δανειολήπτες στον τομέα της στεγαστικής και καταναλωτικής πίστης με στελέχη τους να τονίζουν πως οι αιτήσεις για δανειοδοτήσεις των ενήμερων πελατών στη λιανική τραπεζική θα τύχουν θετικής ανταπόκρισης.
Όπως αναφέρεται στην «Καθημερινή» που μεταφέρει τα λόγια διοικητικού στελέχους συστημικής τράπεζας: «Αυτό είναι το μήνυμα που θα πρέπει να περάσει στην αγορά: η χρηματοδότηση είναι πλέον ανοικτή για όλους τους πελάτες που είναι ενήμεροι, που ευτυχώς είναι ακόμα περισσότεροι αριθμητικά από όσους έχουν χτυπήσει “κόκκινο”».
Ωστόσο όπως τονίζει διευθυντής υποκαταστήματος τράπεζας σε πυκνοκατοικημένη γειτονία της Αθήνας μου μιλά στην Καθημερινή- και τα στοιχεία νέων χορηγήσεων τον επιβεβαιώνουν- η ζήτηση είναι σχεδόν μηδαμινή «τουλάχιστον για την ώρα» από μέρους των νοικοκυριών τόσο στη στεγαστική όσο και στην καταναλωτική πίστη.
Επίσης σύμφωνα τραπεζικά στελέχη και όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα: «Οι νέες εκταμιεύσεις, που κυμαίνονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οφείλονται κατά κύριο λόγο στην πολύ χαμηλή ζήτηση που παρατηρείται από μέρους των νοικοκυριών τόσο στη στεγαστική όσο και στην καταναλωτική πίστη».
Ωστόσο, «κάποια κινητικότητα παρατηρείται τις τελευταίες εβδομάδες στον τομέα των καταθέσεων, καθώς δειλά δειλά έχει ξεκινήσει η επιστροφή τους, από τα σεντούκια και τις θυρίδες, μια τάση που τραπεζικά στελέχη ελπίζουν ότι θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες. Στο πλαίσιο αυτό, καθώς τα επιτόκια στις καταθέσεις κυμαίνονται πλέον σε επίπεδα κάτω ή γύρω στο 1% ακόμη για ποσά που τοποθετούνται σε προθεσμιακές, οι τράπεζες, προκειμένου να τις καταστήσουν ελκυστικές, τις συνδέουν με κάρτες, προγράμματα επιστροφής, μπόνους επιβράβευσης ανάλογα με τις καθημερινές τους συναλλαγές σε επιχειρήσεις (πρατήρια βενζίνης, σούπερ μάρκετ κ.λπ.). Στον τομέα αυτόν εκτιμάται ότι τα καταθετικά αυτά προϊόντα θα επεκταθούν σε αριθμό και σε εφαρμογές και ο ανταγωνισμός θα ενταθεί. Εκτιμάται ότι ένας μέσος χρήστης μιας κάρτας μπορεί να κερδίζει και 500 ευρώ τον χρόνο από τη χρήση τέτοιων προγραμμάτων, αντισταθμίζοντας έστω μερικώς την πολύ μεγάλη απώλεια από την πτώση των επιτοκίων».
Πηγή