2015 χάθηκε, με ευθύνη του κ. Τσίπρα και του κ. Βαρουφάκη, η θετική δυναμική που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση Σαμαρά, στη συνέχεια όμως υπήρξε σταθεροποίηση της κατάστασης σε χαμηλότερο επίπεδο. Δυστυχώς, το ξεκίνημα του 2016 αποδεικνύεται δυσκολότερο από τα τέλη του 2015.
Σήματα κινδύνου
Η οικονομία στέλνει σήματα κινδύνου και, εάν δεν αντιδράσει άμεσα η κυβέρνηση, θα σημειωθεί ραγδαία επιδείνωση. Το Χρηματιστήριο βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, με τους ξένους επενδυτές να απομακρύνονται με εντυπωσιακή ταχύτητα. Η χρηματιστηριακή δυναμική είναι αρνητική στην Ε.Ε., ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις μετοχές του τραπεζικού κλάδου, αλλά η πτώση στην Ελλάδα αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, εξαιτίας του κλίματος αστάθειας που έχει δημιουργηθεί.
Ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη είναι και η αύξηση των spreads στα δεκαετή ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου. Το επιτόκιο κινείται ήδη πάνω από το 11%, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι μεγαλώνει η απόσταση που μας χωρίζει από την έξοδο στις αγορές. Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι η αύξηση των επιτοκίων για τα δεκαετή ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου συμπίπτει χρονικά με την άνοδο του επιτοκίου στα δεκαετή ομόλογα του Πορτογαλικού Δημοσίου, το οποίο σε διάστημα μερικών εβδομάδων αυξήθηκε κατά 50% και ξεπερνά το 4%.
Στην Πορτογαλία παρατηρείται ένας συνδυασμός αστάθειας του τραπεζικού συστήματος και στροφής της κυβέρνησης, η οποία αποτελείται από Σοσιαλιστές αλλά έχει την υποστήριξη του Μπλόκου της Αριστεράς και του πορτογαλικού ΚΚ, προς πολιτικές που προκαλούν την αρνητική αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των αγορών.
Η περίπτωση της Πορτογαλίας έχει ξεχωριστή σημασία για την Ελλάδα, γιατί αναδεικνύει τον κίνδυνο μιας νοτιοευρωπαϊκής αποσταθεροποίησης που μπορεί να δοκιμάσει τις αντοχές της προβληματικής ελληνικής οικονομίας.
Μεγαλώνουν οι ανάγκες
Τα πρώτα στοιχεία για τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο δείχνουν ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις και οι πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις έχουν αρχίσει να επηρεάζουν αρνητικά βασικά οικονομικά μεγέθη. Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο τα φορολογικά έσοδα του Δημοσίου πήγαν εντυπωσιακά καλά, από τον Ιανουάριο όμως παρατηρείται μια μικρή απόκλιση από τους στόχους που φαίνεται να μεγαλώνει τον Φεβρουάριο. Τα μπλόκα των αγροτών απορρυθμίζουν τον εσωτερικό τουρισμό, το εμπόριο, τις εισαγωγές και τις εξαγωγές, ασκώντας πίεση και στα έσοδα του Δημοσίου.
Τα νέα δεν είναι καλά και στον ασφαλιστικό τομέα, όπου τον Ιανουάριο τα έσοδα του ΙΚΑ σημείωσαν πτώση 7% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2015, παρά το γεγονός ότι επηρεάστηκαν τότε αρνητικά από τη διενέργεια πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
Η ανακοπή των θετικών δημοσιονομικών εξελίξεων που παρατηρήθηκαν στα τέλη του 2015 μπορεί, σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη υστέρηση των ασφαλιστικών εσόδων, να κάνει πιο δύσκολη τη συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές, οι οποίοι δεν έχουν καταλήξει σε τελικά συμπεράσματα για τη δημοσιονομική δυναμική που αναπτύσσεται και τα πρόσθετα μέτρα που χρειάζονται για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό το 2016, το 2017 και το 2018.
Ενα άλλο σήμα κινδύνου αφορά στην πορεία των τραπεζικών καταθέσεων. Τον Δεκέμβριο παρατηρήθηκε σημαντική άνοδος των καταθέσεων, της τάξης των 2,4 δισ. ευρώ, δημιουργώντας την εντύπωση ότι άρχισε, επιτέλους, η επιστροφή των καταθέσεων, που μειώθηκαν κατά 40 δισ. ευρώ στη διάρκεια της κρίσης του 2015, στις τράπεζες. Τα προκαταρκτικά στοιχεία του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου οδηγούν σε αρνητικά συμπεράσματα. Φαίνεται ότι το κλίμα αστάθειας περιορίζει την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα και ανακόπτει, προσωρινά ελπίζουμε, την επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες.
