Η πρόεδρος του δικαστηρίου τον απομάκρυνε δύο φορές από την αίθουσα...
Συζητήθηκε χθες στο Πρωτομελές Πρωτοδικείο Αθηνών η αγωγή που έκανε ο Γιώργος Λιάγκας κατά χρηματιστή και χρηματιστηριακής εταιρείας για χρήματα που όπως ο ίδιος τονίζει είχε εμπιστευτεί εκεί για επενδύσεις και τα οποία «έκαναν φτερά».
Ο Γιώργος Λιάγκας ήταν από νωρίς το πρωί στο δικαστήριο και ήταν ανήσυχος. Μάλιστα ξέσπασε αρκετές φορές, ήταν ταραγμένος και διαμαρτυρόταν για αυτά που άκουγε.
«Είναι ντροπή, μου έχουν φάει όλα τα λεφτά» φώναζε στη δικαστική αίθουσα ο Γιώργος Λιάγκας, σύμφωνα με την Espresso.
O Γιώργος Λιάγκας στο δικαστήριο υποστήριξε ότι γνώρισε το συγκεκριμένο πρόσωπο το 2007, όταν ήταν υποψήφιος βουλευτής στον Νομό Λάρισας και ότι εκείνος τον έπεισα να επενδύσει τα χρήματα του στην χρηματιστηριακή εταιρία με την οποία αυτός συνεργαζόταν και ενώ είχαν μια ομαλή συνεργασία περίπου μέχρι το 2010, το διάστημα 2010 – 2013 δεν είχε μεγάλη ενημέρωση και ξαφνικά ενώ βρισκόταν στο νησί της Τήνου μαθαίνει από έναν άλλο υπάλληλο της εταιρείας, ο οποίος τον βρήκε και τον ρώτησε γιατί έφυγε από την εταιρία.
«Αυτή η ιστορία δείχνει πόσο βλάκας είμαι» αναφώνησε κάποια στιγμή ο παρουσιαστής. Μάλιστα σύμφωνα με τη Freddo ο εκνευρισμός του Γιώργου Λιάγκα ήταν τόσο έντονος που η Πρόεδρος του έκανε συνεχώς συστάσεις και τον έβγαλε δύο φορές έξω από την αίθουσα, ενώ οι δικηγόροι του προσπαθούσαν να τον ηρεμήσουν.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του παρουσιαστή μίλησε για την εξέλιξη της υπόθεσης στην «Tatiana Live».
«Επειδή ο κύριος Λιάγκας είναι το μεγάλο θύμα αυτής της υποθέσεως είναι πέραν του βέβαιον ότι θα δικαιωθεί από την ελληνική δικαιοσύνη», ανέφερε ανάμεσα σε άλλα ο κύριος Δημητρακόπουλος.
Η αγωγή συζητήθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με την πλευρά του παρουσιαστή να δηλώνει πως η συνεργασία με την χρηματιστηριακή εταιρεία ήταν ομαλή μέχρι το 2010. Όμως, από τότε και έως το 2013 δεν είχε επαρκή ενημέρωση.
Σύμφωνα με όσα ανέφεραν οι συνήγοροί του, τα χρήματα επενδύθηκαν σε επισφαλή χρηματιστηριακά προϊόντα για τα οποία ο ίδιος δεν είχε δώσει εντολή. Συγκεκριμένα, εκείνος επιθυμούσε να γίνουν επενδύσεις σε τραπεζικές μετοχές ή ομόλογα, ωστόσο, δόθηκαν σε παράγωγα.