με πολλούς συμπολίτες μας να μην μπορούν να αγοράσουν ούτε τα φάρμακά τους, υπάρχουν και εκείνες οι επιπτώσεις που θα φανούν σε πεείπου 10 χρόνια.
Όπως εξηγεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας με αφορμή το πρόγραμμα που εστιάζει στην πρόληψη των ασθενειών "Μεγαλώνουμε με Υγεία» ο καθηγητής πνευμονολογίας Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης σημειώνει ότι χάνουμε πλέον χρόνια από τη ζωή μας επειδή λόγω κρίσης οι Έλληνες δεν ακολουθούν πρόγραμμα πρόληψης ενώ αυξάνουν τις κακές συνήθειες.
Ενδεικτικά σύμφωνα με τον κ.Γουργουλιάνη οι Έλληνες λόγω φτώχιας και άγχους καπνίζουν περισσότερο αλλά και χειρότερα τσιγάρα τα οποία είναι παρανόμως εισαγόμενα και κακής ποιότητας. Ταυτόχρονα δεν αθλούνται ενώ δεν κάνουν και προληπτικές εξετάσεις επειδή πια το μυαλό τους είναι στην επιβίωση και όχι στη φροντίδα υγείας.
Και επειδή πλέον τα συστήματα υγείας ειδικά των χωρών που ζουν σε ρυθμούς μνημονίων δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στην κάλυψη των αναγκών των πολιτών, η επιστημονική κοινότητα στοχεύει στο να γερνάμε με υγεία και χωρίς σοβαρά προβλήματα.
Άλλωστε η γήρανση του πληθυσμού παγκοσμίως είναι ένα σοβαρό ζήτημα που απασχολεί έντονα την επιστημονική κοινότητα και τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω θα αποτελούν το 29,5% του πληθυσμού της Ευρώπης έως το 2060. Και η Ελλάδα, εμφανίζει συμπτώματα δημογραφικής γήρανσης, καθώς το ποσοστό των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών αναμένεται να φθάσει το 32% έως το 2050, από 18% που είναι σήμερα.
Όπως εξήγησε ο κ.Γουργουλιάνης, κατά τη διάρκεια πρόσφατης ενημερωτικής εκδήλωσης: «Καθώς μεγαλώνουμε, το ανοσοποιητικό μας σύστημα εξασθενεί και αυξάνεται ο κίνδυνος προσβολής από σοβαρά νοσήματα ενώ βλαβερές συνήθειες, όπως το κάπνισμα και η καθιστική ζωή, επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο τον οργανισμό μας.
«Μεγαλώνουμε με Υγεία» σημαίνει ότι υιοθετούμε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας υγιεινές συνήθειες, όπως η ισορροπημένη διατροφή, η τακτική άσκηση, οι κατάλληλες διαγνωστικές εξετάσεις και ο εμβολιασμός για την πρόληψη νοσημάτων, με στόχο τη διασφάλιση της ποιότητας στη ζωή μας.
Πρέπει να αναφέρουμε ότι ένας από τους παράγοντες αύξησης των δαπανών υγείας δεν προκαλείται από αυτή καθ’ αυτήν τη γήρανση του πληθυσμού, αλλά από τη γήρανση χωρίς καλή υγεία».
Η Δρ. Αδαμαντία Λιαπίκου, Πνευμονολόγος, Επιμελήτρια Ν.Ν.Θ.Α «ΣΩΤΗΡΙΑ» και Υπεύθυνη της Ομάδας Λοιμώξεων της Ελληνικής Πνευμονολογικής Ευαιρείας υπογράμμισε ότι: «Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα χαρακτηριστούν από την επιδίωξη για πολιτική εξοικονόμησης πόρων, στον τομέα της υγείας, με κατεύθυνση την υγιή γήρανση και την πρόληψη των παθήσεων. Η σωστή και ισορροπημένη διατροφή, η ένταξη της σωματικής άσκησης στην καθημερινότητά μας, βοηθούν στην αποφυγή της παχυσαρκίας και των νόσων που επηρεάζονται από αυτήν (Σακχαρώδης Διαβήτης, Υπέρταση κλπ). Επιπλέον οι προληπτικές πρακτικές συμπληρώνονται με τις ετήσιες διαγνωστικές εξετάσεις και τον εμβολιασμό.
