Ο Πρόεδρος ο οποίος μιλούσε στο Έκτακτο Παγκύπριο Συνέδριο του ΔΗΣΥ που πραγματοποιήθηκε σήμερα στη Διεθνή Κρατική Έκθεση διαβεβαίωσε συγκεκριμένα τους παρευρισκόμενους ότι στο τέλος της πενταετίας θα νοιώθουν πάλι περήφανοι γιατί επιτέλους, όπως είπε, «παραδίδουμε μια επανενωμένη πατρίδα, μια πατρίδα που θα εγγυάται το μέλλον, μια ευημερούσα χώρα, μια ευρωπαϊκή καθ` όλα σύγχρονη πατρίδα».
Εκτενείς ήταν οι αναφορές του Προέδρου στο Κυπριακό και στις προσπάθειες για επίλυση του, επαναλαμβάνοντας ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος απομένουν ωστόσο πολλά ακόμα για τα οποία πρέπει να γίνει σημαντική δουλειά. Τόνισε παράλληλα πως αυτό που έχει σημασία είναι «να δούμε πώς παρουσιάζουμε μια λύση χωρίς κενά, χωρίς εποικοδομητικές ή άλλως πως ασάφειες».
Υπέδειξε μάλιστα ότι ακόμα και όταν υπάρξει κατάληξη σε συμφωνία «δεν μπορεί να αποταθείς στον κυπριακό λαό να ζητάς την έγκριση ενός σχεδίου όταν δεν έχεις έτοιμο το ταμείο που θα αφορά είτε αποζημιώσεις, είτε ανοικοδόμηση, είτε μετακίνηση πληθυσμών, στέγαση κλπ».
«Δεν είναι δυνατόν χωρίς να έχεις έτοιμο τον κατάλογο των διεθνών συμβάσεων, των νόμων που θα διέπουν τη νέα τάξη πραγμάτων, την ομόσπονδη Δημοκρατία της Κύπρου, να θέλεις από το λαό να κάνει αποδεκτό ένα σχέδιο όταν δεν γνωρίζει τι είναι εκείνο που θα επισυμβεί την επομένη» συμπλήρωσε αναφέροντας ότι «προς τούτο βεβαίως υπάρχει συμφωνία» αλλά και ότι «χρειάζεται οπωσδήποτε χρόνος έτσι ώστε να είναι έτοιμα όλα από την πρώτη μέρα, να υπάρξει και η συνέχεια του κράτους, αλλά και από την πρώτη μέρα και οι δύο κοινότητες να ωφεληθούν από τη λύση με απτά δείγματα γραφής».
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στάθηκε και στην ενεργή συμμετοχή της ΕΕ στη διαδικασία εξεύρεσης λύσης του Κυπριακού, για πρώτη φορά, όπως είπε. «Είναι συναντίληψη απ` όλους ότι δεν μπορεί παρά οι αρχές και οι αξίες της ΕΕ, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ισότητα των Ευρωπαίων πολιτών να διασφαλιστεί πριν και πάνω απ` όλα» σημείωσε, αναφέροντας πως αυτό δεν είναι απαίτηση μόνο των Ε/κ αλλά και των Τ/κ, γεγονός που συνιστά, όπως είπε, μια μέγιστη διαφοροποίηση από το παρελθόν.
Τόνισε επίσης ότι τα όσα έχουν συμφωνηθεί διασφαλίζουν απόλυτα τη συνέχιση του κράτους. «Ρητά προνοείται ότι είμαστε και ότι θα παραμείνουμε μέλος της ΕΕ χωρίς νέα αίτηση, είμαστε και θα παραμείνουμε μέλος των ΗΕ χωρίς νέα αίτηση, οι διεθνείς συνθήκες της Κυπριακής Δημοκρατίας θα συνεχίσουν, η συνθήκη Εγκαθίδρυσης θα υπάρχει, το πιο σημαντικό ή απλοϊκό, οι Πρέσβεις που έχουν διαπιστευθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν χρειάζεται να επαναδιαπιστευθούν » σημείωσε.
Στο πλαίσιο της ομιλίας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απάντησε και σε όσους κάνουν λόγο για υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας και αναβάθμιση του ψευδοκράτους διερωτώμενος κατά πόσο αποτελεί υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας το γεγονός ότι μέσα από μια πολυεπίπεδη εξωτερική πολιτική έχουν αποκατασταθεί άριστες σχέσεις με τα κράτη του Αραβικού Κόλπου ή το γεγονός ότι από το 1966 η Σαουδική Αραβία για πρώτη φορά διαπιστεύει Πρέσβη στην Κυπριακή Δημοκρατία, ή το ότι το Μπαχρέιν που ποτέ δεν είχε Πρέσβη διαπιστεύει ή το ότι η Ιορδανία μεταφέρει την έδρα της Πρεσβείας της στην Κύπρο, ή το ότι οι άριστες πλέον σχέσεις που ίσως ποτέ προηγουμένως δεν υπήρξαν με την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Παλαιστίνη και άλλα αραβικά κράτη αποτρέπουν από τον Σεπτέμβρη του 2014 την έκδοση ψηφίσματος υπέρ του ψευδοκράτους από τον Οργανισμό για την Ισλαμική Διάσκεψη.
