Σημειώνεται ότι το φορολογικό μαζί και με το εργασιακό που έπονται του ασφαλιστικού θα αποτελέσουν τους νέους μεγάλους κινδύνους για την κυβέρνηση με την προϋπόθεση ότι θα περάσει τελικώς το ασφαλιστικό, κάτι που ήδη έχει προκαλέσει μύριες αντιδράσεις αν και, το σημειώνουμε, δεν είναι αποδεκτό σαν σχέδιο από τους δανειστές, προκαλώντας απορίες γιατί η κυβέρνηση το στηρίζει, και γιατί η κοινωνία το αντιμάχεται, αφού δεν θα ισχύσει με την εως τώρα μορφή.
Η νέα πρόταση φορολόγησης περιλαμβάνει με τρεις ξεχωριστές κατηγορίες συντελεστών α) για μισθούς - συντάξεις, β) για κέρδη από επιχειρήσεις και γ) για ενοίκια. Βάσει του σεναρίου αυτού, το εισόδημα από κάθε μία εκ των τριών αυτών πηγών θα φορολογείται αυτοτελώς με την δική του κλίμακα, δηλαδή τα εισοδήματα από περισσότερες της μιας πηγές δεν θα αθροίζονται για να υπαχθούν σε φόρο με ενιαία κλίμακα.
Οι νέοι συντελεστές επιβαρύνουν περισσότερο τα εισοδήματα άνω των 50.000 ευρώ, και τα εισοδήματα από ακίνητα ενώ φοροελαφρύνονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες με εισοδήματα μέχρι 42.000 ευρώ.
Σημειώνεται ότι από την επεξεργασία των δεδομένων των περυσινών φορολογικών δηλώσεων προκύπτει ότι μόλις 27.710 μισθωτοί και συνταξιούχοι δήλωσαν περισσότερα από 50.000 ευρώ, ενώ στους ελεύθερους επαγγελματίες οι έχοντες δηλωμένα περισσότερα από 50.000 ευρώ είναι 15.159 φορολογούμενοι, ενώ υπάρχουν και 4.723 φορολογούμενοι οι οποίοι δήλωσαν εισόδημα από ενοίκια υψηλότερο των 50.000 ευρώ. Συνολικά, δηλαδή, 47.592 φορολογούμενοι δήλωσαν πέρυσι περισσότερα από 50.000 ευρώ.
Μισθοί-Συντάξεις: 50% φορολόγηση για τα εισοδήματα άνω των 60.000 ευρώ
Σύμφωνα, ειδικότερα, με το εναλλακτικό αυτό σενάριο:
1) Η κλίμακα φορολογίας των μισθών και των συντάξεων παραμένει ίδια μέχρι το επίπεδο εισοδήματος των 60.000 ευρώ. Πάνω από το επίπεδο αυτό θα ισχύει συντελεστής φόρου 50%.
Έτσι, η κλίμακα των μισθωτών και των συνταξιούχων διαμορφώνεται ως εξής:
• Τα πρώτα 25.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος φορολογούνται με 22%.
• Τα επόμενα 17.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος, που αντιστοιχούν στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 25.001 έως 42.000 ευρώ, φορολογούνται με 32%.
• Τα επόμενα 18.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος, που αντιστοιχούν στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 42.001 έως 60.000 ευρώ φορολογούνται με 42%.
• Το τμήμα του εισοδήματος πάνω από τα 60.000 ευρώ φορολογείται με 50%.