Ο εμβολιασμός είναι αποδεδειγμένα ένα από τα περισσότερο οικονομικώς αποδοτικά επιστημονικά επιτεύγματα της σύγχρονης εποχής για τη δημόσια υγεία. Τα σωστά δομημένα εθνικά προγράμματα εμβολιασμών μπορούν να διασφαλίσουν ότι κάθε παιδί και ενήλικας λαμβάνει το σωστό εμβόλιο, στο σωστό μέρος, την κατάλληλη στιγμή».
Ωστόσο σύμφωνα με την κ. Λιαπίκου τα ποσοστά εμβολιασμού των ενηλίκων παραμένουν χαμηλά τόσο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως (μικρότερο του 40% του πληθυσμού), εξαιτίας και της λανθασμένης και ελλιπούς πληροφόρησης του κοινού.
Ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Ερευνητής του Τομέα Οικονομικών της Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, στη διάρκεια της ομιλίας του, εξήγησε το κόστος που έχει στα συστήματα υγείας η μη πρόληψη:
«Θα μπορούσαμε χαρακτηριστικά να αναφέρουμε ότι: (α) το συνολικό κόστος από το κάπνισμα στην Ελλάδα ανέρχεται σε 3,27 δις. ευρώ ετησίως. Μια μείωση κατά 10% στην κατανάλωση σήμερα θα περιόριζε τους αναμενόμενους θανάτους στον τρέχοντα πληθυσμό κατά 96.000, σε βάθος χρόνου, και θα περιόριζε τη δαπάνη υγείας για τη θεραπεία νοσημάτων σχετιζόμενων με το κάπνισμα κατά 180 εκατ. ευρώ κατ’ έτος (β) στην Ελλάδα εκτιμάται ότι άνω των 3 εκατ. πολιτών πάσχουν από υπέρταση σήμερα, εκ των οποίων πολύ λίγοι κατορθώνουν να διατηρούν την αρτηριακή τους πίεση εντός αποδεκτών ορίων.
Υπολογίζεται ότι αν όλοι οι υπερτασικοί ασθενείς στη χώρα επιτύγχαναν ρύθμιση της αρτηριακής τους πίεσης σήμερα, το σύστημα υγείας θα μείωνε, με μια άκρως συντηρητική εκτίμηση, τις δαπάνες υγείας κατά 83 εκατ. ευρώ ετησίως μόνο από αποφευχθέντα εμφράγματα του μυοκαρδίου και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια
(γ) Η ρύθμιση των ασθενών με διαβήτη, που στην Ελλάδα σήμερα ξεπερνούν τις 700.000, έχει πολλαπλά οφέλη, κλινικά και οικονομικά, καθώς έχει υπολογισθεί ότι ένας μη ορθά ρυθμισμένος διαβητικός ασθενής έχει κατά 59,5% υψηλότερο ετήσιο κόστος θεραπείας, σε σύγκριση με έναν αντίστοιχο ασθενή ο οποίος έχει επιτύχει ικανοποιητική ρύθμιση της γλυκόζης αίματος
(δ) αν και τα ποσοστά εμβολιασμού των ανηλίκων στην Ελλάδα κινούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα, προσεγγίζοντας το 100%, η ίδια εικόνα δεν ισχύει στον εμβολιασμό του ενήλικου πληθυσμού, όπου η χώρα βρίσκεται κάτω του μέσου όρου. Ο εμβολιασμός, όμως, των ενηλίκων είναι βασικός παράγοντας της διατήρησης ενός καλού επιπέδου υγείας δια βίου, αλλά και του περιορισμού της δαπάνης περίθαλψης. Με βάση διεθνή δεδομένα, κάθε 1€ το οποίο διατίθεται σε προγράμματα εμβολιασμού ενηλίκων επιστρέφει 4,02€ στο κοινωνικό σύνολο, υπό τη μορφή αυξημένης παραγωγικότητας και αποφευχθείσας νοσηρότητας».