tromaktiko: Ποιά είναι τα συγκεκριμένα προβλήματα της ελληνικής Δικαιοσύνης

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Ποιά είναι τα συγκεκριμένα προβλήματα της ελληνικής Δικαιοσύνης



Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης 
Δικηγόρος Αθηνών.
Μερικά από τα αίτια της διαφθοράς είναι η μη...
κωδικοποίηση της νομοθεσίας, η μη παραδειγματική τιμωρία, η υπερβολική καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης λόγω έλλειψης προσωπικού στα δικαστήρια,η έλλειψη σοβαρού ελέγχου από ανεξάρτητες αρχές,η αφαίρεση σημαντικών αρμοδιοτήτων από τις ανεξάρτητες αρχές,οι αδικαιολόγητες παρεμβάσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης στο έργο των ανεξάρτητων Δικαστών σύμφωνα με καταγγελίες,η αναχρονιστική νομοθεσία,η γραφειοκρατία,η έλλειψη κυβερνητικής διαφάνειας,το ασθενές κράτος δικαίου,η έλλειψη αξιολόγησης και η έλλειψη βασικής εκπαίδευσης.

Η ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης δεν έχει ακόμα προκυρήξει μόνιμες θέσεις εξειδικευμένου
επιστημονικού προσωπικού στα δικαστήρια της χώρας,με συνέπεια ελάχιστοι υπάλληλοι να επωμίζονται σήμερα δυσανάλογα μεγάλο φόρτο εργασίας. Εκτός από την έλλειψη προσωπικού,το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει προβεί στην κωδικοποίηση της νομοθεσίας(με την έννοια της
τακτοποίησης και της κατηγοριοποίησης),με συνέπεια να υφίστανται πολλοί νόμοι για το ίδιο θέμα.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει αναλάβει πρωτοβουλία για την σύσταση Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα δεν υφίσταται Συνταγματικό Δικαστήριο και
απαιτείται πράξη της δημόσιας διοίκησης για την εφαρμογή μίας δικαστικής απόφασης κατά του δημοσίου.

Ενώ το Σύνταγμα της Ελλάδος,στο άρθρο 20,προβλέπει ότι <<καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του>>,στην πράξη,η πρόσβαση στην ελληνική Δικαιοσύνη,καθίσταται οικονομικά ασύμφορη και εμποδίζεται ουσιαστικά η πρόσβαση των οικονομικά αδύναμων συνανθρώπων μας.

Δηλαδή παραβιάζεται το Σύνταγμα,αφού δεν παρέχεται το δικαίωμα έννομης προστασίας σε όλους τους συμπολίτες μας,εξαιτίας των υποχρεωτικών παραβόλων που έχει θεσπίσει η ελληνική πολιτεία.Μάλιστα,τα παράβολα αυτά(για την κατάθεση αγωγής ή μήνυσης),είναι υποχρεωτικά και χωρίς την πληρωμή τους,δεν προχωρά η διαδικασία.Οι Δικηγόροι όλης της χώρας,απείχαν για επτά μήνες από τα καθηκοντά τους,εξαιτίας των νέων φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων που επέβαλε η κυβέρνηση.Η επιβάρυνση αυτή,μετακυλύεται υποχρεωτικά στον εντολέα(πολίτη πελάτη).

Έτσι καθίσταται ακόμα πιο ακριβή η πρόσβαση στην ελληνική Δικαιοσύνη,σε περίοδο οικονομικής κρίσης και λιτότητας.

Για την κατάθεση και συζήτηση οποιουδήποτε ένδικου μέσου, για να είναι παραδεκτό (αλλιώς απορρίπτεται), ο δικηγόρος θα πρέπει να προσκομίσει ένα παράβολο ( ή γραμμάτιο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής) που ξεκινάει περίπου από* 30 ευρώ φτάνει γύρω στα 150* και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ξεπερνά τα *500 ευρώ*. Μετά είναι αναγκασμένος να προσκομίσει ορισμένα ένσημα περίπου 10-20 ευρώ.Για την άσκηση έφεσης στα πολιτικά δικαστήρια εκτός από τα παραπάνω γραμμάτια χρειάζεται έξτρα  παράβολο *200 ευρώ*, για την αναίρεση 300 ευρώ και για την αναψηλάφηση *400 ευρώ.*

Για την προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια εναντίον προστίμου χρειάζεστε (εκτός από το γραμμάτιο και τα ένσημα) 2% επί του προστίμου ως παράβολο. Αν από την άλλη κάνετε έφεση πρέπει να καταβάλλετε το 50% του αμφισβητούμενου ποσού. Αν η διαφορά σας δεν είναι πρόστιμο χρειάζεται παράβολο* 75-100 ευρώ.* Όταν προσβάλλεται κάτι, δεν αρκεί μόνο η προσφυγή αλλά πρέπει να ασκήσετε και αίτηση αναστολής ( με τα διπλάσια έξοδα).Η παράσταση πολιτικής
αγωγής (εκτός πάλι από το γραμμάτιο) *χρειάζεται ένα έξτρα παράβολο 50 ευρώ, και για την έγκληση 100 ευρώ.