«Είναι αυτή αναβάθμιση του ψευδοκράτους ή αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας; Είναι άραγε οι τριμερείς συνεργασίες με την Αίγυπτο, με την Ιορδανία που βρίσκεται στα σκαριά, με το Ισραήλ, είναι αυτά υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας; » διερωτήθηκε.
«Το να συμμετέχεις σε μια οικονομική διεθνή σύναξη υποβαθμίζεις τάχα και κινδυνεύει το κράτος μας να καταρρεύσει διότι ζήτησα να συναντηθώ με τον ΓΓ του ΟΗΕ ενώπιον του κ. Ακιντζί;» πρόσθεσε, εξηγώντας πως πρόθεση του δεν ήταν να εμπλακεί σε ένα παιγνίδι επίρριψης ευθυνών, αλλά να ενημερώσει τον ΓΓ του ΟΗΕ για τις πραγματικότητες. «Και αυτές έχουμε παρουσιάσει, τις δυσκολίες που έχουμε μπροστά μας. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχουμε επιτύχει σημαντική πρόοδο, όπως και διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ακόμα κεφάλαια τα οποία και πρέπει να συζητηθούν, όπως και οι διαφορές» σημείωσε και συμπλήρωσε σε ό,τι αφορά το Νταβός πως δεν ήταν μόνο η συνάντηση με τον ΓΓ του ΟΗΕ αλλά και η συνάντηση με τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, οι συναντήσεις με κορυφαίους οικονομικούς παράγοντες, όπως με τον Γενικό Διευθυντή της ΕΝΙ, της TOTAL, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης.
Για να προσθέσει ότι εντός των ημερών θα έχει την ευκαιρία να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς για το τι αυτές οι συναντήσεις απέδωσαν. «Συνεπώς, θα παρακαλούσα όλους όσοι έχουν άποψη να την εκφράζουν βεβαίως ελεύθερα, αλλά όχι αστόχαστα» είπε.
Στο πλαίσιο της ομιλίας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαβεβαίωσε επίσης ότι έγνοια του είναι να απαντηθούν οι ανησυχίες και εκείνων που απέρριψαν το Σχέδιο Ανάν το 2004, το 76% δηλαδή του κυπριακού Ελληνισμού. «Δεν είναι να ικανοποιήσω όσους τότε στηρίξαμε το Σχέδιο. Δεν αρνούμαι και δεν αγνοώ τις ανησυχίες των υπολοίπων, όπως και δεν θα αγνοήσω τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων» είπε και διαβεβαίωσε επίσης ότι ο κυπριακός Ελληνισμός θα είναι απόλυτα ενήμερος για το σύνολο των πτυχών και των προνοιών της λύσης. «Δεν θα επιτρέψουμε – αυτό που κάποιοι λέγουν – την εξ απροόπτου παρουσίαση ενός σχεδίου» σημείωσε.
Είπε επίσης πως θα πρέπει κάποιοι που μιλούν ή που ισχυρίζονται ότι τάχατες υπάρχει ο κίνδυνος κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας να ανατρέχουν κατά καιρούς και στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, εξηγώντας ότι το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν προνοούσε τη δημιουργία μιας Δημοκρατίας που θα κυβερνάται από τους Ελληνοκύπριους και θα παραγνωρίζεται η άλλη κοινότητα, αυτή των Τουρκοκυπρίων. «Υπάρχουν σαφείς πρόνοιες και κανείς δεν μπορεί επιλεκτικά να αναφέρεται σε όσα νομίζουμε ότι αποτελούν τα συστατικά στοιχεία της Κυπριακής Δημοκρατίας» πρόσθεσε.
Σε ό,τι αφορά τα θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης και οικονομίας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε στο Συνέδριο του ΔΗΣΥ ότι σε δύσκολες ώρες κλήθηκε να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου με την εμπιστοσύνη του 58%, με στήριγμα τον ΔΗΣΥ, αλλά και τη βοήθεια άλλων δυνάμεων, όπως του Δημοκρατικού Κόμματος, του Ευρωπαϊκού Κόμματος, αλλά και πλειάδας πολιτών.
