ασφαλισμένων σε ιδιωτικές κλινικές έχει ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη επιβάρυνση των προγραμμάτων υγείας που προσφέρονται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, τονίζει η ΕΑΕΕ σε ανακοίνωσή της.
Σύμφωνα με αποφάσεις τις φορολογικής διοίκησης, οι υπηρεσίες των ιδιωτικών κλινικών προς τους νοσηλευόμενους ασθενείς υπόκεινται στο σύνολό τους στον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ, ο οποίος ως γνωστόν αυξήθηκε από 13% σε 23%. Όπως επισημαίνει η ΕΑΕΕ, η επιβολή του υψηλότερου συντελεστή σημαίνει ότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι χαμηλότεροι συντελεστές Φ.Π.Α., οι οποίοι ισχύουν για επιμέρους υπηρεσίες και αγαθά της νοσηλείας (όπως τα φάρμακα που υπάγονται στον υπερμειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, 6%).
Την ίδια στιγμή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αποδίδουν στο Κράτος έμμεσο φόρο, το «φόρο ασφαλίστρων» ο οποίος από τον Ιούλιο του 2015 επίσης αυξήθηκε στις ασφαλίσεις υγείας από 10% σε 15%.
Τα προγράμματα υγείας στην Ελλάδα λόγω των πολλαπλών και ανεξέλεγκτων αυξήσεων που υφίστανται οι αποζημιώσεις υγείας (από την υιοθέτηση νέων και συνήθως υψηλού κόστους ιατρικών πράξεων, την αύξησης της συχνότητας των μακροχρόνιων και σοβαρών παθήσεων κ.ά.) ήδη λειτουργούν σε οριακό επίπεδο.
Οι πρόσφατες φορολογικές αυξήσεις επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το κόστος των προγραμμάτων υγείας, στα οποία βασίζεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού για να διασφαλίσει πρόσβαση στις ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας, αποφορτίζοντας ταυτόχρονα το ήδη επιβαρυμένο σύστημα κοινωνικών παροχών.
Είναι, κατά συνέπεια, προς το συμφέρον του ασφαλιστικού συστήματος και των Ελλήνων πολιτών να υπάρξει μέριμνα ούτως ώστε η ιδιωτική ασφάλιση υγείας να παραμείνει ένα προσιτό αγαθό για το ευρύ κοινό.
Πηγή