Τά ἔργα τοῦ φωτός εἶναι ἐκεῖνα πού ἔχουν γίνει σύμφωνα μέ τό θέλημα καί τίς ἐντολές τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τά ἔργα πού ἡ ἔσω καρδία τοῦ πιστοῦ πληροφορεῖται ἐκ τῆς συνειδήσεως καί ἐπικυρώνονται ἀπό τόν πνευματικό πατέρα πώς ἔχουν ἐργασθεῖ μέ τήν Ἄκτιστον Τριαδικήν Χάριν.
Ὁ λόγος, οἱ πράξεις, οἱ σκέψεις καί ἐν γένει ὅλες οἱ καθ’ ἡμέραν ψυχοσωματικές λειτουργίες ἐνεργοῦνται ἐν Χριστῷ. Ἡ καθημερινή προσευχή, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τοῦ Ψαλτηρίου, τά ἀποφθέγματα τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ κανόνες καί τά συναξάρια τῶν Ἁγίων εὐφραίνουν ἔτσι τήν ψυχήν καί τήν καρδίαν ὥστε νά ἐπιβεβαιώνεται ὁ λόγος τοῦ Πνεύματος: «ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τὰ λόγιά σου, ὑπὲρ μέλι τῷ στόματί μου»(Ψαλμ. 118, στ.103). Ἡ ἐπί 24ώρου βάσεως ἐνθύμησις καί μελέτη τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με) ἀποτελεῖ γλυκεία εὐφροσύνη νοός καί καρδίας «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην·» (Ψαλμ. 76, στ.4). Σ’αὐτήν τήν περίπτωσιν ἡ πίστις, ἡ ἐλπίς καί ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπῃ, οὐδέποτε ἐκπίπτουν.
Ἀντίθετα, γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἀμετανοήτως ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Του ἔχουν ἥδη συντριβεῖ καί χαθεῖ, ἄν καί γιά ὀλίγον κατ’ἀνοχήν τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν ἀνάμεσά μας ἀλαζονικά καυχώμενοι. Ἐν τούτοις, οἱ ἔχοντες νοῦν Χριστοῦ καί καρδίαν καθαράν ἐμπειρικά κατέχουν ποῖον εἶναι τό οἰκτρόν τέλος τῶν μισούντων τόν Κύριον Ἰησοῦν. Μακάρι κάποτε ὅλοι αὐτοί νά ἐπιστρέψουν καί νά μετανοήσουν, ἀπομακρυνόμενοι ἀπό τόν ἐμπαιγμό τῶν δαιμόνων πού ὑπηρέτησαν καί ὑπηρετοῦν ἐν πάθεσι πονηρίας καί ἀτιμίας.
Ἄς ἀκούσομε ἐδῶ τί μᾶς λέγει, ὁ Ἁγιώτατος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, διά τήν ἀποστασίαν τῶν ἐσχάτων: «Θὰ μοῦ πεῖς νά: “Γιατὶ δὲν τὰ βλέπει ὁ Θεός;” Μὰ αὐτὰ εἶναι, τὰ βλέπει ὁ Θεός. Αλλὰ ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἐπέμβει. Μπορεῖ ὅμως, μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νὰ ἔρθει, νὰ ἔρθει ὥστε οἱ ἄνθρωποι ν' ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νὰ ἰδοῦνε τὸ χάος ὁλόφωτο, ὁλοζώντανο μπροστά τους, νὰ ποῦνε: “Ἔεε! Πέφτουμε στὸ χάος, χανόμαστε. Ὅλοι πίσω, ὅλοι πίσω, γυρῖστε πίσω, πλανηθήκαμε”. Καὶ νὰ ἔρθουνε πάλι στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ λάμψει ἡ Ὀρθόδοξος πίστις. Αὐτὸ ἐμεῖς ἐπιδιώκομε καὶ ἕτσι θέλομε τὰ πράγματα σιγά-σιγὰ νὰ γίνουνε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς ἐργάζεται μυστικά, δὲν θέλει νὰ ἐπηρεάσει τοῦ ἀνθρώπου τὴν ἐλευθερία, τὰ φέρνει ἕτσι καὶ σιγά-σιγά-σιγὰ πάει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖ πού πρέπει»(«Τὸ Πνεῦμα τὸ Ὀρθόδοξον εἶναι τὸ ἀληθές», ἐκδ. Ἱ.Γ.Ἡ. «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος», Μήλεσι Ὠρωποῦ). Εἶναι τό ἴδιο συμπέρασμα μέ ἄλλα λόγια τοῦ Ἁγιωτάτου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, πού τόνιζε: «Μετὰ τὴν μπόρα τὴ δαιμονική, θὰ λάμψει ἡ λιακάδα ἡ Θεϊκή».