«Κατορθώσαμε τον πρώτο χρόνο να σταθεροποιήσουμε και να σώσουμε από την κατάρρευση το κράτος και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Στο δεύτερο χρόνο μπήκαμε στις μεταρρυθμίσεις και σε πολιτικές ουσίας, για να έρθουμε προτού συμπληρωθεί ο τρίτος χρόνος να παρουσιάζουμε ρυθμούς ανάπτυξης, ύστερα από επτά χρόνια, που πλησιάζουν το 2%» τόνισε.
Ανέφερε επίσης πως την ίδια ώρα η Κυβέρνηση θέλησε να βάλει τη σφραγίδα της σε ορισμένα απαράδεκτα φαινόμενα που από το 1960, απλώς ήταν στα σχήματα λόγου των διαφόρων πολιτικών προγραμμάτων. «Επιφέρουμε τη μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης, καθιερώνουμε κανόνες αξιοκρατίας, μετατρέπουμε το κράτος σε κράτος πρόνοιας, προσπαθούμε να μετατρέψουμε και να καταργήσουμε ή να πολεμήσουμε κατά το μέγιστο δυνατόν βαθμό τη γραφειοκρατία, το πιο σημαντικό που κανένας δεν μπορεί να το αρνείται με αποφασιστικότητα προχωρούμε στην πάταξη της διαφθοράς» είπε.
«Θέλουμε ένα κράτος εντίμων και όχι ένα κράτος το οποίο να διακρίνεται από τα σκάνδαλα, τα οποία κάθε μέρα έρχονται στο φως και τα οποία δεν αφορούν την παρούσα διακυβέρνηση» πρόσθεσε.
«Προχωρούμε με την ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Από την πρώτη στιγμή δώσαμε πολεοδομικά, φορολογικά κίνητρα. Ναι, άρχισαν οι επενδύσεις, ναι βεβαίως άρχισε η επανεκκίνηση της οικονομίας εξ ου και οι ρυθμοί ανάπτυξης. Μας μιλούν για λιτότητα και εννοούν το νοικοκύρεμα των δημόσιων οικονομικών. Ας μας κατηγορούν αν θέλουν γιατί νοικοκυρέψαμε τα δημόσια οικονομικά και έτσι θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε και εκτός προγράμματος και πάλι θα συνεχίσουμε, όχι τη λιτότητα, αλλά το νοικοκύρεμα των δημόσιων οικονομικών, για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας, να μπορέσουμε επιτέλους να δημιουργήσουμε ένα πραγματικά ευρωπαϊκό κράτος» συμπλήρωσε.
Σε ό,τι αφορά τέλος την παρουσία του στο Συνέδριο του ΔΗΣΥ είπε ότι δεν θα αρνηθεί ποτέ την πολιτική του ταυτότητα και το γεγονός πως από το 1976 υπήρξε μέλος του ΔΗΣΥ και από το 1997 για 17 χρόνια Πρόεδρος της παράταξης, υποδεικνύοντας ωστόσο πως δεν είναι δυνατόν να τη συγχέει με την κρατική του ιδιότητα και πως αυτός είναι και ο λόγος που μέχρι σήμερα είναι η πρώτη φορά που παρευρίσκεται σε συλλογικό όργανο του ΔΗΣΥ.
Διαβεβαίωσε δε πως δεν θα είναι και δεν θα συμπεριφερθεί ως κομματάρχης, αλλά ως «Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Πρόεδρος όλων των Κυπρίων, είτε αριστερών είτε δεξιών είτε φιλελευθέρων είτε οποιουδήποτε ιδεολογικών επιθυμούν να είναι, Πρόεδρος όχι μόνον των Ελληνοκυπρίων αλλά και των Τουρκοκυπρίων εκφράζοντας την απόλυτη πίστη μου πως αν δεν συμμεριστούμε τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων δεν μπορούμε να πετύχουμε την ποθητή επανένωση της πατρίδας μας».
Εξήρε τέλος την ηγετικότητα, αποφασιστικότητα και μεθοδικότητα του Προέδρου του ΔΗΣΥ καλώντας τα μέλη του κόμματος να σταθούν στο πλευρό του και στο πλευρό όλων των στελεχών του κόμματος έτσι ώστε, όπως είπε, «να προχωρήσουμε μπροστά, να αφήσουμε τις όποιες πικρίες κατά μέρος και να αποφασίσουμε ότι ενωμένοι μπορούμε, ότι με υπευθυνότητα συνεχίζοντας να πολιτευόμαστε δεν θα δικαιώσουμε την παράταξη, θα δικαιώσουμε την πατρίδα μας».
Πηγή