«..Όταν ήμουν νήπιο, ως νήπιο μιλούσα, ως νήπιο σκεπτόμουν, ως νήπιο συλλογιζόμουν. Όταν όμως έγινα άνδρας, κατήργησα πλέον...
εκείνα τα νηπιώδη. Διότι τώρα βλέπομε όπως σε ένα κάτοπτρο θαμπά και μας μένουν ανεξήγητα αινίγματα. Όταν όμως έλθει το τέλειο, θα ιδούμε φανερά και καθαρά, όπως πρόσωπο με πρόσωπο.. Αυτά θα γίνουν, τώρα δε μένουν η πίστης, η ελπίς, η αγάπη, αυτά τα τρία: μεγαλύτερη δε από αυτά είναι η αγάπη.»
Α´ ἐπιστολὴ Παύλου πρὸς Κορινθίους (ιβ´ 27 – ιγ´ 13)
Έτσι ξεκινά η ζωή μας, ως νήπια. Ξεκινάμε αν-ίδεοι και σιγά διαμορφώνουμε το Είναι μας, περιστρεφόμενοι σαν περιδινούμενα ηλεκτρόνια, με σύμμαχο το Χρόνο στην τροχιά του Ατομικής Εξέλιξης, στην τροχιά της Συμπαντικής Εξέλιξης. Και όπως το φυσικό μας σώμα μπουσουλάει, πέφτει, μεγαλώνει, στερεώνεται, σταθεροποιείται και μοναχό του πια υψώνεται, έτσι και το συναισθηματικό και νοητικό μας σώμα περνά μέσα από τις δικές του μυήσεις και δοκιμασίες μέχρι να αποκτήσει εξ’ ατομικευμένη υπόσταση.
Περνάμε συνήθως τα πρώτα τριάντα χρόνια της ζωής μας επικρίνοντας, κατηγορώντας, συγκρίνοντας, ταξινομώντας τους άλλους και ειδικά τους συντρόφους μας, με αποκλειστικό κριτήριο τη δική μας ιδιοσυγκρασία. Ως ανίδεα νήπια, έχουμε την απαίτηση οι άλλοι άνθρωποι να σκέπτονται σαν εμάς, να ζουν σαν εμάς, να εκφράζονται, να διατρέφονται και να συμπεριφέρονται σαν εμάς και όταν εισπράττουμε τις αναπόφευκτες ματαιώσεις που συνοδεύουν τις μη-ρεαλιστκές μας προσδοκίες, αντί να συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια της διαφορετικότητας όλων, ταμπουρωνόμαστε πίσω από τα τείχη του εγωισμού μας, θυμώνουμε, αγανακτούμε και πληγωνόμαστε που οι άλλοι δεν μας αγάπησαν πραγματικά.
Κάποτε πέρασα χρόνια ολόκληρα απ’ τη ζωή μου που η καρδιά μου δούλευε, μέρα-νύχτα υπερωρίες, αγκομαχώντας σαν θορυβώδες βουλκανιζατέρ, αποπειρουμενη δυο καρδιές, αντί για μια, μοναχή της να θρέψει. Ώσπου στράγγιξε μέσα μου και η τελευταία ικμάδα δύναμης, ξεράθηκε, στέρεψε, και ούτε το ίδιο το αίμα μου πια δεν άντεχε να θρέψει.
