Ο προβληματισμός γύρω από τις έννοιες της ατομικότητας και της συλλογικότητας είναι τόσο παλαιός, όσο και ο άνθρωπος, έχοντας απασχολήσει πληθώρα φιλοσόφων και λογίων με ...
την πάροδο των χρόνων. Είναι δε τόσο έντονος επειδή εστιάζει στον πυρήνα της ύπαρξης του ατόμου ως σκεπτόμενου όντος, που αναζητεί την αλήθεια, αμφισβητεί, ερευνά, αναθεωρεί και διαλέγεται. Επίσης, ανάλογα με την εποχή και τις επικρατούσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, ο συγκεκριμένος προβληματισμός επανέρχεται συχνά στο προσκήνιο για να πυροδοτήσει νέες κοινωνικές ζυμώσεις. Σε μια εποχή βαθύτατης οικονομικής, και όχι μόνο, κρίσης, όπως η τωρινή, δεν θα μπορούσε παρά να αποτελέσει επιτακτικό ζητούμενο ο επαναπροσδιορισμός των εννοιών και του ρόλου τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Ιστορικά, η ανθρωποκεντρική φιλοσοφία θέτοντας την φύση στην υπηρεσία του ανθρώπου και καθιστώντας τον ως μοναδικό αξιολογικό κριτή της, αφαίρεσε σταδιακά από τον άνθρωπο την αίσθηση του απείρου και τον τοποθέτησε στο κέντρο ενός μικρόκοσμου, όπου τα πάντα αποκτούν υπόσταση, νόημα και αξία ανάλογα με τις γνώσεις, τις εμπειρίες και τις ανάγκες του. Αυτός ο ανθρωποκεντρισμός, εμφανώς αποκομμένος από την αρχαιοελληνική κοσμοθέαση, από την προσέγγιση του θείου, από την συμπαντική συνείδηση και από την ελεύθερη αναζήτηση, προήγε την μηχανιστική αντίληψη της ζωής και την πρωτοκαθεδρία της ύλης έναντι του πνεύματος. Ως αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης, ο ανθρωποκεντρισμός οδήγησε στην επικράτηση της ατομοκρατίας.
Με τον φιλοσοφικό και θρησκειολογικό όρο ατομοκρατία (ή ατομικισμό) αναφερόμαστε στην θεωρία που θεμελιώνει την κοινωνική ύπαρξη στην ατομική συνείδηση και βούληση, αποδίδει αποκλειστική αξία στα ιδιαίτερα δικαιώματα του ατόμου και περιγράφει την τάση του ανθρώπου να πράξει ό,τι πιο συμφέρον για το άτομό του. Καθώς στην ατομοκρατία τα ατομικά δικαιώματα έχουν προτεραιότητα έναντι των κοινωνικών και σκοπός της κοινωνικής ζωής είναι η ευημερία του ατόμου, ο ατομικισμός περιγράφει κυρίως όντα που επιβιώνουν ατομικά αντί να συμβιώνουν κοινωνικά και ο προτεινόμενος ευδαιμονιστικός – ωφελιμιστικός τρόπος ζωής τα οδηγεί σε σχάση, αντί για σχέση και ενότητα.
