Κοινοβουλευτική παρέμβαση Αυγενάκη προς Γεωργιάδη και Βρούτση
Στις γνωστές «κάρτες υγείας», οι οποίες έχουν κάνει την εμφάνισή τους τον τελευταίο καιρό και οι οποίες διατείνονται ότι παρέχουν έναντι ενός μικρού ποσού «ιατρική φροντίδα, για κάθε ηλικία ανεξαρτήτως ιατρικού ιστορικού, κατάστασης υγείας και ηλικίας», αναφέρεται σε κοινοβουλευτική του παρέμβαση ο Βουλευτής Ηρακλείου κ. Λευτέρης Αυγενάκης προς τους αρμοδίους Υπουργούς Υγείας και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, κ.κ. Άδωνι Γεωργιάδη και Ιωάννη Βρούτση.
Όπως αναφέρει στο έγγραφό του ο Βουλευτής της Ν.Δ. «οι εν λόγω κάρτες ιατρικής φροντίδας, παρέχουν την δυνατότητα «αξιοποίησης ιατρικών υπηρεσιών μιας σειράς ανεξαρτήτων κλινικών με υψηλού επιπέδου ιατρική φροντίδα για πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία.»
Ωστόσο, «πληθαίνουν οι καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες πρόκειται για ένα σχέδιο μάρκετινγκ αφού πολίτες καλούνται να πληρώσουν χρήματα για υπηρεσίες χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Για παράδειγμα υπάρχουν περιπτώσεις καρτών οι οποίες παρέχουν με το ποσό των 150€ τον χρόνο, δυνατότητα για διενέργεια εξετάσεων για όλη την οικογένεια, αλλά και πρόσβαση σε γιατρούς. Με αυτούς τους όρους όμως, δεν είναι σίγουρο ότι διασφαλίζεται η ποιότητα των εξετάσεων καθώς ένα εργαστήριο έχει κόστη που έχουν να κάνουν με τη ποιότητα των φαρμάκων των αντιδραστηρίων, αλλά και τη συντήρηση των μηχανημάτων. Με τόσο μεγάλες εκπτώσεις δεν μπορεί να πειστεί κανείς ότι τηρούνται όλες οι διαδικασίες που αφορούν την εγκυρότητα του αποτελέσματος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι δωρεάν παροχές που διαφημίζονται δεν ισχύουν, και απλά πρόκειται για μικρές εκπτώσεις της τάξης του 10-20%. Αξίζει δε να αναφερθεί ότι οι επίσημες αμοιβές που αναφέρονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για ένα τσεκ-απ -παραδείγματος χάριν- σε έναν καρδιολόγο ανέρχεται στα 130 ευρώ, ο υπέρηχος στα 80 ευρώ, το καρδιογράφημα στα 15 ευρώ και η επίσκεψη στα 25 ευρώ. Όπως γίνεται αντιληπτό, δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά σχετικά τις αμοιβές, το κόστος και την εγκυρότητα των εξετάσεων, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα της ιατρικής φροντίδας, για κάθε ηλικία ανεξαρτήτως ιατρικού ιστορικού, κατάστασης υγείας και ηλικίας.»
Αναμφίβολα, οι περιβόητες «κάρτες υγείας» εκμεταλλεύονται την αγωνία των πολιτών οι οποίοι ανησυχούν για τη δυνατότητα πρόσβασής τους σε υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας – ιδιαίτερα μετά το κλείσιμο των πολυϊατρείων του ΕΟΠΥΥ και την ασάφεια γύρω από τις μελλοντικές εξελίξεις- αλλά και την επαγγελματική αβεβαιότητα πολλών ιατρών. Προσπορίζονται δε, όπως φαίνεται, μεγάλα κέρδη πουλώντας την ευρύτητα ενός υποτιθέμενου πελατολογίου τόσο στους ιατρούς, όσο και στους πολίτες υποσχόμενοι «ιδιαίτερες» υπηρεσίες και παροχές, οι οποίες στην πραγματικότητα είναι κοινές για όλους και δεν αποτελούν ιδιαίτερο προνόμιο των κατόχων των καρτών αυτών. Για να επιτύχουν το σκοπό τους κατακλύζουν με παραπλανητικές διαφημίσεις τηλεοπτικούς σταθμούς, γεγονός που καταδεικνύει την πολύ μεγάλη δυνατότητα κερδοφορίας τους, που εξασφαλίζεται από το ότι δεν προσφέρουν ουδεμία πραγματική υπηρεσία, αλλά λειτουργούν απλώς ως μεσίτες με ελάχιστο κόστος.
Όπως σημειώνει ο Λευτέρης Αυγενάκης «με τις διαφημίσεις δημιουργείται η εντύπωση ότι οι «κάρτες υγείας» εξασφαλίζουν υπηρεσίες υγείας ανάλογες με εκείνες των ασφαλιστικών εταιρειών, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι ασφαλιστικές αλλά μεσιτικές, ενώ τόσο η διαφήμιση ιατρικών υπηρεσιών όσο και η μεσιτεία, απαγορεύονται ρητά. Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι παρέχουν και μεγάλες εκπτώσεις χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα επιβεβαίωσης αυτού του ισχυρισμού, καθόσον δεν υπάρχουν δημόσιοι πίνακες αρχικών τιμών για σύγκριση, και επομένως παραμένουν απροστάτευτοι ανασφάλιστοι πολίτες αλλά και ιατροί.»
Τέλος, ο Ηρακλειώτης Βουλευτής ερωτά τους αρμόδιους Υπουργούς σε ποιες ενέργειες έχουν προβεί, προκειμένου να προστατευθούν πολίτες και ιατροί, εάν έχουν ελεγχθεί οι εν λόγω εταιρείες για τις υπηρεσίες που υπόσχονται να παρέχουν καθώς και σε ποιες ενέργειες έχουν αναφορικά με τις εταιρείες που διαφημίζουν ιατρικές υπηρεσίες και δραστηριοποιούνται στην μεσιτεία τέτοιων υπηρεσιών, δεδομένου ότι η διαφήμιση ιατρικών υπηρεσιών όσο και η μεσιτεία απαγορεύονται ρητώς.