που θα κατατεθεί την επομένη εβδομάδα στη Βουλή.
Κατά τη διαβούλευση του νομοσχεδίου που ενσωματώνει στο εθνικό δίκαιο την Κοινοτική Οδηγία 2013/36/ΕΕ για την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων υπήρξε πλήθος αναφορών στην πολιτική αποδοχών που προβλέπει το νομοθέτημα για τις τραπεζικές διοικήσεις.
Σύμφωνα με το άρθρο 67 του νομοσχεδίου η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θα πρέπει να συγκεντρώνει και να διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών τις, ανά ίδρυμα, πληροφορίες για τον αριθμό των φυσικών προσώπων με αποδοχές ύψους τουλάχιστον 1.000.000 ευρώ, ανά οικονομικό έτος, με κατηγοριοποίηση σε διαστήματα του 1.000.000 ευρώ και μνεία του τομέα απασχόλησής τους και των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων. Θα πρέπει δε να αποστέλλουν και ανάλυση των βασικών στοιχείων των αποδοχών, των πρόσθετων μεταβλητών αποδοχών, των μακροπρόθεσμων επιβραβεύσεων και των συνταξιοδοτικών εισφορών.
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων που ισχύουν στην ΕΕ από την 1η Αυγούστου 2013 (Οδηγία 2013/36/ΕΕ) οι απολαβές κάθε τραπεζίτη δεν θα πρέπει να ξεπερνούν το 15πλάσιο του εθνικού μέσου μισθού του κράτους στο οποίο λειτουργεί το πιστωτικό ίδρυμα ή το 10πλάσιο του μέσου μισθού των εργαζομένων του πιστωτικού ιδρύματος.
Πρέπει να σημειωθεί πως σήμερα τα ανώτατα όρια αποδοχών του προσωπικού των τραπεζών ακολουθούν τις ανώτατες ονομαστικές αποδοχές του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, οι οποίες ανέρχονται στις 600.000 ευρώ ετησίως (ο νυν διοικητής της ΤτΕ Γ. Προβόπουλος έχει εκουσίως αναπροσαρμόσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα τις ετήσιες απολαβές του).
Βάσει του 15πλάσιου του εθνικού μέσου μισθού η οροφή στις ανώτατες αποδοχές των τραπεζικών διοικήσεων μπαίνει στις 335.000 ευρώ, δηλαδή 44% χαμηλότερα σε σχέση με σήμερα. Ωστόσο, εάν επιλεγεί το 10πλάσιο του μέσου μισθού των εργαζομένων της κάθε τράπεζας, οι αμοιβές είναι σχετικά υψηλότερες, με τις οροφές να κυμαίνονται από τις 313.000 ευρώ έως και τις 547.000 ευρώ.