Το αρ.20 παρ.1 του Συντάγματος,καθιερώνει από κοινού, ένα ατομικό και κοινωνικό δικαίωμα. Καθιερώνει κοινωνικό δικαίωμα με την έννοια ότι δημιουργεί τη (μη αγώγιμη) υποχρέωση της πολιτείας, να ιδρύσει αρκετά δικαστήρια που να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στον κόσμο. Καθιερώνει, προπαντός, ατομικό δικαίωμα …με την έννοια της (αγώγιμης) αξίωσης έναντι της πολιτείας, να μην εμποδίζει, με νομοθετικούς ή άλλους περιορισμούς την επιδίωξη δικαστικής ακρόασης και προστασίας.Το δικαίωμα δικαστικής προστασίας είναι λοιπόν ένα «θεμελιώδες δικονομικό δικαίωμα»  που έχει ταυτόχρονα κοινωνικό και ατομικό περιεχόμενο. Σημειώνεται τέλος ότι το δικαίωμα αυτό δεν αναφέρεται στο βάσιμο, αλλά στο παραδεκτό της προσφυγής και ότι η άσκησή του δεν εγγυάται την έκδοση ευνοϊκής αποφάσεως , εκ μέρους του δικαστηρίου, αλλά μόνο την ελεύθερη πρόσβαση σε αυτό.

Καθένας πρέπει να έχει ακώλυτη και ίση πρόσβαση στην δικαιοσύνη με σκοπό την προστασία των εννόμων συμφερόντων του. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να θεωρηθεί αντισυνταγματική κάθε διάταξη νόμου που θα απέκλειε ή θα θέσπιζε δικονομικές προϋπόθεσες οι οποίες θα καθιστούσαν πρακτικά αδύνατη ή υπέρμετρα δαπανηρή ή ιδιαίτερα δύσκολη την προσφυγή στην δικαιοσύνη (βλ
ενδ. ΣτΕ Ολ. 9/88, ΣτΕ 2604/88, ΣτΕ 3681/81 και ΑΠ 168/84).  *

Το δικαίωμα δικαστικής προστασίας δεν εξαντλείται στην κατοχύρωση της τυπικής, μόνο δυνατότητας πρόσβασης στα δικαστήρια, αλλά περιλαμβάνει και την αξίωση απόδοσης ουσιαστικής δικαιοσύνης, δηλαδή προϋποθέτει πλήρη, έγκαιρη και αποτελεσματική δικαστική προστασία.Πλήρης είναι η δικαστική προστασία όταν παρέχεται σε κάθε υπόθεση καλύπτοντας έτσι κάθε έννομη βιοτική σχέση ή δραστηριότητα. Η διατύπωση του αρ.20 παρ1 Σ είναι τέτοια ώστε νοείται παροχή δικαστικής προστασίας σε κάθε συμφέρον που αναγνωρίζεται από το δίκαιο.

Τέλος, η ισότητα δικαιωμάτων που κατοχυρώνει το αρ.4 παρ.1 Σ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κατοχύρωση διαδικαστικών εγγυήσεων, που να διασφαλίζουν την ίση και αποτελεσματική απόλαυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών από όλα τα υποκείμενα δικαίου. Πράγματι, η αποτελεσματική άσκηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων από όλους τους φορείς προϋποθέτει την πλήρη
αναγνώριση ενός διαδικαστικού δικαιώματος ίσης πρόσβασης στη δικαιοσύνη και ίσων τυπικά δυνατοτήτων δικαστικής ακρόασης, γι΄ αυτό τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας όσον αφορά στα δικαστικά προνόμια του Δημοσίου έναντι των ιδιωτών ( ΕΔΔΑ Πλατάκου/Ελλάδος 11-1-2001 με την οποία κρίθηκε πως η αναστολή των δικονομικών προθεσμιών υπέρ το Δημοσίου για διάστημα
μεγαλύτερο από εκείνο που ισχύει για τους ιδιώτες διαδίκους παραβιάζει την αρχή της ισότητας των όπλων και άρα το αρ. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ, ΣτΕ 3651/02 με την οποία κρίθηκε αντισυνταγματικό το ποσοστό τόκου που οφείλει το Δημόσιο το οποίο είναι μικρότερο σε σχέση με αυτό που οφείλουν οι ιδιώτες, γιατί δεν υφίσταται κάποιος λόγος δημοσίου συμφέροντος που να καθιστά ανεκτή αυτή τη διαφοροποίηση, πρ. ΕΔΔΑ Λάρκος/Κύπρου 18-2-99). *
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!