άλλωστε, και τα έχω ξεπεράσει».
Σε κοίταζα αμίλητη, θυμάμαι εκείνην τη στιγμή – ήταν χτες που καθισμένοι αγκαλιά κοιτάζοντας ο ένας στα μάτια τον άλλον, αρχίσαμε να καταδυόμαστε πιο βαθιά, και να μιλάμε για τα βιώματά μας. Τότε, ένιωσα την επιθυμία να αποκαλυφθώ όπως είμαι εμπρός στα μάτια σου και ξεκίνησα να σου μιλάω για την παιδική μου ηλικία, για εκείνες τις ανάμεικτες αναμνήσεις χαράς μα και πόνου. Κι όταν άγγιξα τις πληγές μου, και τις έφερα στην επιφάνεια, αφήνοντάς σε να τις αντικρύσεις για πρώτη φορά, θύμωσες μαζί μου και τραβήχτηκες πέρα, λέγοντας μου: «Μη μου τα θυμίζεις, είναι παρελθόν για μένα, προ πολλού». Για να πω την αλήθεια, ξαφνιάστηκα από την αντίδρασή σου!
Εκείνες τις στιγμές που σου μιλούσα για μένα, που ανοίχτηκα και παραδέχτηκα ενώπιόν σου, έτσι όπως ήμασταν καθισμένοι αγκαλιά, όσα κάποτε απλά με πόνεσαν, εκείνες τις στιγμές στράφηκα, σε κοίταξα στα μάτια και θέλησα να σε γνωρίσω πιο βαθιά, ν’ αφουγκραστώ την ψυχή σου. Μα εσύ, τραβήχτηκες ακόμη πιο παράμερα, χιλιόμετρα μακριά από την αγκαλιά μου, για να ξεστομίσεις: Η ψυχολόγος σου σε επηρεάζει, σταμάτα πια να πηγαίνεις και να αναμοχλεύεις το παρελθόν, ξεπέρασέ το» ,και ύστερα, «ό,τι λέω στο λέω για το καλό σου, για να σε βοηθήσω» και «ωρίμασε επιτέλους». Να ωριμάσω! Μα τι άραγε, θα πει αυτό;
Ξέρεις, συλλογιζόμουν όλη τη νύχτα, αυτή σου τη φράση. Στο νου μου αίφνης, επέστρεψε νοερά η εικόνα των μεγάλων που είχε αποτυπωθεί μέσα μου ως παιδί. Και θυμήθηκα όλες εκείνες τις φορές που ήθελα να θυμώσω που ήθελα να κλάψω, που ήθελα τόσο να δείξω πως αισθάνομαι μέσα μου, πόσο πολύ με απέτρεπαν οι μεγάλοι ολόγυρά μου απ’ το να εκφράζομαι, πόσο απειλημένοι στ΄ αλήθεια θαρρώ πως ένιωθαν από τα συναισθήματά μου! Τις απόπειρές τους άλλοτε να με καλοπιάσουν, άλλοτε να μου εξηγήσουν πως ένα καλό κορίτσι ποτέ του δεν θυμώνει ούτε και κλαίει, άλλοτε να με κάνουν να νιώθω ένοχη που εκφράζομαι, επειδή τους ταράζω!
Και μετά από αρκετές σκέψεις, θες να σου πω τι συνειδητοποίησα; Για μένα, που προσπαθώ κάθε μου μέρα μ’ όλη την δύναμη της ύπαρξής μου να ωριμάσω, να ωριμάζεις, πρώτα απ’ όλα, σημαίνει να συναντιέσαι με τα βιώματά σου! Να αποδέχεσαι περήφανα τη συνάντηση με τα βιώματά σου, να ψηλαφείς τα τραύματα και τις απώλειές σου με τόλμη, να προσπαθείς να τα απεγκλωβίσεις απ΄ την ένοχη και εκφοβιστική για την ύπαρξή σου σιωπή, να προσπαθείς να κατανοήσεις το πώς έπλασαν αυτό που είσαι τώρα, το πώς δημιούργησαν εν τέλει, τη μοναδικότητα της ιδιοσυγκρασίας σου! Κι ακόμη, να ωριμάζεις θα πει να αφήνεσαι να νιώσεις εκείνα τα δυσάρεστα συναισθήματά σου, ν’ απελευθερώνεις άφοβα το θυμό, τη θλίψη και τον πόνο σου!
Γιατί το να ωριμάζεις, ισοδυναμεί τελικά με το να αποφασίσεις ν’ ανοίξεις διάλογο με την οδύνη σου, όχι για να λυπάσαι τον εαυτό σου ούτε για να τα βάλεις με την τύχη και τους ανθρώπους που δεν κατάφεραν να ΄ναι αλλιώς, αλλά για να αποκαλύψεις εκείνο το βαθύτερα αυθεντικό σου κίνητρο, την οδύνη που ίσως και να μεταμορφώθηκε στην αιτία που έθεσε σε κίνηση την ύπαρξή σου, περικλείοντάς την όμως τώρα, με νέο νόημα για εσένα, και βέβαια, αν όχι για αυτά, τότε έστω και μόνο για εκείνη την ώρα, που σε κάποια ίσως στροφή του βίου σου, θα τύχει να συναντηθείς ξανά με τα βιώματά σου… για κείνη τη στιγμή λοιπόν, για να μπορείς να τα δεις κατάματα, και για να είσαι ικανός να τους χαμογελάσεις γνώριμα και συμφιλιωτικά!
Πηγή