tromaktiko: Τραμπαλισμοί και ναυτία στο Βερολίνο και τους δορυφόρους της

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Τραμπαλισμοί και ναυτία στο Βερολίνο και τους δορυφόρους της



Γράφει ο Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Γράφοντας σε παλαιότερο άρθρο μου για την καθ’ ημάς ευρωπαϊκή πραγματικότητα, σημείωνα πως όλο και περισσότερο τα...
επιχειρήματα που έπρεπε να αντλήσω για να την ερμηνεύσω, τα ίδια τα γεγονότα των καιρών μας, με οδηγούσαν πίσω στη περίοδο του Μεσοπολέμου (1920-1939).

Με δεδομένο πως αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη είναι αυτό που συμβαίνει σ’ όλο τον υπόλοιπο «Δυτικό» κόσμο, δηλαδή τον κόσμο των αναπτυγμένων οικονομιών (Βορειοδυτική Ευρώπη, Βόρεια Αμερική και Ιαπωνία) με τον ώριμο από την δεκαετία του 1990 ήδη υπερνεοφιλελευθερισμό του και την επίσης ώριμη παγκοσμιοποίησή του, δύο στοιχεία που οδηγούν σε ένα και μόνο, αλλά καίριας σημασία αποτέλεσμα, τα οφέλη και τα κέρδη σε όλο και λιγότερα χέρια και οι ζημιές και φτώχεια σε όλο και περισσότερους, αναμφίβολα, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να εξηγηθεί και η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.

Ο αμερικάνικος λαός, και έχει σημασία εδώ να τονίσουμε, ένας λαός που κατά παράδοση βρίσκεται πολύ περισσότερο μέσα στο πνεύμα του «γνήσιου» καπιταλισμού απ΄ ό,τι οι λαοί της Ευρώπης (όχι όμως και της Βρετανίας), θεωρώντας πως η παγκοσμιοποίηση πλέον όχι μονάχα δεν έχει τίποτα να του προσφέρει, αντιθέτως, αποτελεί και καίριο πλήγμα του βιοτικού του επιπέδου, αλλά και για τη δημοκρατική και πολιτισμική του παράδοση, επί πλέον δε, ότι αποτελεί και διαστροφή του ίδιου του «υγιούς» καπιταλισμού, ψήφισε όπως ψηφίζει ο οποιοσδήποτε λαός που έχει αυτογνωσία της αθλιότητάς του, ή του κινδύνου της περαιτέρω εξαθλίωσής του, δηλαδή, όπως ψήφισε και ο βρετανικός λαός στη περίπτωση του BREXIT, όπως ψήφισε και ο ελληνικός λαός στο δημοψήφισμα του 2015 απλά για να διαστρεβλωθεί το μήνυμα μα και η εντολή του, όπως ψηφίζουν λαοί που ήδη ψήφισαν ή βρίσκονται μπροστά σε εκλογές σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, όπου υπό τον όρο ευρωσκεπτικισμός, περιλαμβάνεται αυτή η θεμελιώδης ανησυχία τους για το βιοτικό τους επίπεδο, την τύχη των δημοκρατικών τους αξιών και της πολιτισμικής τους παράδοσης. Μερικές δε άλλες κρίσιμες πτυχές που αναδύονται ως διακεκριμένα αίτια μιας γενικής δυσαρέσκειας των λαών των (υπό την άνω έννοια) «Δυτικών» χωρών, πλανητικής κλίμακας, όπως το μεταναστευτικό (για την ακρίβεια : το ζήτημα της παράνομης μετανάστευσης), το θέμα της προστασίας των εθνικών οικονομιών από την  αδηφαγία των αγορών, κ.λπ., δεν είναι παρά πτυχές της ίδιας αιτίας, δηλαδή του νεοφιλελευθερισμού ο οποίος ενσωματώνει τόσο την (αμιγώς οικονομική και αγοραία) παγκοσμιοποίηση όσο και την πολυπολιτισμικότητα.

