αποτελεί η νοτιοδυτική πλευρά, που βλέπει προς την λιμνοθάλασσα Αιτωλικού.
Εκεί οι βράχοι πέφτουν απότομοι και κοφτεροί. Εντυπωσιάζει το πλήθος των πολλών απόκρημνων σπηλαίων, που δεν έχουν ακόμα ερευνηθεί. Ένα από αυτά, ο Άγιος Νικόλαος ο Κρεμαστός, παρουσιάζει μέγιστο ενδιαφέρον, γιατί φαίνεται πως ήταν «το πιο σημαντικό ασκητικό κέντρο της περιοχής του Μεσαίωνα». Το επίθετο «Κρεμαστός» φαίνεται πως δόθηκε από τον ιδρυτή της Μονής Νίκανδρο, κατά μεταγενέστερη μαρτυρία του μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιωάννου Αποκαύκου (1199-1232), εξαιτίας του απόκρημνου βουνού: « ή κατά την επίσκεψιν Αχελώου μονή του εν αγίοις πατρός ημών Νικολάου, ήτινι κλήσιν εξ εαυτού ο πρώτως ταύτην δομησάμενος εχαρίσατο, έρωτι τω θείω γενόμενος εκκρεμής και ακολούθως τω τρόπω εν αποκρήμνω τη πέτρα επικρεμάσας το δόμημα και παρονομάσας ούτω του Κρεμαστού».
Ξεκινώντας από το Κεφαλόβρυσο Αιτωλικού και βαδίζοντας βορειοανατολικά, ύστερα από κοπιαστική πορεία μιάμισης ώρας, φτάνει κανείς σε απότομη χαράδρα, πάνω από την οποία βρίσκεται το σπήλαιο του Αγίου Νικολάου. Στη χαράδρα υπάρχουν ερείπια παλαιών χτισμάτων.
Σε ύψος 50 περίπου μέτρων από το βάθος της χαράδρας, ανεβαίνει κανείς δύσκολα ως την απόκρημνη σπηλιά. Το άνοιγμα της σπηλιάς στο στόμιο είναι 6 περίπου μέτρα, στο κέντρο 8 και ο κατά μήκος άξονας από το στόμιο ως το βάθος 12.50 μ. Ανατολικά, απέναντι από το στόμιο της εισόδου, υπάρχει λιθόχτιστο τέμπλο, που χωρίζει το σπήλαιο σε ιερό και κύριο ναό. Στο ιερό, παρ’όλη τη δυσκολία εντοπισμού τους, που οφείλεται στις ακανόνιστες επιφάνειες του βράχου, δημιουργείται είδος κόγχης και παραβημάτων. Στο κέντρο περίπου του κύριου ναού σώζεται πλατιά και βαθιά στέρνα που συγκέντρωνε απ’έξω με αγωγούς το νερό της βροχής. Μικρό σπήλαιο βρίσκεται στα βόρεια του μεγάλου, σε απόσταση 20 περίπου μ. με είσοδο επίσης από νοτιοδυτικά. Και τα δύο σπήλαια είναι τοιχογραφημένα με τοιχογραφίες που αποτελούν οριακό σταθμό για την εξέλιξη της τέχνης στο δυτικό στερεοελλαδίτικο χώρο. Στα τελευταία χρόνια τοποθετήθηκε στο άνοιγμα του σπηλαίου ξύλινη εξέδρα από τους εθελοντές, για να διευκολύνονται οι προσκυνητές που ανεβαίνουν για να τιμήσουν τη μνήμη του αγίου, που γιορτάζεται εκεί δύο φορές το χρόνο, στις 6 Δεκεμβρίου και στις 20 Μαΐου.