Κάποια στιγμή κατάλαβα πως υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες ανθρώπων: αυτοί που αγαπούν με την Καρδιά και αυτοί που αγαπούν με τα Χέρια. Και νομίζουν και οι δυο πως είναι μοναδική και χρήσιμη μόνο η δική τους αγάπη. Και πρέπει να θέλουν και οι δυο να διαβούν τα οδοφράγματα του νου, να περπατήσουν την ουδέτερη ζώνη. Να θέλει μόνο ο ένας, ποτέ δεν φθάνει. Συνήθως οι άνθρωποι που αγαπούν με την Καρδιά και οι άνθρωποι που αγαπούν με τα Χέρια, έλκουν ο ένας τον άλλον μέσα από μοναδική τρυφερότητα, γίνονται εστία και σπίτι ο ένας του άλλου. Μαθαίνουν ο ένας από τον άλλον, οι άνθρωποι που αγαπούν με την Καρδιά συνήθως μοιράζονται απλόχερα στοργή, χαρά, καλοσύνη, στοργή, τρυφερότητα, ευαισθησία, χαρά, γλύκα, πραότητα. Και αυτοί που Αγαπούν με τα Χέρια δίνουν απλόχερα σταθερότητα, ευημερία, ωριμότητα, ακεραιότητα, σοβαρότητα, υπευθυνότητα, γενναιοδωρία, προκοπή και ασφάλεια. Την πρώτη περίοδο της γνωριμίας τους και για όσο είναι ενεργό το χημικό placebo της ντοπαμίνης του «έρωτα», οι δύο σύντροφοι δημιουργούν μια κοινή ζώνη ύπαρξης όπου συνενώνονται και συνδυάζονται τα προτερήματα τους. Και όλα κυλούν όμορφα και αρμονικά.
Όταν αυτή η στιγμή της λήθης του πραγματικού Εαυτού αρχίσει να φθίνει και ο άνθρωπος βγαίνει από την γλυκιά «αιχμαλωσία» του αστρικού σώματος και των συναισθημάτων, τότε σιγά-σιγά φανερώνονται τα τραύματα, τα ελαττώματα, οι οδύνες, οι πληγές που όλοι ανεξαιρέτως κουβαλάμε. Και εκεί ξεκινά η πραγματική συντροφική σχέση. Αν δύο σύντροφοι βρίσκονται στο μονοπάτι της εξελικτικής συνείδησης, θα χρησιμοποιήσουν τη σχέση σαν μια πλατφόρμα κάθαρσης, αυτοθεραπείας, αλληλοβοήθειας και εμπιστοσύνης για να συνειδητοποιήσουν τις προβολές τους, τους φόβους, τις ανασφάλειες, τις ανεπάρκειες που κουβαλούν και να προχωρήσουν πέρα από εκεί, στην Ατραπό της ουσιαστικής εξέλιξης.
Αν δεν έχουν κατακτήσει αυτό το βαθμό εξατομικευμένης ωριμότητας, θα αρχίσουν να κατηγορούν ο ένας τα τρωτά σημεία του άλλου, ξεχνώντας ότι ήταν αυτές οι συμπληρωματικές, εγγενείς ελλείψεις που τους έφεραν μαζί. Οι άνθρωποι της Καρδιάς συνήθως αρχίζουν νιώθουν μόνοι, αποστραγγισμένοι από την έλλειψη τρυφερότητας, στοργής, ζεστασιάς και ανθρώπινης προσοχής. Μαραίνονται σαν λουλουδάκια που κάποιος απέθεσε άστοργα χωρίς νερό στο βάζο και κάθε μέρα που περνά αρχίζουν να απομακρύνονται αργά αλλά σταθερά από την αυτάρκεια του πραγματικού, καλού τους εαυτού. Διστάζουν να πάρουν απόσταση, να συνειδητοποιήσουν γιατί όλες οι ματιές, οι σκέψεις, τα χάδια και οι λέξεις του άλλου έχουν πάντα καλές προθέσεις, αλλά στερούνται πραγματικής ενέργειας, τρυφερότητας, θαυμασμού και ζωής που περνά μόνο μέσα από την ζώσα αγάπη και οφείλει να ζωοποιεί το καθετί που ανταλλάσουν και βιώνουν μαζί.
