την οποία η μέτοχοί της θέλουν να αναχαιτίσουν μεταμορφώνοντας την καθημερινή, γαλλική εφημερίδα σε «κοινωνικό δίκτυο», κάτι που αρνείται σύσσωμη η σύνταξη.
Σ' ένα πολύ σπάνιο και απίθανο πρωτοσέλιδο, η "Libe" έχει στο σημερινό της φύλλο ένα τίτλο εν είδει μανιφέστου: «ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ, όχι ένα εστιατόριο, όχι ένα κοινωνικό δίκτυο, όχι ένας πολιτιστικός χώρος, όχι ένα τηλεοπτικό πλατό, όχι ένα μπαρ, όχι μια μηχανή εκκόλαψης επιχειρήσεων...».
Χρησιμοποιώντας για άλλη μια φορά τα λογοπαίγνια στους τίτλους της που έκαναν διάσημη την εφημερίδα, αυτή η φωνή οργής των εργαζομένων εκφράζεται την επομένη της ανακοίνωσης από τους μετόχους ενός σχεδίου με στόχο να μην είναι πια η εφημερίδα «μόνο ένας εκδότης Τύπου σε χαρτί», αλλά ένα «κοινωνικό δίκτυο, δημιουργός περιεχομένων που μπορούν να εξαργυρωθούν» από μέσα όπως το βίντεο, η τηλεόραση, τα φόρουμ...
Η "Liberation", η οποία ιδρύθηκε το 1973 από το φιλόσοφο Ζαν-Πολ Σαρτρ, ήταν αρχικά χωρίς διαφημίσεις ούτε οικονομικούς μετόχους και είχε εξαρχής ενθαρρύνει τη μάχη όλων των καταπιεσμένων, στη Γαλλία και τον κόσμο. Γιόρτασε τα 40 της χρόνια σε μια ατμόσφαιρα βαριά από την ελεύθερη πτώση των πωλήσεων που συνεχίζεται επί χρόνια, τις πολλές νέες ιδέες με μικρή όμως επιτυχία και τις προσπάθειες οικονομικής διάσωσης.
Το νέο σχέδιο που αποκαλύφθηκε χθες, Παρασκευή, αποτελεί μια πολλοστή προσπάθεια για να διατηρηθεί στη ζωή η "Liberation", μια εφημερίδα που απασχολεί σήμερα 290 εργαζομένους, μέσα σ' ένα πλαίσιο μεγάλων προβλημάτων για τον γραπτό Τύπο στη Γαλλία.
Προβλέπεται η μετακόμιση της εφημερίδας, τα γραφεία της οποίας βρίσκονται στο κέντρο του Παρισιού, και η πρόσληψη του διάσημου σχεδιαστή Φιλίπ Σταρκ για να μεταμορφώσει το κτίριο σε χώρο ανταλλαγών "πλήρως αφιερωμένο στη Liberation και το σύμπαν της", ανοικτό στους δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, συγγραφείς, φιλοσόφους, πολιτικούς, σχεδιαστές.
Βάσει του σχεδίου αυτού, το οποίο παρουσιάσθηκε από τους επιχειρηματίες Μπρινό Λεντού, Εντουάρ ντε Ροτσίλντ και τον ιταλικό όμιλο Ersel, το κτίριο θα φιλοξενεί πλέον ένα τηλεοπτικό πλατό, ένα ραδιοφωνικό στούντιο, ένα ψηφιακό "news room", αλλά και ένα εστιατόριο και ένα μπαρ... Καμιά αναφορά δεν έγινε για την τύχη της σύνταξης ούτε για το ύψος των απαραίτητων επενδύσεων.
Κάνοντας λόγο για "κοροϊδία", οι εργαζόμενοι, οι οποίοι απήργησαν την Πέμπτη και έχουν ανακοινώσει πως θα απεργήσουν και τη Δευτέρα, γράφουν πως πρόκειται για "ένα αληθινό πραξικόπημα των μετόχων εναντίον της Liberation, της ιστορίας της, της ομάδας της, των αξιών της".
Σύμφωνα με τους ίδιους, το σχέδιο είναι καθαρό: "Είναι Liberation χωρίς τη Liberation. Πρέπει να μετακομίσουν την εφημερίδα, αλλά να κρατήσουν το ωραίο λογότυπο. Να πετάξουν έξω τους δημοσιογράφους, αλλά να 'εξαργυρώσουν' τη 'μάρκα'".
Κάτω από τον τίτλο "Οι μαύρες μέρες μιας εφημερίδας", οι δημοσιογράφοι καταγγέλλουν στις εσωτερικές σελίδες τη βούληση "να κατασκευαστεί μια Libeland, μια Libemarket, ένας Libeworld. Ένας κόκκινος ρόμβος με τίποτε από πίσω, δέκα γράμματα που δεν σημαίνουν πια πολλά πράγματα".
Ο Μπρινό Λεντού, ο οποίος κατέχει το 26% της εφημερίδας, δήλωσε προς το Γαλλικό Πρακτορείο πως, αν οι εργαζόμενοι αρνηθούν το σχέδιο των μετόχων, "το διακύβευμα είναι ο θάνατος" της Liberation, υποστηρίζοντας πως "το χαρτί θα παραμείνει στην καρδιά του συστήματος, αλλά δεν θα είναι πια το ίδιο το σύστημα" αν δεν εξελιχθεί.
Εχθρική στις σειρήνες του καπιταλισμού, η "Libertaion" έβαλε τη σφραγίδα της στον γαλλικό Τύπο διεκδικώντας έναν ασεβή τόνο έναντι της εξουσίας.
Στη χρυσή εποχή της, από το 1973 ως το 1981, η "Liberation" διευθύνονταν από τους εργαζομένους της, χωρίς μισθολογική ιεραρχία και με όλες τις σημαντικές αποφάσεις να λαμβάνονται με πλειοψηφία από τη γενική συνέλευση των εργαζομένων. Με το πέρασμα των χρόνων, το αναγνωστικό κοινό περιορίσθηκε και η "Liberation" επικρίθηκε για έλλειψη μαχητικότητας, υιοθέτηση του ύφους της "παρισινής μποέμικης μπουρζουαζίας" και αποσύνδεση από τις ανησυχίες των Γάλλων. Υπήρξαν ωστόσο περίοδοι που η κυκλοφορία της ανέκαμψε, όπως κατά τις προεδρικές εκλογές του 2002, όταν η εφημερίδα πολλαπλασίαζε τα πρωτοσέλιδα εναντίον του υποψηφίου της ακροδεξιάς Ζαν-Μαρί Λεπέν, που είχε φτάσει στο δεύτερο γύρο. Όμως οι πωλήσεις της εφημερίδας μειώθηκαν περισσότερο από 15% κατά τους 11 πρώτους μήνες του 2013 και έπεσαν το Νοέμβριο κάτω από τις 100.000 φύλα, στα 97.299, που αποτελούν τη χειρότερη κυκλοφορία που είχε εδώ και τουλάχιστον 15 χρόνια.