμούθ και σε μακροοικονομικές ανισορροπίες, η Ελλάδα έχασε την πρόσβαση της στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Από το 2010, η χώρα είναι εξαρτημένη από τα άνευ προηγουμένου μεγέθους δημόσια κεφάλαια διάσωσης. Όμως, επειδή οι πιστωτές της Ελλάδας -το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις- παρερμήνευσαν τις προκλήσεις που αντιμετώπιζε η χώρα, η διάσωση απλά καθυστέρησε την αναπόφευκτη χρεοκοπία και προκάλεσε την αισθητή συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας, επιδεινώνοντας τον πόνο.
Η ελπίδα ήταν ότι οι Έλληνες τελικά θα «κουβαλούσαν» το βάρος τους. Η προσδοκία αυτή δεν ήταν ποτέ ρεαλιστική. Η ελληνική κρίση προοριζόταν εξαρχής να ξεχυθεί πέρα από τα εθνικά σύνορα -το ερώτημα ήταν ποιος θα μοιραζόταν το κόστος.
Σήμερα, η «τελευταία πράξη» γράφεται στην επικείμενη απόφαση για τον επόμενο γύρο ελληνικής βοήθειας, η οποία απειλεί να σπάσει το καλούπι ως προς την κλίμακα της επίσημης συγχώρεσης του χρέους, καθώς και να αψηφήσει την υποτιθέμενη αποχή του ΔΝΤ από τη χρεοκοπία, και ουσιαστικά να αλλάξει το νομικό πλαίσιο της ευρωζώνης.
Το συμπέρασμα ότι η Ελλάδα χρειαζόταν επίσημα δάνεια για να εξοφλήσει τους ιδιώτες πιστωτές της, εξασφάλισε το γεγονός ότι το ελληνικό χρέος παρέμεινε μεγάλο, αναγκάζοντας τους ηγέτες της ευρωζώνης να απαιτήσουν την οικονομικά εξουθενωτική δημοσιονομική λιτότητα. Πέρυσι, κατέστη σαφές ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει τους επίσημους πιστωτές της με τους συμφωνημένους όρους. Αλλά, το ευρωπαϊκό σχέδιο συγχώρεσης του χρέους, παρότι προσεκτικά κατασκευασμένο, ήταν ψεύτικο. Η συνεχής μείωση των επιτοκίων και η παράταση της διάρκειας αποπληρωμής χρησίμευσαν μόνο για να παρατείνουν την αγωνία της Ελλάδας.
Η Ελλάδα, μέχρι στιγμής, δεν έχει επιστρέψει σχεδόν κανένα από τα €282 δισεκατομμύρια σε δάνεια που έχει λάβει από το 2010. Και τα πράγματα μπορεί να είναι ακόμη χειρότερα. Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι, δεδομένων των εγγυήσεων της οφειλής από τις δημόσιες επιχειρήσεις, οι υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης είναι ακόμη υψηλότερες. Για να ξεφύγει από αυτό το τέλμα, η Ελλάδα χρειάζεται μια μαζική διαγραφή χρέους.
Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Σχεδόν όλες οι αποπληρωμές του χρέους που λήγουν μέσα στα επόμενα χρόνια είναι προς το ΔΝΤ, του οποίου το σιωπηρό στάτους ως "προνομιούχου" δανειστή εξασφαλίζει ότι θα εξοφλείται πρώτα. Επειδή τα μετρητά της Ελλάδας εξαντλούνται γρήγορα, θα χρειαστεί πρώτα να δανειστεί περισσότερα είτε από τους ευρωπαίους γείτονές της, ή από το ίδιο το ΔΝΤ. Εάν το ΔΝΤ διευκόλυνε τους όρους των ελληνικών δανείων του, θα αντιμετώπιζε πιθανές σκληρές διαμαρτυρίες από τους λιγότερο πλούσιους οφειλέτες του και θα έθετε σε κίνδυνο τη θέση του ως βασικού πιστωτή -ένα αποτέλεσμα που ακόμη το αδρανές ΔΣ του Ταμείου είναι απίθανο να δεχτεί. Το Ταμείο, που όρμησε γλιτώσει την Ελλάδα από την άβυσσο, είναι έτοιμο να κάνει ένα βήμα πίσω από το χείλος του γκρεμού.
