Το μακρύ και προβληματικό ταξίδι των Veneto Banca και Banca Popolare di Vicenza (BPVI) έχει φτάσει στο τέλος. Το συμπέρασμα αυτής της...
ιστορίας αναδεικνύει για άλλη μία φορά ένα πρότυπο που έχει σημαδέψει την ιταλική προσέγγιση στα τραπεζικά προβλήματα τα τελευταία χρόνια. τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της προσέγγισης είναι μια επιθυμία να αναβληθούν λύσεις στα μακροχρόνια προβλήματα (όπως η MPS) και μια τάση να υποτάξει την οικονομική στην πολιτική λογική. Αυτό εγείρει ερωτήματα τόσο σε επίπεδο Ιταλίας, όσο και σε επίπεδο ΕΕ.
ΟΙ Veneto και BPVI επρόκειτο να ξεκινήσουν ΑΜΚ τον Απρίλιο του 2016. Εάν η επιχείρηση είχε αποτύχει –όπως αναμενόταν ευρέως- οι τράπεζες θα είχαν μπει σε διαδικασία εκκαθάρισης και θα υπόκειντο σε bail-in. Στις 11 Απριλίου ανακοινώθηκε η δημιουργία μιας νέας θυρίδας ασφάλειας, χρηματοδοτούμενη από τράπεζες. Αυτό το fund που ονομάστηκε Atlas, κατέληξε να γίνει ο μεγαλύτερος μέτοχος και στις δύο τράπεζες.
Δρώντας ως ύστατη λύση, η Atlas απέτρεψε την εκκαθάριση της τράπεζας βραχυπρόθεσμα, αλλά επίσης διέδωσε το ρίσκο στους ισολογισμούς του υπόλοιπου ιταλικού τραπεζικού κλάδου. Το κόστος αυτού είναι τώρα προφανές, καθώς κάποιες από τις τράπεζες που συμμετείχαν έχουν διαγράψει την αξία της συμμετοχής τους στην Atlas (σε πολλές περιπτώσεις με ζημιές). Και σε κάθε περίπτωση, η Atlas δεν έδωσε τέλος στα προβλήματα των δύο τραπεζών. Και οι δύο ανακοίνωσαν το 2017 ότι θα χρειαζόταν ακόμη περισσότερα κεφάλαια.
Αυτό έθεσε το ακανθώδες ζήτημα του πώς θα αντιμετωπιστούν οι μικροί ομολογιούχοι (retail). Αρχικά η κυβέρνηση προσπάθεια να αποκτήσει μια προληπτική ανακεφαλαιοποίηση. Αυτή η επιλογή βασίζεται στην υπόθεση ότι οι τράπεζες είναι συστημικές, καθώς στόχος είναι να "θεραπευθούν οι σοβαρές διαταραχές στην οικονομία ενός κράτους-μέλους και να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα".
Αλλά η έκτακτη δημόσια στήριξη που επετράπη στην προληπτική ανακεφαλαιοποίηση, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αντισταθμίσει τις ζημιές που έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί η τράπεζα στο μέλλον. Επομένως, προκειμένου να κάνει μια προληπτική ανακεφαλαιοποίηση και να είναι σε θέση να απαλλαγεί από τους senior retail ομολογιούχους, θα ήταν αναγκαίο να βρει ιδιωτικά κεφάλαια πρόθυμα να καλύψουν την τρύπα.
Αλλά καμία ιταλική τράπεζα δεν είναι πρόθυμη να το κάνει αυτό. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι ιταλικές τράπεζες έχουν ζητήσει τη διάσωση των πιο αδύναμων κρίκων στο σύστημα και τα προηγούμενα επεισόδια δεν ήταν ακριβώς επιτυχία. Εξάλλου, οι δύο τράπεζες της Βενετίας υποτίθεται ότι θα ήταν μια χαρά μετά από την ανακεφαλαιοποίησή τους από το Atlas με λεφτά άλλων ιταλικών τραπεζών, αλλά δεν ήταν.
Ελλείψει ιδιωτών επενδυτών, μία επιλογή θα ήταν η εκκαθάριση. Αλλά αυτό θα απαιτούσε την επιβολή bail-in στους senior ομολογιούχους, κάτι που στην ιταλική περίπτωση συμπεριλαμβάνει και μεγάλο αριθμό πελατών retail στους οποίους οι τράπεζες πωλούσαν (κακώς) τα ομόλογα. Επομένως, όπως σε όλα τα καλά μέρη ενός θεάτρου, το αδιέξοδο λύθηκε από τον από μηχανής θεό -εδώ με τη μορφή της Intesa San Paolo, της μεγαλύτερης τράπεζας λιανικής της Ιταλίας.