(Πηγή)
Σε οικονομικοπολιτικό επίπεδο, το δίπολο του οικονομικού φιλελευθερισμού και του Μαρξισμού προώθησε επίσης τον ατομικισμό, έστω και από διαφορετικές αφετηρίες. Κατά τον φιλελευθερισμό, το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και καθίσταται κινητήριος δύναμη της οικονομικής δραστηριότητας και της κοινωνικής ζωής. Κατά τον Μαρξισμό, το προλεταριάτο είναι αυτό που δεν έχει πατρίδα και βρίσκεται σε μία διαρκή πάλη για την επικράτηση της εργατικής τάξης και την επιβολή της. Ως εκ τούτου, κεφάλαιο και εργατική τάξη απέκτησαν ως έννοιες περιεχόμενο αυτόνομων ανταγωνιζομένων συμφερόντων ιδιωτών, με αποτέλεσμα κάθε είδους συλλογική δραστηριότητα να ευτελίζεται στο επίπεδο της πρόσκαιρης και διχαστικής εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων και ατομικών αναγκών. Από την άλλη μεριά, η εθνοκεντρική κοσμοθεωρία, που αναφέρεται στην υπέρβαση και στην συνεργασία των τάξεων, στην αναζήτηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του ατόμου ως ζωντανού κυττάρου μίας βιολογικής, ιστορικής και πολιτισμικής οντότητας και στην πρωτοκαθεδρία του πνεύματος έναντι της ύλης, δαιμονοποιήθηκε μεταπολεμικά και σε αρκετές περιπτώσεις εκφυλίστηκε μέσα από συντηρητικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα και ιδεολογήματα. Αυτή η εξέλιξη είχε ως αποτέλεσμα να περάσει για αρκετά χρόνια στο περιθώριο της ιστορίας, αδυνατώντας να ανατρέψει την επέλαση της παγκόσμιας αγοράς.
Σήμερα, βλέπουμε γύρω μας την ατομικότητα να έχει μεταλλαχθεί πλήρως σε στείρο ατομισμό, με την έννοια του εγωισμού, του αριβισμού, του κυνισμού, των μικροκομματικών και των συντεχνιακών συμφερόντων, διαμορφώνοντας ένα νέο σύστημα αξιών και ιδανικών. Βλέπουμε την έννοια της ιδιότητας του πολίτη να έχει καταβαραθρωθεί από την αδιαφορία και την παθητικότητα ατόμων χωρίς ταυτότητα, με συγκεχυμένες απόψεις περί δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν κάθε μορφή συλλογικής οργάνωσης της ζωής (πολιτεία, συνδικαλισμός, κινήματα, σωματεία) έχει αλλοτριωθεί και έχει χάσει το περιεχόμενό της, αντιμετωπίζοντας πλέον την επιφυλακτικότητα των ανθρώπων.
Η κρίση που διανύει ο δυτικός κόσμος σε όλα τα επίπεδα έδωσε την αφορμή τα τελευταία χρόνια για μια γενικευμένη αμφισβήτηση απέναντι στα μοντέλα οικονομικής ανάπτυξης που επικράτησαν και στην εγωιστική σύλληψη της έννοιας του ατόμου. Τώρα που η ανάγκη της φυσικής επιβίωσης χτυπά την πόρτα μιας μεγάλης μερίδας των λαών της Δύσης, αναθεωρείται το αποτέλεσμα που έχει η ατομοκρατία στον ανθρώπινο πολιτισμό. Εάν στις δύο πρώτες φάσεις της βιομηχανικής επανάστασης περάσαμε από το στάδιο της παραγωγής σ’ αυτό της κατανάλωσης, ως διαμορφωτή των ανθρώπινων επιθυμιών και κινητήρα της οικονομικής ανάπτυξης, με την απομάκρυνση του ατόμου από την συλλογικότητα, η τρίτη φάση της ενεργειακής επανάστασης επιβάλλει την επάνοδο στη συλλογικότητα και την ανάπτυξη του συλλογικού αισθήματος μέσα από την οικολογική υπευθυνότητα. Πώς θα επιστρέψει όμως ο άνθρωπος από τον ατομισμό στην συλλογικότητα;
Εάν παρατηρήσουμε προσεκτικά τα, δυστυχώς ελάχιστα, συλλογικά εγχειρήματα που αναπτύχθηκαν τα τελευταία μνημονιακά χρόνια στην Ελλάδα, ως μορφές αντίστασης και αντιπρότασης, θα μπορούσαμε άνετα να τα χαρακτηρίσουμε ως αποσπασματικά, σπασμωδικά και επιφανειακά. Είτε πρόκειται για συνονθυλεύματα διαμαρτυρίας όπως το “κίνημα των Αγανακτισμένων”, είτε πρόκειται για μεμονωμένες δενδροφυτεύσεις και αιμοδοσίες οργανωμένες από Μ.Κ.Ο. ή από κόμματα, είτε πρόκειται για δράσεις ελεημοσύνης, ο παρονομαστής είναι ο ίδιος: Η συλλογικότητα και η συλλογική εργασία ισοπεδώνονται σε απλή ενορχήστρωση και οργάνωση ατομικοτήτων. Το “εμείς” δεν αποτελεί μία άρρηκτη συνειδητή και βιωματική ενότητα, αλλά παραμένει ένα ευκαιριακό σύνολο από πολλά “εγώ”.