Για το λόγο αυτό, πιθανότατα οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα δώσουν νέα χρήματα, αν και είναι γνωστό ότι δεν θα τα πάρουν πίσω. Όσο για τους ηγέτες των πιστωτριών χωρών, μια υποτίμηση θα σήμαινε το σπάσιμο της υπόσχεσης τους ότι οι φορολογούμενοι δεν θα πληρώσουν τα σπασμένα -μια υπόσχεση που αποτέλεσε τη νομική βάση για τη στήριξη της Ελλάδα. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφάνθηκε ότι τα δάνεια για την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας δεν θα παραβιάζουν τη ρήτρα «μη διάσωσης» της Συνθήκης της Λισσαβόνας, με την προϋπόθεση ότι οι όροι τους ήταν «λογικοί». Αλλά πόσο λογικό είναι αν η Ελλάδα δεν είναι υποχρεωμένη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις αποπληρωμής της;
Παρά την εσωτερική αντιπολίτευση, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ αποφάσισε να δεσμευτεί για τη διατήρηση της Ελλάδας στην ευρωζώνη, διότι ο κίνδυνος ότι μία ελληνική έξοδος θα προκαλούσε διάλυση της νομισματικής ένωσης κρίθηκε πάρα πολύ μεγάλος. Ωστόσο, η λογική αυτή απέτυχε να συμψηφίσει τις πολιτικές προεκτάσεις, οι οποίες απειλούν να υπονομεύσουν περαιτέρω την ευρωπαϊκή ενότητα.
Οι Γερμανοί ψηφοφόροι -που θα προσέλθουν στις κάλπες αργότερα αυτό το μήνα- είναι σαφώς ανήσυχοι. Ενώ μπορεί να είναι πολύ αργά για να αποφύγουν να συγχωρέσουν το υφιστάμενο χρέος της Ελλάδας, η επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας δεν θα έχει εντολή να παρέχει περισσότερα δάνεια. Ως αποτέλεσμα, σημαντικά έργα, όπως η σύσταση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης, η οποία θα απαιτούσε ένα φορολογικό backstop, είναι πιθανόν να καθυστερήσουν ή ακόμη και να τεθούν σε κίνδυνο. Η πρακτική της παρουσίασης τεχνοκρατικών τετελεσμένων στα εθνικά κοινοβούλια θα αναπαράγει μόνο βαθύτερες δυσαρέσκειες.
Σίγουρα, υπάρχει πάντα η πιθανότητα ότι η όλο και δυσκολότερη κατάσταση στην Ελλάδα θα καταλύσει τελικά τη δημιουργία ενός δημοκρατικά νομιμοποιημένου πανευρωπαϊκού ταμείου διάσωσης που θα παρέχει αυτόματη και ανεπιφύλακτη ανακούφιση σε χώρες που αγωνίζονται. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε, επομένως, να μετατραπεί σε μια πραγματική ομοσπονδία, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης. Αυτό θα αποτελούσε θρίαμβο για το ευρωπαϊκό σχέδιο.
Δεδομένου του πόσο απίθανο είναι ένα τέτοιο αποτέλεσμα, οι Ευρωπαίοι πρέπει να προετοιμαστούν για μια ακόμη περίοδο πολιτικών και νομικών αναταραχών. Η Ευρώπη που θα αναδυθεί από όλο αυτό θα μπορούσε να μοιάζει, καλώς ή κακώς, πολύ διαφορετική από την Ευρώπη του σήμερα.