Οι άνθρωποι της πρακτικής προσφοράς από την άλλη αδυνατούν να καταλάβουν τα παράπονα και τη δυσφορία που εισπράττουν από το σύντροφο τους. Έχοντας μάθει να κλειδαμπαρώνουν την καρδιά τους κάθε φορά που βιώνουν πόνο, απώλεια ή απόρριψη, κλείνονται ακόμα πιο βαθιά στον εαυτό τους. Χωρίς να συνειδητοποιούν πως το να αποφεύγουμε την έκθεση μας στον πόνο μας λυτρώνει προσωρινά από την αίσθηση της απειλής, της ανασφάλειας, της οδύνης, της ευαλωτότητας. Ωστόσο αν παραμείνουμε προσκολλημένοι σε αυτή την αμυντική τακτική, μαζί με τα αρνητικά συναισθήματα στερούμε από την καρδιά μας τη δυνατότητα να βιώνει, να ανταλλάσει και να μοιράζεται και όλα τα υγιή και χαρούμενα συναισθήματα. Παραμένουμε ταμπουρωμένοι αιώνια στα καταφύγια και στα χαρακώματα του πόνου, ακόμα και όταν ο συναγερμός έχει λήξει, ακόμα και όταν η απειλή έχει προ πολλού παρέλθει και χαθεί, ακόμα και όταν τα μαχητικά του εχθρού έχουν αποσυρθεί.
Όταν ένας άνθρωπος για οποιοδήποτε λόγο έχει επιλέξει συνειδητά ή ασυνείδητα να κλείσει την καρδιά του και τον αγαπάς πραγματικά, μόνο μια επιλογή έχεις: να μη διστάσεις να αποδεχθεις ότι έχει έρθει η κρίσιμη ώρα της απόφασης. Πρέπει να είσαι έτοιμος να είσαι εκεί να βοηθήσεις το σύντροφο σου να καταλάβει, να προσεγγίσει και να θεραπεύσει ότι κρατά την καρδιά του αμπαρωμένη και κλειστή. Με την παρουσία, την κατανόηση, τη συμπαράσταση σου. Πρέπει όμως ταυτόχρονα να είσαι έτοιμος και να αποχωρήσεις με αξιοπρέπεια, συμπόνια, αυτάρκεια και γενναιότητα από τη σχέση, παρόλες τις προσδοκίες σου-αν ο άλλος άνθρωπος δεν είναι έτοιμος να θεραπεύσει τις πληγές του, αν επιθυμεί να εξακολουθήσει να ζει αρνούμενος την συναισθηματική του αναπηρία, όσο και αν μέσα του πραγματικά με το δικό του τρόπο σε αγαπά.
Πρέπει όλοι μας ανεξαιρέτως ως άνθρωποι και ως σύντροφοι, να είμαστε σε θέση να παραμένουμε ουδέτεροι, αμέτοχοι, να καταφέρνουμε να βαδίσουμε το μονοπάτι που ξεκινά από τη Συμπόνοια της Καρδιάς και οδηγεί στην Κατανόηση της Διάκρισης και από εκεί στην Ενότητα της Κορώνας, παρατηρητές της προσπάθειας που καταβάλλει ο σύντροφος μας να γνωρίσει πραγματικά τον Εαυτό του και να προχωρήσει, να θεραπεύσει ο ίδιος της πληγές του. Να μην αποπειραθούμε να λύσουμε οι ίδιοι το πρόβλημα του άλλου, να τον καθοδηγήσουμε στο δρόμο της θεραπείας, να εγγυηθούμε το αποτέλεσμα, κάτι τέτοιο πάντα αποδεικνύεται μάταιο.
Κανένας δεν μπορεί να θεραπεύσει κανέναν. Είναι η πιο μεγάλη πλάνη που κουβαλάμε στις ανθρώπινες σχέσεις. Το μόνο που μπορούμε κάνουμε είναι σταθούμε πλάι στον άλλον άνθρωπο με αγάπη, συμπόνοια και αλληλεγγύη, όσο δίνει τον ατομικό του αγώνα του. Δεν μπορούμε να περπατήσουμε το δρόμο κανενός άλλου, παρά μόνο το δικό μας. Μπορούμε όμως να παρασταθούμε στον άλλο με απόλυτη αγάπη και αφοσίωση, αν το επιθυμεί ο ίδιος, αν είναι έτοιμος, αν μας το ζητήσει. Αυτή είναι και η επιτομή της Συντροφικότητας, κατά τη ταπεινή μου άποψη.