Ο φόρος που προκύπτει από την παραπάνω κλίμακα εξακολουθεί να μειώνεται κατά 2.100 ευρώ για εισοδήματα μέχρι 21.000 ευρώ, ενώ για εισοδήματα πάνω από 21.000 ευρώ και μέχρι 42.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου των 2.100 μειώνεται κατά το 10% του ποσού κατά το οποίο το ετήσιο εισόδημα υπερβαίνει τις 21.000 ευρώ. Για παράδειγμα, σε ετήσιο εισόδημα 24.000 ευρώ αντιστοιχεί φόρος 22%, δηλαδή 5.280 ευρώ. Από το ποσό του φόρου εκπίπτει ποσό 1.800 ευρώ, δηλαδή 2.100 ευρώ μείον το 10% του ποσού των 3.000 ευρώ, κατά το οποίο το εισόδημα των 24.000 ευρώ υπερβαίνει τις 21.000 ευρώ.
Δηλαδή, η νέα κλίμακα φορολόγησης δεν θα μεταβάλει τις ετήσιες φορολογικές επιβαρύνσεις για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα μέχρι 60.000 ευρώ προερχόμενα από μισθούς ή συντάξεις. Για όσους αποκτούν εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις άνω των 60.000 ευρώ, η προσθήκη συντελεστή αυξημένου από το 42% στο 50% πάνω από το όριο των 60.000 ευρώ θα προκαλέσει την αύξηση της ετήσια φορολογικής επιβάρυνσης, κατά ποσοστά από 0,4% λίγο πάνω από το επίπεδο των 60.000 ευρώ έως και 19% στα πάρα πολύ υψηλά επίπεδα εισοδήματος.
Έσοδα ατομικών επιχειρήσεων/ελεύθερων επαγγελμάτων : Κερδισμένοι όσοι έχουν έσοδα μέχρι 42.000 ευρώ
2) Η κλίμακα φορολογίας του καθαρού εισοδήματος από ατομική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα θα είναι ίδια με αυτήν που ισχύει για τη φορολόγηση των μισθών και των συντάξεων, με τη διαφορά ότι δεν προβλέπει έκπτωση φόρου έως 2.100 ευρώ.
Από τους φορολογούμενους που ασκούν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες ή ελευθέρια επαγγέλματα και δηλώνουν εισοδήματα προερχόμενα αποκλειστικά από αυτές τις πηγές, κερδισμένοι με την εφαρμογή της νέας αυτοτελούς κλίμακας φορολόγησης θα είναι όλοι όσοι δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 42.000 ευρώ, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία.
Ουσιαστικά, επωφελούνται όσοι ασκούν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες ή ελευθέρια επαγγέλματα και δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ, με τη νέα φορολογική κλίμακα, θα φορολογούνται με συντελεστή μειωμένο από το 26%, που προβλέπει η τωρινή κλίμακα, στο 22%.
Όμως όσο αυξάνονται τα έσοδα αυξάνεται και η επιβάρυνση. Για όσους δηλώνουν πάνω από 25.000 και μέχρι 41.000 ευρώ, στο τμήμα του ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 25.000 ευρώ θα ισχύει συντελεστής φόρου αυξημένος από το 26% στο 32%, όμως οι όποιες επιβαρύνσεις προκύπτουν στο κλιμάκιο αυτό θα υπεραντισταθμίζονται από τη μείωση του φόρου στο πρώτο κλιμάκιο εισοδήματος, από το 0 έως τα 25.000 ευρώ.
Για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 42.000 ευρώ η νέα κλίμακα προκαλεί αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων που μεγαλώνουν σε ποσό και ποσοστό όσο υψηλότερο των 42.000 ευρώ είναι το ετήσιο εισόδημα. Για παράδειγμα, ο ετήσιος φόρος για όποιον δηλώνει 45.000 ευρώ αυξάνεται κατά 500 ευρώ ή κατά 4,27% με τη νέα κλίμακα, από τα 11.700 στα 12.200 ευρώ. Για έναν μεγαλοδικηγόρο ή μεγαλογιατρό που δηλώνει ετησίως 80.000 ευρώ, ο ετήσιος φόρος με τη νέα κλίμακα αυξάνεται κατά 5.600 ευρώ ή κατά 24,45%, από τα 22.900 στα 28.500 ευρώ.
