International River Foundation (IRF) της Αυστραλίας, βραβείο που απονέμεται σε φορείς ή οργανισμούς που παρουσιάζουν σημαντικά επιτεύγματα στην ολοκληρωμένη διαχείριση λεκανών απορροής. Η διαχείριση της λεκάνης απορροής του Ρήνου έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, μετά από δεκαετίες συνεχούς υποβάθμισης και το καταστροφικό χημικό ατύχημα του 1986.
Η Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία του Ρήνου, καθώς και οι χώρες στις οποίες ανήκει η λεκάνη, έχουν συμβάλλει σημαντικά σε εθνικό και τοπικό επίπεδο στη βελτίωση της ποιότητας των υδάτων του Ρήνου, κυρίως μέσω της καλύτερης διαχείρισης των αστικών λυμάτων. Επιπλέον, μια μεγάλη περιοχή κατάκλυσης (περιοχή που κατακλύζεται από τα πλημμυρικά νερά του ποταμού) στην πυκνοκατοικημένη περιοχή της λεκάνης του Ρήνου, έχει τα τελευταία 15 χρόνια αποκατασταθεί, χάρη στις σύγχρονες ολοκληρωμένες πολιτικές που εφαρμόστηκαν.
Ο Ρήνος κέρδισε τη διάκριση, καθώς από τα δεδομένα και τα στοιχεία που κατατέθηκαν στην επιτροπή, προέκυψε ότι στην περίπτωσή του εφαρμόστηκε η πιο ολοκληρωμένη, αποτελεσματική και επιτυχής διαχείριση λεκάνης απορροής. Η επιτροπή, επίσης, αναγνώρισε ότι ο Ρήνος ξεπέρασε μια σειρά από προκλήσεις προκειμένου να επιτευχθεί ουσιαστική βελτίωση της κατάστασης του ποταμού και του ευρύτερου οικοσυστήματος.
Η απονομή του βραβείου από το IRF έγινε στη Βιέννη τον περασμένο Σεπτέμβριο από ειδικό συνεργάτη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) που συμμετείχε στην κριτική επιτροπή, μαζί με άλλους εμπειρογνώμονες από όλη την Ευρώπη. Άλλοι ποταμοί, που διακρίθηκαν στο πλαίσιο του συγκεκριμένου διαγωνισμού, ήταν ο ποταμός Órbigo στην Ισπανία, Upper Drau στην Αυστρία και Mura-Drava-Danube στην Κεντρική Ευρώπη.
Οι ποταμοί τις Ευρώπης βρίσκονται υπό πίεση
Στο πλαίσιο της διαδικασίας απονομής βραβείου από τον IRF υπογραμμίστηκε το γεγονός ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες νερού, εξαντλώντας και ρυπαίνοντας τα αποθέματα των υδάτινων σωμάτων (ποταμών, λιμνών, υγροβιοτόπων, υπόγειων υδάτων). Για παράδειγμα, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η γεωργία χρησιμοποιεί περίπου το 25% του νερού, απομακρύνοντάς το από το φυσικό του περιβάλλον, ποσοστό που μπορεί να ξεπεράσει και το 80% σε χώρες της νότιας Ευρώπης. Το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να περιοριστεί με την εφαρμογή πιο αποδοτικής άρδευσης, σύμφωνα με σχετική έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) που δημοσιεύθηκε το 2012.
Αναφορικά με την υποβάθμιση της ποιότητας των υδάτων από τη γεωργία, αν και το τελευταίο διάστημα έχει σημειωθεί πρόοδος, η ρύπανση από αυτές τις «διάχυτες» πηγές δημιουργεί σημαντικές πιέσεις σε περισσότερα από το 40% των υδάτινων σωμάτων της Ευρώπης. Ρύπανση προκαλείται επίσης και από «σημειακές πηγές», όπως από απορρίψεις αστικών λυμάτων, βιομηχανία, κ.ά. Επιπλέον τα λύματα των συστημάτων αποχέτευσης υπερχειλίζουν συχνά κατά τη διάρκεια ισχυρών βροχοπτώσεων με συνέπειες στην ποιότητα των υδάτινων σωμάτων.
Σχετικά με τις επεμβάσεις στη μορφολογία των ποτάμιων συστημάτων, προκύπτει ότι τροποποιήσεις του σχήματος των ποταμών επηρεάζουν τα οικοσυστήματα των λεκανών απορροής (π.χ. ψάρια και άλλα ζώα που μπορεί να μην είναι σε θέση να μεταναστεύσουν όταν υπάρχουν φράγματα και άλλα εμπόδια κατά μήκος του ποταμού). Ο ΕΟΠ εκτιμά ότι υπάρχουν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες εμπόδια στους ευρωπαϊκούς ποταμούς, σε πολλά από τα οποία η φυσική τους συνέχεια διακόπτεται κάθε δεύτερο χιλιόμετρο.
Συμπερασματικά, οι «υδρομορφολογικές πιέσεις» σε συνδυασμό με τη ρύπανση των υδάτων αποτελούν δύο από τις κυριότερες ανθρωπογενείς πιέσεις που επηρεάζουν την οικολογική κατάσταση των ευρωπαϊκών ποταμών. Συνολικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι περισσότερα από τα μισά ποτάμια υδάτινα σώματα στην Ευρώπη (57%) δεν έχουν ακόμη επιτύχει «καλή οικολογική κατάσταση», κάτι το οποίο έχουν υποχρέωση να πράξουν έως το 2015, σύμφωνα με την Οδηγία Πλαίσιο για τα Ύδατα (ΟΠΥ).
medsos.gr