εκτιμώντας ότι θα διαμορφωθεί το 2014 σε 26%, από εκτίμηση για 27,3% το 2013.
H υποχώρηση της ανεργίας οφείλεται στην τόνωση επενδυτικής δραστηριότητας και την αύξηση των εξαγωγών ενώ τη διευκολύνουν οι αλλαγές στην αγορά εργασίας την τελευταία διετία, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ.
Εκτιμά επίσης ότι θα υπάρξει μικρή ανάσχεση της ανόδου της απασχόλησης από την αναδιάρθρωσή στο δημόσιο (προβλέπονται 10.000 απολύσεις το τρέχον έτος).
Επίσης, εκτιμά ότι θα υπάρξει αποπληθωρισμός και το 2014, κατά -0,3%, έναντι -0,9% πέρυσι, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Αναφορικά με την ανάπτυξη, η κεντρική πρόβλεψη του ΙΟΒΕ για το 2014 κάνει λόγο για έτος καμπής για την ελληνική οικονομία το 2013, και προϋποθέσεις για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης το 2014.
Ειδικότερα εκτιμά ότι το 2013 θα υπάρξει ύφεση της τάξης του 4% και σταθεροποίηση το 2014.
Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνεται στη σχετική έκθεση, "το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι το προϊόν της ελληνικής οικονομίας θα σταθεροποιηθεί φέτος στο περυσινό επίπεδό του, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο νέας μικρής μείωσής του".
Αναφερόμενος στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, εκτίμησε ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί
κατάλληλα με τη σηματοδότηση προς μία συνεπή δημοσιονομική πολιτική με συστηματική σταδιακή μείωση των ελλειμμάτων.
Επίσης με την υποστήριξη με συστηματικό τρόπο με σταθερά σημαντικούς και θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και την κινητοποίηση των εταίρων και
πιστωτών της χώρας για την εφαρμογή σχετικών διαδικασιών διευκόλυνσης (δηλ. μείωσης του κόστους) στην εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους.
Το πλεόνασμα από μόνο του δεν μπορεί να είναι επαρκές για τη δρομολόγηση μιας σχετικής μακροπρόθεσμης λύσης και δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί προς σκοπούς που θα υπονομεύουν την ανάπτυξη και θα σηματοδοτούν επιστροφή στο παρελθόν.
Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος θα πρέπει να αξιοποιηθεί κατάλληλα, πρόσθεσε ο κ.Βέττας.
Μιλώντας για παράγοντες ανησυχίας, ο κ.Βέττας αναφέρθηκε στη διεξαγωγή προσεχώς των ευρωεκλογών και εκλογών για την τοπική αυτοδιοίκηση με
κίνδυνο την όξυνση της πολιτικής ομαλότητας και πολιτικών αντιπαραθέσεων της χαλάρωσης της δημοσιονομικής πολιτικής και της αδράνειας και απροθυμίας προώθησης των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Επίσης στη δημιουργία δυσκολιών συνεννόησης με τους εταίρους για τη δρομολόγηση μελλοντικών λύσεων, την αποτυχία δημιουργίας κλίματος εμπιστοσύνης
και όρων αξιοπιστίας και τη νομοθέτηση μέτρων χωρίς όμως τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος βάσει του οποίου θα εφαρμοσθούν και δεν θα ανατραπούν με την πρώτη ευκαιρία.