Καταλυτικό ρόλο στην διαμόρφωση μίας συλλογικότητας παίζει η βιωματική αίσθηση της κοινής ταυτότητας των συμμετεχόντων. Όταν όμως για αρκετές δεκαετίες οι σύγχρονες εκπαιδευτικές δομές προετοιμάζουν τον homo economicus για να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις της παγκόσμιας αγοράς, προβάλλοντας την ταυτότητα του κοσμοπολίτη έναντι της εθνικής ταυτότητας, την οποία αντιμετωπίζουν ως “ιδεολογικό κατασκεύασμα”, τότε αναπόφευκτα το εκπαιδευτικό σύστημα καταλήγει να παράγει κοσμοπολίτες χωρίς ρίζες, οι οποίοι δεν ανήκουν πουθενά και αισθάνονται ότι τους ανήκουν τα πάντα. Ό,τι όμως φύγει από τις ρίζες του ξεραίνεται. Η αποδόμηση της εθνικής ταυτότητας αποτελεί άρνηση της βιολογικής υπόστασης και της διαφορετικότητας του ατόμου. Οδηγεί στην ισοπεδωτική μαζοποίηση της παγκόσμιας καταναλωτικής κοινωνίας, όπου οποιαδήποτε έκκληση για συλλογική αλληλεγγύη έρχεται αντιμέτωπη με την κουλτούρα του ατομικισμού.
Το πρωταρχικό ζήτημα που γεννιέται, λοιπόν, είναι η επανανακάλυψη και ανανοηματοδότηση της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας ως ανάγκης, βιώματος, τρόπου ζωής και θεμελιώδους στοιχείου της προσωπικότητας του ατόμου. Η συνολική επαναπροσέγγιση της ελληνικότητας, όχι ως νοσταλγικής κωμικοτραγικής αναπαράστασης ή φανατικής συνθηματολογίας κενής περιεχομένου, αλλά ως δημιουργικής πορείας, εργασίας και μελέτης, μέσα από την συνεργασία διαφορετικών μονάδων, με πλήρη συνείδηση πως αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Μέσα από τον επαναπροσδιορισμό των κύριων συστατικών στοιχείων της ελληνικής κοσμοθεωρίας και βιοθεωρίας και με όχημα την ανάπτυξη του πολιτειακού πρωτοκυττάρου της γνήσιας ελληνικής συλλογικής οργάνωσης, της κοινότητας.
Το κατά πόσο μπορεί η ανάγκη για επιβίωση να αποδειχθεί εφαλτήριο για τη διαμόρφωση νέας συλλογικής συνείδησης και νέων ηθών, βγαλμένων μέσα από τον πυρήνα της βιολογικής οντότητας και πολιτισμικής παράδοσης των εθνικών κοινοτήτων, ώστε να αποτελέσουν την τελευταία γραμμή αντίστασης της διαφορετικότητας απέναντι στην ομογενοποιητική παγκοσμιοποίηση, μένει να φανεί στα επόμενα χρόνια. Κι εμείς πρέπει να έχουμε στο νου τον λόγο του Καζαντζάκη: “Ποιος είναι ο σκοπός σου; Να μάχεσαι να πιαστείς στέρεα από το κλαρί, κι είτε σα φύλλο, είτε σαν άνθος, είτε σαν καρπός να σαλεύει μέσα σου, ν΄ ανανεώνεται και ν΄ αναπνέει αλάκερο το δέντρο. Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους πρόγονους. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει”.
Πηγή