Είναι όμως εξίσου αληθές, πως οι εκλογές στις ΗΠΑ για ανάδειξη Προέδρου και νέας κυβέρνησης, έχει ένα παγκόσμιο ενδιαφέρον, διότι δεν υπάρχει ούτε μια χώρα στο κόσμο, που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, να μην αισθάνεται ότι θα επηρεαστούν τα συμφέροντά της, (θετικά ή αρνητικά, ενώ ακόμα και η «ουδέτερη» συνέπεια γίνεται αντιληπτή όχι ως μη συνέπεια αλλά ως συνέπεια που δεν επηρεάζει μια ήδη υφιστάμενη θετική ή αρνητική κατάσταση πραγμάτων) από το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών.

Μένοντας στον ευρωπαϊκό χώρο, μπορούμε έτσι να κατανοήσουμε πολύ καλά την αμηχανία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών θεσμών μπρος στο «φαινόμενο Τράμπ», κυρίως διότι, πράγμα εντελώς ερασιτεχνικό, τουλάχιστον από άποψη διπλωματίας χωρών, αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θέλουν να λένε ότι είναι και παγκόσμιες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, είχαν σπεύσει όχι μονάχα να προδικάσουν την εκλογική του αποτυχία, να και τον λοιδόρησαν ανοικτά αν δεν τον απέρριψαν και ως «επικίνδυνο».

Και επειδή αυτή η Ευρώπη, και κυρίως η Γερμανία, δεν είναι παρά ένας οικονομικός, αλλά μονάχα οικονομικός γίγαντας, που στηρίζει την ασφάλεια, και άρα την δυναμικότητα της εξωτερικής της πολιτικής κυρίως στις ΗΠΑ (μέσω του ΝΑΤΟ), και άρα, πολιτικά στις διεθνείς της σχέσεις δεν είναι παρά ό,τι οι ΗΠΑ της επιτρέπουν να είναι και ό,τι οι ΗΠΑ της επιτρέπουν να παίζει στην αρένα αυτή, και επειδή, όποιος είναι εξαρτημένος στο κρίσιμο αυτό ζήτημα της εξωτερικής του ασφάλειας από κάποιον άλλον, είναι εξαρτημένος και οικονομικά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις σημαντικές διεθνείς οικονομικές του επιλογές, μπορούμε συνεπώς, να κατανοήσουμε την αγωνία αυτή της Ευρώπης, για μια πολιτική εξέλιξη στην προστάτιδα Δύναμη, τις ΗΠΑ, η οποία μέσω των προεκλογικών δηλώσεων του νέου ήδη Προέδρου της, απειλεί να αποσύρει αυτή την στρατιωτική (και πολιτική συνεπώς) ομπρέλα προστασίας που οι ΗΠΑ παρείχαν στην Ευρώπη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Και ένα πράγμα που θα έχει πλέον η Ευρώπη να αντιμετωπίσει, είναι ότι θα βρεθεί «ακάλυπτη» γεωστρατηγικά στα ανατολικά της σύνορα, πράγμα που θα την καταστήσει πιο ευάλωτη στις σχέσεις της με την Ρωσία.

Και ακόμα χειρότερο, μια τέτοια εξέλιξη, αν συμβεί, διότι πρέπει εν τω μεταξύ να περιμένουμε πόσες από τις προεκλογικές διακηρύξεις του Τραμπ θα γίνουν πράξη, θα θέσει επί τάπητος το ζήτημα που τόσο απεχθάνεται το Βερολίνο, της τύχης της πολιτικής ένωσης της Ευρώπης.

ΝΑΤΟ χωρίς ΗΠΑ είναι ένα μεγάλο τίποτα, και Ευρώπη χωρίς να συγκροτηθεί σε κρατική ΕΝΙΑΙΑ κρατική οντότητα, είναι στρατιωτικά, και άρα γεωστρατηγικά, ένα επίσης μεγάλο τίποτα, με κίνδυνο να εξελιχθεί ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ σε ένα μεγάλο τίποτα.