Για παράδειγμα, αυτοαπασχολούμενος με ετήσιο καθαρό εισόδημα 20.000 ευρώ θα πληρώνει φόρο 4.400 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα σήμερα κλίμακα πληρώνει 5.200 ευρώ. Η ετήσια επιβάρυνσή του θα μειωθεί κατά 800 ευρώ.
Ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο καθαρό εισόδημα 25.000 ευρώ θα πληρώνει φόρο 5.500 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα πληρώνει 6.500 ευρώ. Δηλαδή θα καταβάλλει 1.000 ευρώ λιγότερα. Ατομική εμπορική επιχείρηση με ετήσια καθαρά κέρδη 30.000 ευρώ θα πληρώνει με τη νέα κλίμακα 7.100 ευρώ, ενώ με την ισχύουσα σήμερα πληρώνει 7.800 ευρώ. Η ετήσια επιβάρυνσή της θα μειωθεί δηλαδή κατά 700 ευρώ. Γενικά, μέχρι το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 25.000 ευρώ ο ετήσιος φόρος μειώνεται κατά 15,38% με τη νέα κλίμακα, ενώ πάνω από το επίπεδο των 25.000 ευρώ και μέχρι τις 41.000 ευρώ το ποσοστό μείωσης περιορίζεται και μηδενίζεται λίγο κάτω από το όριο των 42.000 ευρώ.
3) Η κλίμακα φορολογίας των ενοικίων και των λοιπών εισοδημάτων από ακίνητα θα προβλέπει φόρο αυξημένο από το 11% στο 15% για ετήσια μισθώματα και λοιπά εισοδήματα από ακίνητα μέχρι 12.000 ευρώ, φόρο αυξημένο από το 33% στο 35% για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ και μέχρι το επίπεδο των 40.000 ευρώ και νέο συντελεστή μεταξύ 40% και 45% για το τμήμα του εισοδήματος πάνω από τα 40.000 ευρώ.
Για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα από ακίνητα (ενοίκια κ.λπ.) μέχρι 12.000 ευρώ το χρόνο, η προτεινόμενη νέα κλίμακα αυτοτελούς φορολόγησης θα προκαλέσει αύξηση του φορολογικού βάρους κατά 36,36%, δηλαδή πολύ μικρότερη από αυτήν που προέκυπτε με το σενάριο της ενιαίας κλίμακας.
Συγκεκριμένα, για τους φορολογούμενους αυτούς, η νέα κλίμακα προβλέπει συντελεστή φόρου αυξημένο από το 11% στο 15%. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης ακινήτων με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ προερχόμενο αποκλειστικά από ενοίκια, θα πληρώσει φόρο 1.500 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα πληρώνει 1.100 ευρώ.
Όσοι φορολογούμενοι αποκτούν εισοδήματα από ακίνητη περιουσία πάνω από 12.000 ευρώ και μέχρι 40.000 ευρώ το χρόνο θα πληρώσουν επιπλέον φόρο από 480 έως και 1.040 ευρώ το χρόνο. Σε ποσοστά οι φόροι που θα πληρώσουν θα είναι αυξημένοι από 9,85% έως και 36%. Τ
έλος, οι φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ από ενοίκια θα πληρώνουν φόρους αυξημένους κατά ποσά άνω των 1.000 ευρώ το χρόνο. Π.χ. φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα από ενοίκια 55.000 ευρώ θα πληρώσει φόρο 17.600 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα κλίμακα πληρώνει 15.510 ευρώ. Δηλαδή θα επιβαρυνθεί με επιπλέον φόρο 2.090 ευρώ το χρόνο.
4) Για τους αγρότες θα παραμείνει το καθεστώς αυτοτελούς φορολόγησης του εισοδήματος με έναν συντελεστή, για τον οποίο προβλέπεται σταδιακή αύξηση από το 13% στο 26% σε βάθος πολλών ετών.