Η Intesa προσφέρθηκε να αγοράσει τα "καλά” μέρη των δύο τραπεζών έναντι συμβολικού ποσού 1 ευρώ . Όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα ίδια κεφάλαια και το junior χρέος, θα υποβαλλόταν στη διαδικασία του bail-in. Τα ίδια κεφάλαια κατά κύριο λόγο πήγαν στο fund Atlas, του οποίου οι συμμετέχουσες τράπεζες έχουν αρχίσει ήδη να διαγράφουν τη συμμετοχή τους. Οι junior ομολογιούχοι -περίπου 200 εκατ.- θα υποστούν bail-in και θα αποζημιωθούν στη συνέχεια.
Πολλοί έχουν συγκρίνει τη συμφωνία με την εκκαθάριση της Popular, αλλά θυμίζει περισσότερο αυτή της Banca Romagna Cooperativa (BRC), μια μικρή ιταλική τράπεζα που εκκαθαρίστηκε τον Ιούλιο του 2015. Τα assets της BRC και οι υποχρεώσεις της, μεταφέρθηκαν στην Banca Sviluppo, μέρος του ομίλου ICCREA. Κατά τη διαδικασία, τα μειωμένης εξασφάλισης ομόλογα (junior) και τα ίδια κεφάλαια, αφέθηκαν εκτός της διαδικασίας εκκαθάρισης. Το εγχείρημα διεξήχθη βάσει του εθνικού πτωχευτικού δικαίου με την πώληση μέρους μόνο των assets και των υποχρεώσεων που βρέθηκαν εκτός εκκαθάρισης. Σε αυτή την περίπτωση, οι μειωμένης εξασφάλισης ομολογιούχοι αποζημιώθηκαν από το αμοιβαίο ταμείο εγγυοδοσίας του ιταλικού κλάδου, "για την διατήρηση της φήμης του κλάδου”.
Η Intesa πέτυχε μια πολύ καλή συμφωνία, καθώς κατέστησε τη δέσμευσή της να εξαρτάται από το να είναι η επιχείρηση ουδέτερη κεφαλαιακά για τον ισολογισμό της. Για το σκοπό αυτό, θα λάβει μια ένεση ρευστότητας από το δημόσιο ύψους 4,8 δισ. ευρώ -καλύπτοντας μεταξύ άλλων το κόστος των αποζημιώσεων- καθώς και 400 εκατ. σε εγγυήσεις έναντι του κινδύνου μη καταβολής κάποιων εκ των πιστώσεων που αποκτήθηκαν. Στην Intesa επίσης θα μεταφερθούν οι πιστώσεις αναβαλλόμενου φόρου των δύο τραπεζών. Επιπλέον, το δημόσιο θα παράσχει εγγυήσεις μέγιστου ύψους 12 δισ. ευρώ για να καλύψει τις απώλειες από τα NPLs. Ο πραγματικός λογαριασμός ως εκ τούτου θα είναι γνωστός μόνο στο μέλλον. Αυτά τα κεφάλαια δεν θα αυξήσουν το ιταλικό χρέος, καθώς είναι στο πλαίσιο των 20 δισ. ευρώ που προορίζονταν για τραπεζικά ζητήματα πέρυσι.
Αυτό το εγχείρημα είναι δυνατό επειδή οι τράπεζες δεν θα εκκαθαριστούν, αλλά θα εξυγιανθούν, ως εκ τούτου θα ανοίξει ο δρόμος για παροχή βοήθειας. Ελλείψει ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί πτώχευσης, η ρευστοποίηση πραγματοποιείται υπό το εθνικό πτωχευτικό πλαίσιο, το οποίο σε αυτή την περίπτωση θα είναι η ιταλική "εξαναγκαστική διοικητική εκκαθάριση”, υπό την Τράπεζα της Ιταλίας. Για να εκκαθαριστεί μία τράπεζα, το Ενιαίο συμβούλιο εξυγίανσης (SRB) πρέπει να αποφασίσει ότι η εκκαθάρισή της δεν είναι προς το δημόσιο συμφέρον και αυτό περιλαμβάνει -μεταξύ άλλων- μια εκτίμηση ότι η κατάρρευση δεν είναι πιθανό να καταλήξει σε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Αυτό δηλώνει το SRB σχετικά με τις δύο τράπεζες, αλλά εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αρχική επιδίωξη της Ιταλίας προληπτική ανακεφαλαιοποίηση με βάση το επιχείρημα του συστημικού ρίσκου. Ήταν αυτές οι τράπεζες συστημικές ή όχι; Εάν ναι, γιατί δεν υποβλήθηκαν σε εξυγίανση; Το κυβερνητικό διάταγμα αναφέρει ότι "υπάρχει μια έκτακτη ανάγκη και είναι επείγον να ληφθούν μέτρα με στόχο να εξασφαλιστεί η ομαλή έξοδος των τραπεζών από την αγορά και να αποφευχθεί σοβαρή αναταραχή στην οικονομία σε τομείς όπου επιχειρούν”, κάτι που με κάποιον τρόπο φαίνεται να αποκαθιστά το δημόσιο συμφέρον.