Μάλιστα εδώ, το BREXIT αποκτά και νέα διάσταση, διότι στην οικονομική καταρράκωση της Βρετανίας λόγω της εξόδου της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Βερολίνο και οι δορυφόροι του, πόνταραν πολλά προκειμένου να την προβάλουν ως «παράδειγμα προς αποφυγή», ενώ, πέραν του ότι και ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος στις ΗΠΑ η Βρετανία και πάλι θα πορεύονταν όπως ιστορικά γνωρίζει (αυτό πρέπει να της το αναγνωρίσουμε, ανεξάρτητα του άθλιου ιστορικού ιμπεριαλιστικού της παρελθόντος, όχι όμως λιγότερο άθλιου από άλλες πρώην και νυν αυτοκρατορικές ευρωπαϊκές και όχι μόνο Δυνάμεις) : πολεμώντας για την επιβίωσή της, και όχι επαιτώντας την επιβίωσή της, και μάλιστα από το Βερολίνο, πλέον, υπάρχει ο κίνδυνος, επαναλαμβάνω : αν η επιστροφή στον ήπιο έστω προστατευτισμό που επαγγέλθηκε ο Τραμπ γίνει πραγματικότητα, τότε, η Βρετανία να μεταβληθεί για πολλούς άλλους λαούς της Ευρώπης, όχι ως παράδειγμα προς αποφυγή αλλά προς μίμηση.

Βεβαίως, η κριτική εδώ, δηλαδή το τι επιλέγεται ως εναλλακτική επιλογή, αν τούτη η επιλογή είναι η καλύτερη, ή απλώς καλύτερη, ή αν είναι «μια από τα ίδια» ή ακόμα και χειρότερη από εκείνη που μόλις καταδίκασε με τη ψήφο του ο λαός, (ο αμερικάνικος εν προκειμένω), θάλεγα ότι δεν έχει νόημα. Η λογική ότι δεν πρέπει να δοκιμαστεί κάτι διότι μπορεί να θεωρηθεί χειρότερο από το προηγούμενο χειρότερο, είναι πολιτικά ανόητη και δημοκρατικά απαράδεκτη. Δηλαδή, ό,τι λέει αυτή λογική είναι τούτο : αφού δεν είσαι βέβαιος που το νέο θα είναι καλύτερο από το παλαιότερο με το δοκιμάζεις. Έτσι, το «λογικό» εδώ είναι να αφήσουμε το παλιό πανίσχυρο και ακλόνητο στη θέση του, έως ότου κάποιο θεόπνευστο γεγονός μας κάνει να δούμε όλοι μας στο ίδιο πρόσωπο το «φως το αληθινό» και να σπεύσουμε να το επιλέξουμε ως ηγέτη μας. Όμως, για να το πω όπως το έχω ξαναδιατυπώσει στο παρελθόν, καμία πολιτική επιλογή του λαού δεν έχει γίνει ιστορικά υπό καθεστώς βεβαιοτήτων (ιδίως σε περιόδους κρίσεων, οπότε και έχει ιδιαίτερη αξία αυτή η συζήτηση), κανένα Αύριο δεν σου υπογράφει δήλωση του Νόμου 105 ότι θα είναι έτσι όπως το φαντάζεσαι, και ο μόνος ιστορικός και όχι μυθολογικός μονόδρομος εν προκειμένω, είναι η Δοκιμή. Το κρίσιμο εδώ, είναι, αν απογοητευθείς από το Νέο, αν το Νέο αποδεχτεί Παλαιό, (από εκείνα τα «Παλαιά» που πρόδωσαν τις προσδοκίες και τα οράματά σου, όχι όμως εκείνα που παραμένουν φωτεινοί σηματοδότες της ζωής σου), τότε, μην ξαναγυρίσεις στο δοκιμασμένο Παλιό από το οποίο θέλεις να απαλλαχτείς, αλλά, πρέπει να επιμείνεις στις Δοκιμές, ώστε δοκιμάζοντας και απορρίπτοντας τη σκαρταδούρα, να φτάσουμε σε κάτι που θα αξίζει τον τίτλο του «Νέου». Η Πορεία της κατάκτησης της Ζωής, της Ζωής μας, δεν είναι περίπατος και δεν είναι μια ανώδυνη διαδικασία, αλλά, όταν γίνεται στα σοβαρά, αναμφίβολα είναι μια περιπέτεια που σε κρατά ζωντανό και αξίζει τόσο όσο ένα ταξίδι σε σχέση με τον προορισμό του, ιδίως αν ο «προορισμός» της εμμονής μας στο Άθλιο Σήμερα, είναι η πάκτωσή μας στο έδαφος της Μιζέριας.