Αμεση αντίδραση
Τα πράγματα είναι δύσκολα και μπορεί να γίνουν δυσκολότερα εάν δεν υπάρξει άμεση κυβερνητική αντίδραση με τη μορφή της γρήγορης και αποτελεσματικής εφαρμογής των συμφωνηθέντων, ώστε να κλείσει, με θετικό τρόπο, η πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-Μνημονίου μέχρι τα τέλη Μαρτίου.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει σε διάστημα μερικών εβδομάδων, το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι πρέπει να γίνουν πολλά για να καλυφθεί η απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από τους πιστωτές της και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί βρίσκονται κάπου στη μέση, εκφράζοντας συγκρατημένη αισιοδοξία και ζητώντας ταυτόχρονα από την ελληνική κυβέρνηση να εντατικοποιήσει το ρυθμό εφαρμογής των μέτρων που προβλέπονται στο τρίτο πρόγραμμα-Μνημόνιο.
Σε αυτό που συμφωνούν και οι δύο πλευρές είναι ότι ενδεχόμενη καθυστέρηση στην πρώτη αξιολόγηση πέρα από τον Μάιο μπορεί να δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα για την ελληνική οικονομία. Δεν θα υπάρξει, βέβαια, το συγκρουσιακό κλίμα του 2015, θα εκδηλωθεί όμως κρίση εμπιστοσύνης, χρηματοδότησης και ρευστότητας, η οποία θα μας πάει ακόμη πιο πίσω. Χαρακτηριστική, είναι άλλωστε, η δήλωση του υπουργού Οικονομικών, κ. Τσακαλώτου, «καήκαμε εάν η αξιολόγηση πάει για Μάιο-Ιούνιο».
Τα δύο εμπόδια
Δύο είναι τα βασικά εμπόδια σε μια γρήγορη συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών:
» Πρώτον, η ανάγκη να μειωθεί η δαπάνη του Κρατικού Προϋπολογισμού για το ασφαλιστικό, συνταξιοδοτικό σύστημα κατά 1% του ΑΕΠ -1,8 δισ. ευρώ- το 2016.
» Δεύτερον, η υποχρέωση της ελληνικής πλευράς να συγκεκριμενοποιήσει δημοσιονομικά μέτρα ύψους 1,8 δισ. ευρώ. Και αυτή η προσαρμογή προβλέπεται στον Προϋπολογισμό του 2016, δεν έχουν όμως προσδιοριστεί τα μέσα με τα οποία θα επιτευχθεί.
Οι συνομιλητές της ελληνικής κυβέρνησης θεωρούν πρακτικά αδύνατο να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια χωρίς να υπάρξει άμεση μείωση των συντάξεων. Η πρόταση της κυβέρνησης για αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων προκειμένου να καλυφθεί ένα μέρος του ασφαλιστικού ελλείμματος αξιολογείται αρνητικά, γιατί μπορεί να προκαλέσει σοβαρές οικονομικές δυσλειτουργίες και να καθυστερήσει την αναγκαία εξυγίανση των οικονομικών της κοινωνικής ασφάλισης. Οσο για την υποχρέωση της συγκεκριμενοποίησης μέτρων ύψους 1,8 δισ. ευρώ, ποσό που προβλέπεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό, είναι κι αυτή εξαιρετικά δύσκολο να γίνει χωρίς να περιοριστούν διάφορες κατηγορίες συντάξεων. Πάνω από τα 2/3 των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού αφορούν σε μισθούς και συντάξεις του Δημοσίου και κρατικές επιδοτήσεις των ασφαλιστικών ταμείων.
Με δεδομένη την ανεπάρκεια των προτάσεων του κ. Κατρούγκαλου και με το οικονομικό και κοινωνικό κόστος του κλίματος αστάθειας, που έχει δημιουργηθεί, να αυξάνεται συνεχώς, η κυβέρνηση πιέζεται στην κατεύθυνση της κατάρριψης των λεγόμενων κόκκινων γραμμών για τις περικοπές των συντάξεων για να φτάσουμε σχετικά γρήγορα στη θετική πρώτη αξιολόγηση και να αποτραπούν τα χειρότερα. Παρά το γεγονός ότι η κυβερνητική ηγεσία έχει ήδη διαμορφώσει κλίμα υπέρ μιας υποτιθέμενης σκληρής διαπραγμάτευσης, οι αρνητικές εξελίξεις τη σπρώχνουν σε δύσκολες αποφάσεις που θα έχουν μεγάλο δημοσκοπικό και πολιτικό κόστος.
Πηγή