Οι νέες «έμμεσες τεχνικές ελέγχου» που βασίζονται στο σύστημα που ακολουθεί η οικονομική αστυνομία στις ΗΠΑ, και για τις οποίες δίδονται αναλυτικές οδηγίες σε εγκύκλιο του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, Χάρη Θεοχάρη, θα ακολουθούν τρεις μεθόδους, προκειμένου η Εφορία να δημιουργήσει το «φορολογικό προφίλ» του πολίτη, να προσδιορίσει με έμμεσο τρόπο το εισόδημά του και να το αντιπαραβάλει με τις φορολογικές δηλώσεις του.
Μάλιστα, για τους ελέγχους αυτούς, δεν θα υπάρχει περιορισμός όσον αφορά στα παρελθόντα έτη που θα εξετάζονται.
Οι τρεις μέθοδοι έχουν ως εξής:
«Τεχνική ανάλυσης ρευστότητας του φορολογούμενου»
Με αυτή προσδιορίζεται το φορολογητέο εισόδημα, μέσω της ανάλυσης των εσόδων (φορολογητέων και μη), των αγορών και δαπανών (επαγγελματικών, ατομικών και οικογενειακών), καθώς και των αυξήσεων και μειώσεων των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων (επαγγελματικών, ατομικών και οικογενειακών) του ελεγχόμενου.
«Τεχνική καθαρής θέσης του φορολογούμενου»
Μέσω αυτής αναδημιουργείται το οικονομικό ιστορικό του ελεγχόμενου και προσδιορίζεται φορολογητέο εισόδημα, λαμβάνοντας υπόψη, για περίοδο μεγαλύτερη ή ίση ενός ή περισσοτέρων ετών, όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τα διαθέσιμα κεφάλαια (ενεργητικό), τις υποχρεώσεις (παθητικό), τις ατομικές και οικογενειακές δαπάνες, καθώς και τα εισοδήματα από λοιπές πηγές (ατομικά και οικογενειακά).
«Τεχνική τραπεζικών καταθέσεων και δαπανών σε μετρητά»
Με αυτή, προσδιορίζεται το φορολογητέο εισόδημα, παρακολουθώντας την κίνηση των (διαθεσίμων) κεφαλαίων του φορολογούμενου, του/της συζύγου και των προστατευομένων μελών αυτών, είτε με την κατάθεση αυτών σε χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς, είτε με την ανάλωσή τους σε διάφορες συναλλαγές με χρήση μετρητών. Με τη συγκεκριμένη μέθοδο, αναλύονται οι συνολικές καταθέσεις και τα διαθέσιμα σε χρηματοπιστωτικούς λογαριασμούς και οι αγορές και δαπάνες σε μετρητά, τόσο σε επαγγελματικό, όσο και σε οικογενειακό επίπεδο, κατά τη διάρκεια της ελεγχόμενης χρήσης, και συγκρίνονται με τα συνολικά δηλωθέντα έσοδα.
Σημαντικό είναι ότι το βάρος της απόδειξης για τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία φέρει ο φορολογούμενος, ενώ το ύψος των δηλούμενων καταθέσεων και μετρητών κατά την έναρξη της πρώτης ελεγχομένης χρήσης, προκειμένου αυτό να γίνει δεκτό, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το πραγματικό διαθέσιμο κεφάλαιο προηγουμένων ετών, όπως αυτό προσδιορίζεται με τις υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος.
Για την εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών ελέγχου δεν υπάρχει περιορισμός όσον αφορά στα παρελθόντα έτη, που θα εξετάζονται -προκειμένου να προσδιοριστεί το πραγματικό διαθέσιμο κεφάλαιο-, εφόσον βέβαια αυτό είναι δυνατόν να διασταυρωθεί είτε με τις φορολογικές δηλώσεις και τα στοιχεία που τηρούνται στην αρμόδια Εφορία του ελεγχομένου, ή με τεκμηριωμένα στοιχεία που προσκομίζονται από τον φορολογούμενο (π.χ. φορολογικές δηλώσεις παρελθόντων ετών, συνοδευόμενες με τα εκκαθαριστικά σημειώματα, ή με απόδειξη κατάθεσης μέσω ταχυδρομείου, ή παραλαβής του αντιγράφου της δήλωσης από την αρμοδία Εφορία, κ.λπ.).