Ο Τραμπ, αναμφίβολα είναι κάτι το νέο, όχι διότι είναι εκτός «συστήματος», μα διότι είναι, ήταν μέχρι προ ολίγου, εκτός του «κυρίαρχου» συστήματος. Το αν θα αποδειχτεί καλύτερο από το Παλιό, αυτό πρέπει να το διακρίνουμε σε δύο εκδοχές : Η μια έχει να κάνει με τον αμερικανικό λαό, και ως προς τούτο, θα το διαχειριστεί ο ίδιος το ζήτημα αυτό. Σε ό,τι αφορά την συντριπτική πλειοψηφία του υπόλοιπου κόσμου, και άρα και την Ελλάδα, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως ποτέ καμία Μεγάλη Δύναμη, και γενικεύοντάς το, καμία χώρα, δεν πρόκειται να σου παράσχει καμία ουσιαστική βοήθεια και καμιά στήριξη, εν ονόματι κάποιων ευαγγελικών επιταγών φιλανθρωπίας και συναλληλίας.

Θα σου δώσουν όσα λιγότερα μπορούν, αν το κρίνουν αποδοτικό, ζητώντας σου τα περισσότερα ανταλλάγματα.

Στις διεθνείς σχέσεις όταν ως χώρα επαιτείς καθ’ έξιν και κατά σύστημα, μεταβάλλεσαι σε χώρα επαίτη, και ως επαίτης θα δικαιωθείς.

Και σε ό,τι αφορά τις συνέπειες της εκλογής Τραμπ στη διεθνή ειρήνη, ε!, ως προς αυτό, δεν θα πρωτοτυπήσει καθόλου αν ανοίξει καμιά φωτιά ή φωτιές δεξιά και αριστερά, διότι για τους Προέδρους των ΗΠΑ, το ζήτημα αυτό, έχει αναχθεί σε ένα είδος «σπορ», εφάμιλλο του πλέον διαδεδομένου μεσαιωνικού βασιλικού σπορ, που ήταν η διεξαγωγή πολέμων μεταξύ τους, αν κι εδώ, τούτο το «σπορ» πάντα κρύβει ουσιαστικά οικονομικά και εμπορικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα της Υπερδύναμης, εκεί που αποφασίζει να ρίξει τις βόμβες της, πάντα πίσω από ουμανιστικές διακηρύξεις περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και άλλα παρόμοια. (Το ζήτημα της ευθύνης εδώ του αμερικάνικου λαού, είναι προς συζήτηση, όμως, δεν αφορά τούτο το άρθρο). Κάποτε σ’ αυτό, είχε και ανταγωνιστή (παρότι περιορισμένου βεληνεκούς) : την πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, η οποία τελευταία, ως αναγεννημένη Ρωσία, έπειτα από μακροχρόνια απουσία ανασύνταξης των δυνάμεών της, αρχίζει σε περιορισμένη κλίμακα, να ξαναμπαίνει στο παιχνίδι.
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!