Ἐν τούτοις γιά τούς ἀμετανοήτους ἐχθρούς τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, λέγει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον: «ἐκθλίψω αὐτούς, καὶ οὐ μὴ δύνωνται στῆναι, πεσοῦνται ὑπὸ τοὺς πόδας μου. καὶ περιέζωσάς με δύναμιν εἰς πόλεμον, συνεπόδισας πάντας τοὺς ἐπανισταμένους ἐπ᾿ ἐμὲ ὑποκάτω μου. καὶ τοὺς ἐχθρούς μου ἔδωκάς μοι νῶτον καὶ τοὺς μισοῦντάς με ἐξωλόθρευσας... καὶ λεπτυνῶ αὐτοὺς ὡσεὶ χνοῦν κατὰ πρόσωπον ἀνέμου, ὡς πηλὸν πλατειῶν λεανῶ αὐτούς... ζῇ Κύριος, καὶ εὐλογητὸς ὁ Θεός μου καὶ ὑψωθήτω ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου,..... ὁ ῥύστης μου ἐξ ἐχθρῶν μου ὀργίλων, ἀπὸ τῶν ἐπανισταμένων ἐπ᾿ ἐμὲ ὑψώσεις με, ἀπὸ ἀνδρὸς ἀδίκου ρῦσαί με. διὰ τοῦτο ἐξομολογήσομαί σοι ἐν ἔθνεσι, Κύριε, καὶ τῷ ὀνόματί σου ψαλῶ».(Ψαλμ. 17, στ. 39,40,41,43,47,49,50)
Μετάφραση Παν. Ν. Τρεμπέλα: «Τοὺς ἔσφιγξα καὶ τοὺς ἔλυωσα κυριολεκτικῶς καὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ σταθοῦν, ἀλλ’ἔπεσαν κάτω ἀπὸ τοὺς πόδας μου. Καὶ μὲ ἔζωσες τριγύρω μὲ δύναμιν διὰ νὰ πολεμῶ νικηφόρως, τοὺς ἐπεδίκλωσες καὶ ἔπεσαν ὑπὸ τοὺς πόδας μου ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπαναστατοῦν ἐναντίον μου. Καὶ ἔτρεψας εἰς φυγὴν τοὺς ἐχθρούς μου, οἱ ὁποῖοι πανικόβλητοι ἔστρεψαν πρὸς ἐμὲ τὰ νῶτα των, καὶ παρέδωκας εἰς καταστροφὴν καὶ ὁλοτελῆ ὄλεθρον ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μὲ ἐμίσουν... Καὶ τοὺς συνέτριψα σὰν λεπτὸν χνοῦδι ποὺ τὸ φυσᾷ καὶ τὸ σκορπίζει ὁ ἄνεμος· τοὺς κατεπάτησα καὶ τοὺς μετέβαλα εἰς ψιλὴν σκόνην, σὰν αὐτήν, εἰς τὴν ὁποίαν μετατρέπεται ἡ λάσπη, ποὺ καταπατεῖται εἰς τοὺς πλατεῖς καὶ πολυσύχναστους δρόμους...Ζῇ εἰς τὸν αἰῶνα ὁ Κύριος. Καὶ εἶναι ἄξιος νὰ εὐλογῆται καὶ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός μου. Καὶ ἂς ἀνυμνηθῇ τὸ ὕψος καὶ τὸ μεγαλεῖον τοῦ Θεοῦ, ὅστις μὲ ἔσωσεν...αὐτὸς εἶναι ὁ ἐλευθερωτὴς καὶ ρύστης μου ἀπὸ ἐχθρούς, οἱ ὁποῖοι γεμᾶτοι ὀργὴν καὶ ἀσυγκράτητον λύσσαν παραφέρονται κατ’ἐμοῦ· Σὺ θὰ μὲ ὑψώσῃς νικητὴν κατ’ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἐπαναστατοῦν κατ’ἐμοῦ· ἀπὸ ἄνδρα ἄδικον καὶ μοχθηρὸν γλύτωσέ με. Διὰ τοῦτο θὰ σὲ εὐχαριστήσω καὶ θὰ σὲ δοξολογήσω ἐνώπιον πολλῶν ἐθνῶν, Κύριε, καὶ θὰ ψάλω ὕμνους εἰς τὸ Ὄνομά σου».
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ἀδελφοί μου Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἀνά τόν κόσμον, παρακαλῶ σας μήν πτοεῖσθε διά ὅσα συμβαίνουν καί γιά τά ἐπερχόμενα (δεῖ ταῦτα πάντα πρῶτον γενέσθαι). Τό λοιπόν, χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε διότι ἐγγύς ἡ ἀπολύτρωσις ἡμῶν. Μέ βία διηνεκή καί ἄσκηση, μετάνοια καί ἐξομολόγηση, ἄς ἀγωνισθοῦμε ὅλοι αὐτήν τήν εὐλογημένην περίοδον τῆς μετανοίας τοῦ Ἁγίου Τριωδίου πού ἄρχισε, οὕτως ὥστε τήν Νύκτα Ἐκείνη νά συναντήσουμε τόν Ἀναστάντα Ἰησοῦν μέ χαρά καί εἰρήνη καρδίας τήν ὁποίαν οὐδείς δύναται νά μᾶς ἀφαιρέσει. Γένοιτο Κύριε. Ἀμήν.
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