Ένα δεύτερο ερώτημα είναι εάν αποτελεί αυτό σε κάποιο βαθμό μια θυσία ενός "πιονιού”. Αυτή η εκκαθάριση στην πραγματικότητα απελευθερώνει κεφάλαια από το Atlas-2 (το διάδοχο του Atlas), που επρόκειτο να επενδύσει 450 εκατ. δολάρια για την τιτλοποίηση των NPLs των τραπεζών του Veneto. Κατά την εκκαθάριση αυτή, αυτό δεν θα είναι πλέον απαραίτητο και το Atlas-2 θα μπορούσε να επενδύσει περισσότερα στην τιτλοποίηση της junior δόσης της MPS, κάτι που είναι προϋπόθεση ώστε η τράπεζα να λάβει προληπτική ανακεφαλαιοποίηση. Αυτή η junior δόση κοστίζει 1,6 δισ. ευρώ, αλλά νωρίτερα στη διάρκεια του μήνα υπήρχαν αμφιβολίες ότι αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τη συμμετοχή των κεφαλαίων που πρόσφατα ανιχνεύθηκαν. Τώρα το Atlas-2 θα έχει αρκετά κεφάλαια για να κάνει τη δουλειά και να αποτρέψει τον εκτροχιασμό της συμφωνίας της MPS.
Ένα τρίτο ερώτημα αφορά τους senior ομολογιούχους. Το ανακοινωθέν της Κομισιόν αναφέρει ότι οι senior ομολογιούχοι δεν θα πρέπει να συνεισφέρουν στην κατανομή βάρους, όπως αναφέρεται στο τραπεζικό ανακοινωθέν του 2013. Αλλά ένας εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ιταλίας -που διαχειρίζεται την αναγκαστική διοικητική εκκαθάριση- δηλώνει ότι σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία, "όλοι οι πιστωτές, όχι μόνο οι subordinated ομολογιούχοι, θα αποζημιωθούν μόνο μετά από την εκκαθάριση των assets της τράπεζας, πιθανότατα μερικώς και μετά από χρόνια”. Το τωρινό κυβερνητικό διάταγμα δεν εμποδίζει ρητά τη μεταφορά τους στην Intesa, αλλά θα χρειαστούμε περισσότερη σαφήνεια στις επόμενες ημέρες.
Συνολικά, αυτό το επεισόδιο επιβεβαιώνει ένα πρότυπο στη διαχείριση των προβλημάτων του ιταλικού τραπεζικού κλάδου τα τελευταία χρόνια. Οι αρχές προσπαθούν να κλοτσήσουν το κουτάκι πιο κάτω στον δρόμο, και συχνά αφήνουν τα πολιτικά ζητήματα να υπερτερούν των οικονομικών. Το έχουμε δει αυτό στην καθυστέρηση της ανακεφαλαιοποίησης μέχρι και μετά το συνταγματικό δημοψήφισμα, στη δημιουργία του Atlas, και στην ατελείωτη προσπάθεια για την προστασία των junior ομολογιούχων λιανικής, στους οποίους θα έπρεπε να είχε αποτραπεί καλύτερα η πώληση αυτών των προϊόντων. Και το βλέπουμε και εδώ πάλι, στη χρήση της γενναιόδωρης βοήθειας εκκαθάρισης. Ορισμένοι στην Ιταλία θα δουν αυτή την τελευταία στροφή ως ένα ευτυχές τέλος. Άλλοι θα το δουν ως αυτό που πραγματικά είναι: μια πολιτική επιλογή. Στις Βρυξέλλες, αυτό το επεισόδιο ίσως τελικά αποδείξει ότι ο εναρμονισμός του νόμου περί πτώχευσης τραπεζών είναι ένα απαραίτητο συμπλήρωμα της EBRD, όπως έχει υποστηριχθεί σθεναρά από άλλους στο παρελθόν. Όσο αυτό δεν γίνεται, η πόρτα μένει ανοιχτή για την χρήση των εθνικών πλαισίων αφερεγγυότητας για να ξεφύγουν από την εκκαθάριση.
© Copyright Bruegel. Η μετάφραση του κειμένου έγινε από το Capital.gr.