«Να συντροφεύεις με την Αγάπη σου τον άλλο, να συνδημιουργείς μαζί του, όσο βαδίζει στο εξελικτικό μονοπάτι που έχει επιλέξει ως Ψυχή, χωρίς όμως να παρεκκλίνεις από το δικό σου.»
Βέβαια είναι αλήθεια που υπάρχουν και οι άνθρωποι που αγαπούν με τη Ψυχή.
Που δεν πιστεύουν πως η Αγάπη θέλει δύο για να ζεσταθεί, τα έχουν καταφέρει και μόνοι τους και ξέρουν πώς να αγαπούν χωρίς να απαιτούν την ανταπόδοση. Όχι θυματοποιημένα, εξαρτητικά και αδύναμα, αλλά συνειδητοποιημένα και συνειδητά. Και Αγαπούν τον σύντροφο, αγαπούν τα παιδιά και την οικογένεια, αγαπούν τον ξένο, τον μετανάστη, αγαπούν την Ανθρωπότητα, δεν εξαιρούν κανέναν. Ταυτόχρονα δεν γίνονται συναισθηματικά έρμαια κανενός. Δεν επιτρέπουν στην καρδιά τους να θολώνει την κρίση τους, ασκούν την πιο υψηλή διάκριση στην επιλογή των ανθρώπων που έχουν στο πλευρό τους. Τους αγαπούν όλους αλλά επιλέγουν λίγους για να σχετίζονται, να συνδέονται και να μοιράζονται τη ζωή και την καρδιά τους.
Και μην νομίζεις πως δεν υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, είναι εδώ, βρίσκονται πάντα εδώ στην πορεία του χρόνου. Σε διαφορετικές χώρες, σε διαφορετικές εποχές, σε διαφορετικούς πολιτισμούς, στο ίδιο πάντα ωστόσο μετερίζι. Οι αφοσιωμένοι υπηρέτες της ανθρωπότητας, ο Michio και η Aveline, ο George και η Lima, ο GMCKS και η Charlotte, ο Francisco και η Eugenia, o Denny και η Susan, o Adelbert και η Wieke, ο Γιώργος και η Κιάρα, ο Νίκος και η Γεωργία, ο Σταύρος και η Γιούλια, ο Νίκος και η Ξένια. Γνωρίστηκαν, αγαπήθηκαν, έκαναν οικογένειες, μεγάλωσαν παιδιά, πρόκοψαν. Μα πάνω απ’ όλα συνασπίστηκαν, συνενώθηκαν, συνεργάστηκαν, δημιούργησαν φορείς, κέντρα, ομάδες, οργανισμούς, σχολές, πανεπιστήμια, έθεσαν τη ζωή τους, το χρόνο τους και την ενέργεια τους στην υπηρεσία της ανθρωπότητας. Συν-τροφοί Αγάπης άλλης, εξελικτικής και μακρόθυμης. Αγάπης που θα κρατήσει αιώνια. Και θα χτίσει αξία αιώνια.
Να σου πω την απόλυτη Αλήθεια, εκεί ακόμα δεν έχω φθάσει. Δυσθεώρητα τα ύψη και για να ανέβεις εκεί πρέπει πολύ να καθαρίσεις, να παλέψεις, να κοπιάσεις και με φόβο μην πέσεις και τσακιστείς. Σαν να μου φαίνεται Ζωή, δίχως την άδεια μου να πάρεις, αύτη έχεις βάλει στο μάτι την αιθέρια πλώρη. Και εγώ, όπως πολύ καλά ξέρεις δεν σου χαλώ ποτέ το χατίρι..
Πηγή