Εκανε συναυλίες αφιλοκερδώς για να σώσει την Ελλάδα από τη χούντα και την Κύπρο από την Τουρκία και στο τέλος κάναμε αγώνα για να "φύγει" αξιοπρεπώς...
Με τα λόγια αυτά η αδερφή του μεγάλου ερμηνευτή της Κρήτης Νίκου Ξυλούρη, Ζουμπουλία, τριάντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής. «Αν μας είχε ακούσει και είχε πάει να δει την πνευμονία έγκαιρα, ο Νίκος ίσως να ζούσε τώρα. Έπαθε καρκίνο και ούτε προλάβαμε να τον χαιρετήσουμε» λέει σε καθημερινή εφημερίδα.
«Ήταν μικρό παιδί όταν η Ζουμπουλία Ξυλούρη με τα άλλα δύο αδέρφια της και τους γονείς τους μάζεψαν μέσα σε μία ώρα τα πράγματά τους, τα φόρτωσαν στα γαϊδουράκια και ξενιτεύτηκαν σε άλλο χωριό, όταν οι Γερμανοί άρχισαν να λεηλατούν και να καίνε σπίτι σπίτι τα Ανώγεια της Κρήτης. «Δύο μήνες έκαιγαν και λεηλατούσαν το χωριό μας. Ήρθαν και ζητούσαν να τους δώσουν τα γυναικόπαιδα. Οι αντάρτες, μαζί και ο μπαμπάς μου, είχαν προλάβει και έσωσαν πολλούς συγχωριανούς. Ομως οι Γερμανοί πήραν τριάντα κοπέλες σαν τα κρύα τα νερά για την "αγγαρεία", όπως την έλεγαν».
Τα βουρκωμένα μάτια της Ζουμπουλίας Ξυλούρη φανερώνουν οργή, πικρία, πόνο για τις κακουχίες που πέρασαν εκείνη και οι δικοί της άνθρωποι. «Ολη η οικογένειά μας ζούσε από ένα καφενείο που είχαμε. Οταντο έκαψαν οι Γερμανοί, μαζέψαμε τα πράγματά μας και ξενιτευτήκαμε. Αργότερα, επιστρέφοντας στο χωριό, δεν βρήκαμε τίποτα. Είχαν καεί όλα. Τα πάντα. Θυμάμαι τον πατέρα μου, λεβέντη Κρητίκαρο, τα βράδια να σιγοκλαίει. Φοβόταν ότι δεν θα καταφέρει να θρέψει την οικογένειά του. Πούλησε ένα αμπέλι που είχαμε και φτιάξαμε ένα δωμάτιο για να βάλουμε τα κεφάλια μας μέσα και να ζήσουμε».
«Ηταν σε μια συναυλία που έδινε τότε στα Χανιά με την Αννα Βίσση. Είχε αγοράσει και ένα οικόπεδο σε έναν λόφο και εκεί ήθελε να γεράσει και να πεθάνει. Είχε αγοράσει και εκατό κατσίκια για να τρώνε μαζί με τους φίλους του και να γλεντάνε. Ηταν όμως ήδη καταβεβλημένος. Εβηχε συνεχώς. Δεν σταματούσε. Θυμάμαι ήρθε εδώ στο σπίτι και ο κόσμος τού ζητούσε αυτόγραφα. Εκείνος έδινε και έβηχε. Ομως δεν πήγαινε σε νοσοκομείο. Φοβόταν. Οι γιατροί που πήγαιναν στο σπίτι τού έλεγαν: "Ψύξη και κρύωμα βαρύ". Και αυτό του γύρισε σε καρκίνο» περιγράφει και συνεχίζει: «Η μάνα μου στενοχωριόταν και του έλεγε: "Γιατί, ρε Νίκο, πας και κάνεις συναυλίες για τον ξένο κόσμο και για την υγεία σου δεν μπαίνεις σε ένα νοσοκομείο να γίνεις καλά;".
Και εκείνος, όταν ήταν ήδη πολύ αργά, της είπε: "Η βλακεία μου, μάνα, με έφαγε και θα πεθάνω". Πήγε στο Memorial στην Αμερική. Εκεί οι γιατροί διαπίστωσαν ότι όλα τα ζωτικά του όργανα ήταν σάπια. Δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Ηταν ήδη αργά». Τα μάτια της κυρά Ζουμπουλίας γεμίζουν δάκρυα. Λες και μιλάει για ένα γεγονός που συνέβη πριν από λίγες ώρες. «Οταν τον είδαμε στο δωμάτιο του Ευαγγελισμού ήταν με τις πιτζάμες. Επαιζε το κομπολογάκι του κι έβηχε. Η μάνα μου προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Του μιλούσε και πήγαινε στη γωνιά και έκλαιγε. Οταν ήρθε από την Αμερική ο Νίκος, έκλαιγε μέρα νύχτα. Δεν ήθελε να πεθάνει. Είχε όμως τελειώσει».
Με κρητική ντοπιολαλιά η Ζουμπουλία Ξυλούρη αναφέρει πρώτη φορά και το όνειρο της μάνας τους προτού πεθάνει ο Νίκος.
«Πριν μπει ο Νίκος στον Ευαγγελισμό και από εκεί τον στείλουν στο Memorial, η μάνα μας ήταν ανήσυχη. Πολύ ανήσυχη. Εκείνη ήταν στα Ανώγεια και ο Νίκος στην Αθήνα, χωρίς να ξέρει τίποτε για την υγεία του. Εδώ στο σπίτι είχαμε μια κληματαριά που την είχαμε κόψει, επειδή τα σταφύλια λέρωναν τους τοίχους. Βλέπει η μάνα μας λοιπόν ένα όνειρο τέσσερις μήνες προτού πεθάνει ο Νίκος, ότι η κληματαριά που είχαμε είχε τρεις βλαστούς. Και κάποιος της έκοψε τον μεγαλύτερο βλαστό. Σηκώνεται το πρωί από τον ύπνο της και άρχισε να κλαίει. "Ο Νίκος κάτι κακό έχει και δεν μου το λέτε". Εκανε σαν να προνοούσε τον θάνατό του. Μας έλεγε λοιπόν η μάνα μου ότι ο Νίκος θα πεθάνει, δεν γλιτώνει. Ηρθαν και γειτόνισσες να την καθησυχάσουν, αλλά εκείνη είχε προνοήσει τον θάνατό του. Παίρνει τηλέφωνο στην Αθήνα. Το σηκώνει η γυναίκα του, η Ουρανία. "Μαμά, ο Νίκος κοιμάται" της απαντάει. "Ξύπνησέ τον, θέλω να του μιλήσω". Και τον ξύπνησε. Και του λέει: "Πήγαινε, παιδί μου, να γίνεις καλά. Θα πεθάνεις!"».
Η στενοχώρια όμως των δυο γονιών για τον μεγάλο τραγουδιστή έμενε να αποβεί μοιραία για εκείνους. Ο πατέρας του Νίκου, Γιώργης, πέθανε από τον καημό του όταν η χούντα τον απέκοψε από παντού, με αποτέλεσμα ο τραγουδιστής ούτε να μπορεί να δουλέψει ούτε και να ακούγεται στην τηλεόραση και στα ραδιόφωνα. Η μάνα του, μόλις πληροφορήθηκε για τον καρκίνο του γιου της, έπαθε εγκεφαλικό και έμεινε ανάπηρη στο κρεβάτι. Και ο Νίκος τελείωσε μέσα σε λίγες εβδομάδες...