πρόσωπο προς τα έξω, με αποτέλεσμα να είναι αγαπητά άτομα στον περίγυρό τους και να έχουν ερωτικές επιτυχίες. Αντίθετα, όταν μπαίνουν σε μια σχέση η οποία σοβαρεύει, τότε η συμπεριφορά τους αλλάζει, γίνεται ψυχρή, απόμακρη, ενώ παράλληλα χάνουν την καλή τους διάθεση με τον άνθρωπό τους και λειτουργούν μόνο όταν είναι με παρέα άλλων ανθρώπων.
Το άτομο με αυτό το μοτίβο σχέσεων πιθανότατα δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι μέσα του κρύβει έναν εργένη ή μια εργένισσα που ενώ είναι κοινωνικό και επιθυμεί τις σχέσεις, ωστόσο έχει κάποιο φόβο με τη δέσμευση, την οποία και αποφεύγει με κάθε τρόπο.
Υπάρχουν βέβαια και οι άνθρωποι οι οποίοι είναι ξεκάθαροι σχετικά με τις επιθυμίες τους: θέλουν να βρουν έναν μόνιμο σύντροφο, να δημιουργήσουν μια σχέση αποκλειστικότητας και αφοσίωσης, η οποία θα καταλήξει, συντομότερα ή αργότερα, σε γάμο. Αυτοί οι άνθρωποι σε κάποιες περιπτώσεις γοητεύονται από έναν εργένη ή μια εργένισσα, αλλά δε συνειδητοποιούν ότι το άλλο άτομο δε μοιράζεται τις επιθυμίες τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι υπερ-επενδύουν σε μια σχέση η οποία εξαρχής δεν έχει μέλλον, και βέβαια, όταν έρχεται το αναπόφευκτο τέλος, αισθάνονται προδομένοι, ότι έχουν απορριφθεί, ενώ δεν μπορούν να καταλάβουν το «γιατί».
Τα λάθη στην προσέγγιση
Αντρες και γυναίκες γοητεύονται εύκολα από το στυλ και το προφίλ του εργένη, διότι έχει πολλά θετικά και θελκτικά χαρακτηριστικά. Το πρόβλημα δεν είναι λοιπόν ότι τα χαρακτηριστικά του εργένη ή της εργένισσας είναι αυτά καθαυτά προβληματικά ή μειονεκτικά.
Αντίθετα, μπορεί να είναι πολύ ελκυστικά και το ζευγάρι να περνάει όμορφα, ενώ παράλληλα έχει διαφορετικές επιθυμίες σχετικά με την έκβαση της σχέσης. Έτσι, το βασικό πρόβλημα που προκύπτει είναι η ανισορροπία που δημιουργείται ανάμεσα στις επιθυμίες του ενός ατόμου και του άλλου. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί το ένα άτομο να επιθυμεί μια σοβαρή σχέση, κάτι που ο εργένης δεν το θέλει ή δεν μπορεί να δώσει τη συγκεκριμένη υπόσχεση δέσμευσης.
Από την άλλη, το άτομο που επιλέγει έναν εργένη ή μία εργένισσα για σύντροφο, μπορεί να σκέφτεται -συνειδητά ή ασυνείδητα- «θα του αλλάξω τη νοοτροπία», ή «σιγά-σιγά και με υπομονή θα τον φέρω με τα νερά μου και θα μαλακώσει», κάτι που φυσικά δε γίνεται, με αποτέλεσμα προβλήματα στη σχέση.
Αυτή η προσέγγιση είναι ιδιαίτερα προβληματική, επειδή δε λαμβάνει υπόψη τις επιθυμίες και τα χαρακτηρολογικά στοιχεία του άλλου, παρά μόνο βασίζεται στην εγωιστική επιθυμία τού «θέλω αυτόν τον άνθρωπο και θα κάνω τα πάντα για να τον έχω και να τον κρατήσω με τους όρους που εγώ θέτω». Όταν όμως ξεκινά κανείς τη σχέση του κάπως έτσι, το πιθανότερο είναι ότι τα πράγματα θα ‘σκαλώσουν’ κάπου, με την έννοια ότι με το ζόρι ή με μονόπλευρη επιθυμία δε γίνεται να διατηρηθεί η σχέση.
Σε άλλες περιπτώσεις, το άτομο που έχει σχέση με κάποιον ο οποίος/ η οποία δεν επιθυμεί μονιμότητα και δέσμευση επιλέγει μια πιο ‘επιθετική’ προσέγγιση: διαμαρτύρεται, φωνάζει, κάνει μούτρα, αλλά το μόνο που θα καταφέρει με αυτά είναι να επισπεύσει το τέλος της σχέσης.
Υπάρχει σωστή προσέγγιση;
Η πιο σωστή προσέγγιση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να υπάρχει αυτογνωσία: αν δηλαδή ένα άτομο γνωρίζει ότι το ίδιο διαθέτει τα χαρακτηριστικά του εργένη ή της εργένισσας, καλό θα είναι να το κοινοποιήσει στο άτομο με το οποίο πρόκειται να κάνει σχέση, ώστε να μη δημιουργήσει ψεύτικες προσδοκίες.
Αν πάλι κάποιο άτομο ανακαλύψει ότι ο/η σύντροφος του διαθέτει εργένικα χαρακτηριστικά, καλό θα είναι να εξετάσει μέσα του τι είναι αυτό που επιθυμεί από τη συγκεκριμένη σχέση, ώστε να αποφασίσει αν θα παραμείνει ή αν θα φύγει, συζητώντας το με τον/τη σύντροφό του.